4. ΕΚΛΟ
το λόφο Καςτρϊκι και ςτη γύρω περιοχό, κοντϊ ςτο ςημερινό χωριό ϋςκλο, αναπτύχθηκε ϋνασ από τουσ
ςπουδαιότερουσ νεολιθικούσ οικιςμούσ τησ Ελλϊδασ και τησ Ευρώπησ, που ϋδωςε το όνομϊ του ςε μύα ολόκληρη
φϊςη τησ νεολιθικόσ εποχόσ ςτη Θεςςαλύα. Κατοικόθηκε από την αρχό τησ νεολιθικόσ εποχόσ (7η χιλιετύα π.Φ.) μϋχρι
και τη Μϋςη Εποχό του Φαλκού, αλλϊ γνώριςε τη μεγαλύτερη ακμό του ςτην 5η χιλιετία π.Χ., κατά τη Μέςη
Νεολιθική περίοδο. Η τοποθεςύα του ςυγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριςτικϊ ςύμφωνα με τα οπούα οι πρώτοι κϊτοικοι
επϋλεγαν τισ θϋςεισ τησ εγκατϊςταςόσ τουσ:
βρύςκεται ανϊμεςα ςε βαθιϊ εποχικϊ ρϋματα, που εξαςφαλύζουν την αφθονύα νερού,
κοντϊ ςε επύπεδεσ καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ και ςε ψηλότερουσ λόφουσ και όχι μακριϊ από τη θϊλαςςα
. Η επιτυχύα ςτην επιλογό τησ θϋςησ αποδεικνύεται και από τη μεγϊλη διϊρκεια ζωόσ του προώςτορικού οικιςμού.
Οι πρώτοι κϊτοικοι εγκαταςτϊθηκαν ςτο ϋςκλο ςτα μέςα τησ 7ησ χιλιετίασ π.Χ., ςτην περύοδο που ονομϊζεται
Προκεραμική Νεολιθική. Για τη γνώςη τησ περιόδου αυτόσ ςτον ελλαδικό χώρο το ϋςκλο εύναι μια από τισ
ςπουδαιότερεσ θϋςεισ, κυρύωσ επειδό εδώ το «νεολιθικό τρίπτυχο» (μόνιμη κατοικύα, γεωργύα, κτηνοτροφύα)
διαπιςτώνεται καθαρϊ. Η ϋκταςη του οικιςμού ςτο λόφο Καςτράκι (Σέςκλο Α) δεν όταν δυνατό να εξακριβωθεύ,
λόγω τησ μεταγενϋςτερησ κατούκηςησ του χώρου. Ωςτόςο, λεύψανα τησ φϊςησ αυτόσ ϋχουν διαπιςτωθεύ και 125 μ.
πϋρα από το βορειοανατολικό ϊκρο του λόφου (Σέςκλο Γ), γεγονόσ που δεύχνει ότι ο οικιςμόσ όταν αρκετϊ μεγϊλοσ.
Σα ςπύτια όταν πρόχειρεσ καλύβεσ, από τισ οπούεσ ςώζονται μόνο αβαθό ορύγματα, τϊφροι για λεπτϊ θεμϋλια
τετρϊπλευρου ςπιτιού, κυκλικού λϊκκοι και λεύψανα ςυμπαγούσ πηλού, που μϊλλον εύχε χρηςιμοποιηθεύ ςτα
τοιχώματα των κτιςμϊτων. τον οικιςμό βρϋθηκαν ελϊχιςτα αντικεύμενα, όπωσ λεπύδεσ από οψιανό και πυριτόλιθο,
εργαλεύα από πϋτρεσ και οςτϊ ζώων και ελϊχιςτα πόλινα ειδώλια και φαύνεται ότι οι ϊνθρωποι τησ περιόδου ζούςαν
αποκλειςτικϊ από τη γεωργύα και την κτηνοτροφύα. την Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο (6η χιλιετία π.Χ.) ο
οικιςμόσ φαύνεται ότι αναπτυςςόταν ςε μεγαλύτερη ϋκταςη. Κατϊλοιπϊ του ϋχουν διαπιςτωθεύ τόςο ςτο Σέςκλο Α,
όςο και ςτην επύπεδη πλαγιϊ ςτα δυτικϊ (Σέςκλο Β) και ςτη γύρω περιοχό. Βαςικό χαρακτηριςτικό τησ
αρχιτεκτονικόσ αυτόσ τησ φϊςησ εύναι η πολυμορφύα των τύπων και η ποικιλύα των υλικών, καθώσ διαπιςτώθηκαν
τόςο ςπύτια με λιθόκτιςτα θεμϋλια και τούχουσ από πλύνθουσ, όςο και καταςκευϋσ από πλαςμϋνο πηλό και ξύλα,
κϊποτε με πλϊκεσ εξωτερικϊ, τοποθετημϋνεσ ςαν «ορθοςτϊτεσ». Οι κϊτοικοι εξακολουθούςαν να χρηςιμοποιούν
απλϊ εργαλεύα από πϋτρα ό οςτϊ, καταςκεύαζαν πόλινα ειδώλια, ενώ για πρώτη φορϊ ςυναντώνται πόλινα αγγεύα,
μονόχρωμα ό διακοςμημϋνα με γραπτϊ ςχϋδια.
5. ϋςκλο
Η κύρια φϊςη τησ ακμόσ του ϋςκλου, όμωσ, όταν η Μέςη Νεολιθική περίοδοσ. Ο οικιςμόσ
εκτεινόταν πϊνω ςτο λόφο Καςτρϊκι (ϋςκλο Α), ςτην επύπεδη πλαγιϊ ςτα δυτικϊ (ϋςκλο Β) και
ςτη γύρω περιοχό, ςε χώρο ςυνολικού εμβαδού τουλϊχιςτον 100 ςτρεμμϊτων.
Σα ςπύτια, που υπολογύζονται ςε 500-800, όταν πιο πυκνϊ διατεταγμϋνα ςτο λόφο, χωρύζονταν από
δρομϊκια και πλατεύεσ και περιβϊλλονταν από μεγϊλουσ αναλημματικούσ τούχουσ, ενώ ςτην
επύπεδη περιοχό όταν πιο ϊνετα και απομακρυςμϋνα. Όλα εύχαν λύθινα θεμϋλια, πλύνθινη ανωδομό
και δύρριχτη ςτϋγη με δοκούσ και καμινϊδεσ. Η περύοδοσ αυτό ταυτύζεται με το λεγόμενο
«πολιτιςμό του Σέςκλου», που χαρακτηρύζεται κυρύωσ από την κεραμικό που βρϋθηκε ςτον
οικιςμό και αποτϋλεςε τη βϊςη τησ χρονολόγηςησ των υποπεριόδων τησ Μϋςησ Νεολιθικόσ. Σα
αγγεύα εύναι χειροπούητα, κυρύωσ γραπτϊ, και η τεχνικό του ψηςύματόσ τουσ ϋχει βελτιωθεύ, ϋχοντασ
ωσ αποτϋλεςμα θαυμϊςια κόκκινα χρώματα, που ςχημϊτιζαν μοτύβα επϊνω ςε υπόλευκο βϊθοσ. Οι
κϊτοικοι χρηςιμοποιούςαν περιςςότερα λύθινα εργαλεύα, ενώ αφθονότερα όταν και τα εργαλεύα
από οψιανό, που προερχόταν από τη Μόλο. Ο οικιςμόσ καταςτρϊφηκε από φωτιϊ προσ το τϋλοσ τησ
5ησ χιλιετύασ π.Φ. και ερημώθηκε για περιςςότερο από 500 χρόνια. Η περιοχό ξανακατοικόθηκε
κατϊ τη Νεότερη Νεολιθικό περύοδο μόνο, όμωσ, ςτο Καςτρϊκι. Σην περύοδο αυτό οικοδομόθηκε
ςτο ψηλότερο ςημεύο το «μέγαρο», που καταλϊμβανε το κεντρικό τμόμα του νϋου οικιςμού και
περιβαλλόταν από ςύςτημα κυκλικών λύθινων περιβόλων. Ο οικιςμόσ εξακολούθηςε να κατοικεύται
μϋχρι και την Πρώιμη και Μϋςη Εποχό του Φαλκού. την περύοδο αυτό ανόκουν οριςμϋνα ςπύτια
πϊνω ςτο λόφο (ϋςκλο Α) καθώσ και οι κιβωτιόςχημοι τϊφοι που βρϋθηκαν τόςο ςτο ϋςκλο Α,
όςο και ςτο ϋςκλο Β.
Σα ερεύπια του οικιςμού εντοπύςθηκαν ςτο τϋλοσ του 19ου αιώνα και οι πρώτεσ αναςκαφϋσ ϋγιναν
το 1901-1902 από τον Φρόςτο Σςούντα πϊνω ςτο λόφο Καςτρϊκι. Σο 1956 ο Δ.Ρ. Θεοχϊρησ ϊρχιςε νϋα
αναςκαφικό ϋρευνα ςτο λόφο και από το 1972 ερεύνηςε τη γύρω περιοχό ϋξω από το λόφο, όπου
αποκαλύφθηκε ο μεγϊλοσ οικιςμόσ τησ Μϋςησ Νεολιθικόσ εποχόσ.
12. ΙΩΛΚΟ
Η Ιωλκόσ όταν αρχαύα πόλη τησ Θεςςαλύασ, ςτη ςημερινό Μαγνηςύα, ςτουσ πρόποδεσ
του Πηλύου. Βριςκόταν κοντϊ ςτην παραλύα του Παγαςητικού κόλπου. Αναφϋρεται
από τον Όμηρο ςτην Ιλιάδα (Β 712) και από ςειρϊ ϊλλων αρχαύων ςυγγραφϋων
(Ηςύοδοσ, Πύνδαροσ, ιμωνύδησ, Ευριπύδησ, κ.ϊ.). Ωσ μυθικόσ ιδρυτόσ τησ Ιωλκού
αναφϋρεται ο Κρηθϋασ, γιοσ του θεού Αιόλου, τον οπούο διαδϋχθηκε ο Πελύασ, που
διϋταξε τον ανιψιό του Ιϊςονα να φϋρει το «χρυςόμαλλον δϋρασ» από την Κολχύδα,
γεγονόσ που ϋγινε η αιτύα για την περύφημη Αργοναυτικό Εκςτρατεύα. Σον Πελύα
διαδϋχθηκε ο γιοσ του Άκαςτοσ, που ςκοτώθηκε από τον βαςιλιϊ τησ Υθύασ Πηλϋα,
όταν ο τελευταύοσ κυρύευςε την Ιωλκό με τη βοόθεια του Ιϊςονα, πρϊγμα που διϋκοψε
τη μϋχρι τότε ακμό τησ πόλεωσ, τησ οπούασ οι πρώτοι κϊτοικοι όταν Μύνυεσ κατϊ
τον τρϊβωνα.
Ιςτορικοί χρόνοι
τουσ ιςτορικούσ χρόνουσ η Ιωλκόσ ςυνϋχιςε να κατοικεύται μϋχρι και τον 2 αιώνα
π.Φ., οπότε και χρονολογούνται επιγραφϋσ με τη λϋξη «Ιώλκιοι». Η ύδρυςη
τησ Δημητριϊδασ ςε μικρό απόςταςη ςόμανε τον παραμεριςμό τησ Ιωλκού. Από τη
μυθικό περύοδο τελούνταν ςύμφωνα με την παρϊδοςη αθλητικού αγώνεσ ςτην Ιωλκό,
γνωςτού ωσ «ϊθλα επύ Πελύα» , δεν εύναι όμωσ γνωςτό μϋχρι πότε ςυνεχύςθηκαν. Οι
κϊτοικοι τησ Ιωλκού λϊτρευαν περιςςότερο τη θεϊ Άρτεμη, με το ιδιαύτερο
επύθετο Ιωλκία Άρτεμις.
13. ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΑ
Ναόσ τησ Ιωλκύασ Αρτϋμιδοσ βριςκόταν πιθανότατα πϊνω ςτον λόφο του Κϊςτρου του Βόλου. Ο
λόφοσ αυτόσ βρύςκεται κοντϊ ςτη θϊλαςςα, ανατολικϊ του χειμϊρρου Αναύρου, του ςημερινού
Ξεριϊ, και περιβϊλλεται από τεύχοσ τησ βυζαντινόσ εποχόσ. Σο πιθανότερο εύναι ότι πϊνω ςε αυτό
τον λόφο όταν κτιςμϋνη και η αρχαύα Ιωλκόσ. Κατϊ καιρούσ ϋχουν ανακαλυφθεύ λεύψανα διϊφορων
εποχών εκεύ, με τα παλαιότερα να ανϊγονται ςτη Νεολιθικό Εποχό.
Επύςησ, ϋχουν ϋλθει ςτο φωσ ύχνη μυκηναώκού μεγϊρου και θολωτού τϊφοι, όπωσ και τϊφοι τησ
κλαςςικόσ εποχόσ. Από πλευρϊσ αντικειμϋνων, ϋχουν ανακαλυφθεύ πϊρα πολλϋσ αναθηματικϋσ,
επιτύμβιεσ, ψηφιςματικϋσ, απελευθερωτικϋσ και τιμητικϋσ επιγραφϋσ. Λεύψανα του ναού τησ
Ιωλκύασ Αρτϋμιδοσ εύναι κατϊ τον Αρβανιτόπουλο τα αρχιτεκτονικϊ μϋλη που ανακαλύφθηκαν ςε
τούχουσ κατοικύασ κοντϊ ςτο Κϊςτρο.
Επύςησ, υλικό του ναού αυτού εύχε ύςωσ χρηςιμοποιηθεύ ςτο χτύςιμο ενόσ βυζαντινού ναού, ςτη
θϋςη του οπούου εύναι κτιςμϋνοσ ςόμερα νεότεροσ ναόσ των Αγύων Θεοδώρων.
Οι ςειςμού του 1956 ϋφεραν ςτο φωσ ςτη βορειοδυτικό πλευρϊ του λόφου λεύψανα κτηρύου
ανακτόρων, το οπούο φαύνεται ότι καταςτρϊφηκε από φωτιϊ περύ το 1200 π.Φ. (πρβλ. τη μυθολογικό
ϊλωςη και καταςτροφό τησ Ιωλκού από τον Πηλϋα). Γενικώσ οι ςειςμού αυτού ϋδωςαν την ευκαιρύα
να μελετηθεύ ςτρωματογραφικϊ ο λόφοσ του Κϊςτρου.
Παρόλο που το Διμόνι, με τη γνωςτότερη μυκηναώκό ακρόπολη, όπωσ πιςτεύεται, απϋχει αρκετϊ
από την ακτό ώςτε να θεωρηθεύ η αρχαύα Ιωλκόσ, χωρύσ κϊτι τϋτοιο να αποκλεύεται, ϋχει δώςει
περιςςότερα ςτοιχεύα για να υποςτηριχθεύ αρχαιολογικϊ ότι πρόκειται για την αρχαύα Ιωλκό.
14. ΔΙΜΗΝΙ
ε αναςκαφικϋσ εργαςύεσ που διενεργούνται από τη δεκαετύα του 1980
ϋχουν αποκαλυφθεύ πολλϊ κτόρια και ϊλλα ςτοιχεύα για την ϊποψη ότι
ςτο Διμόνι και την ευρύτερη περιοχό του ϋχουν καταδεύξει και
υποςτηρύζουν την ϊποψη του χώρου ωσ ϋδρα του Βαςιλεύου των
Μυρμιδόνων. Η ακτό την εποχό εκεύνη 3500 χρόνια πριν όταν πολύ
κοντύτερα ςτον οικιςμό απ' ότι εύναι ςόμερα. Η περιοχό "μπαζώθηκε"
με τισ αποθϋςεισ των κύριων ρεμϊτων τησ περιοχόσ κατϊ τισ 3
χιλιετηρύδεσ που πϋραςαν μϋχρι ςόμερα.
ημαντικϊ ευρόματα τησ περιοχόσ εύναι τα παρακϊτω:
1. Θολωτόσ τϊφοσ "Λαμιόςπιτο" Διμηνύου. Σο μνημεύο ερευνόθηκε
αρχικϊ το 1886 με πρωτοβουλύα του τότε νομϊρχη Μαγνηςύασ Ι.
Κονδϊκη και του γυμναςιϊρχη Ε. Κούςη, και με τη ςυνεργαςύα των
αρχαιολόγων Π. Καββαδύα, P. Wolter και H. Lolling. Για την ανϊδειξό του
ϋχουν γύνει κατϊ καιρούσ διϊφορεσ εργαςύεσ ςτερϋωςησ και
αναςτόλωςησ.
2. Θολωτόσ τϊφοσ "Σούμπα" Διμηνύου. Ο θολωτόσ τϊφοσ «Σούμπα»
αναςκϊφηκε το 1892 από το Β. τϊη. Οι εργαςύεσ για την ανϊδειξη του
μνημεύου (δενδροφύτευςη, διϊδρομοι πρόςβαςησ, ενημερωτικϋσ
πινακύδεσ) εντϊςςονται ςτισ εργαςύεσ ανϊδειξησ, που αφορούν
ολόκληρο τον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνύου.
3. Μυκηναώκό Ανϊκτορο Διμηνύου. Η ϋρευνα του ανακτόρου ϊρχιςε το
1997. Μϋχρι ςόμερα ϋχουν πραγματοποιηθεύ εργαςύεσ για την
αποκατϊςταςη των τούχων των δύο μεγϊρων καθώσ και των
ςυμπληρωματικών καταςκευών (αποθηκών και εργαςτηρύων) και ϋχει
γύνει ςτερϋωςη-ςυντόρηςη των κονιαμϊτων ςτουσ τούχουσ και ςτα
δϊπεδα. Έχει γύνει ϋρευνα με μαγνητικϋσ και ηλεκτρικϋσ διαςκοπόςεισ
γύρω από το ανϊκτορο, διερευνητικϋσ τομϋσ για την ϋδραςη
μελλοντικού ςτεγϊςτρου του μνημεύου, καθώσ και επϋκταςη του
υφιςτϊμενου ςτεγϊςτρου προςταςύασ μϋχρι το πρόπυλο του
ανακτόρου.
Κατϊ μόκοσ τησ πεδιϊδασ από το Διμόνι προσ το λιμϊνι του ςημερινού
Βόλου ϋχουν αποκαλυφθεύ επύςησ πολλϊ λεύψανα κεντρικού δρόμου και
εκατϋρωθεν πολλϊ τμόματα οικιών τησ εποχόσ του Αχιλλϋα και του
Σρωικού Πολϋμου, δηλαδό γύρω ςτον 13ο-12ο αιώνα π.Φ.
20. Παγασαί (Παγασές)
Μύα από τισ αρχαύεσ πόλεισ τησ Θεςςαλύασ που ϋδωςε την ονομαςύα τησ ςτον Παγαςητικό κόλπο. Σα
ερεύπιϊ τησ βρύςκονται κοντϊ ςτα ερεύπια τησ αρχαύασ Δημητριϊδασ, ςτην αρχό τησ ςημερινόσ εθνικόσ οδού
Βόλου-Αθόνασ.Η πόλη εύναι γνωςτό από τουσ μυθολογικούσ χρόνουσ.Για το όνομα Παγαςϋσ διατυπώθηκαν
δύο θεωρύεσ: η μια παραδϋχεται πωσ η λϋξη «Παγαςϋσ» ϋχει ςχϋςη με το αρχαύο ρόμα «πόγνυμι» που αποτελεύ
και το δεύτερο ςυνθετικό του ρόματοσ ναυπηγώ. Αναφϋρεται ωσ τόποσ όπου γύνονταν ναυπηγόςεισ μεγϊλων
καραβιών, ανϊμεςα ςτα οπούα και η μυθικό «Αργώ». Από τισ Παγαςϋσ ξεκύνηςε ο Ιϊςονασ για την
«Αργοναυτικό» εκςτρατεύα.το χώρο όπου υποτύθεται πωσ οι Αργοναύτεσ ϋκαναν θυςύα πριν ξεκινόςουν για
την Κολχύδα ύδρυςαν αργότερα οι κϊτοικοι τησ πόλησ το περύφημο ιερό του Απόλλωνα.Η δεύτερη ετυμολογικό
ϊποψη παραδϋχεται πωσ η λϋξη Παγαςϋσ ϋχει ςχϋςη με τη λϋξη πϊγοσ (= βρϊχοσ), γιατύ οπωςδόποτε η
τοποθεςύα των αρχαύων Παγαςών δύνει την εντύπωςη ενόσ μεγϊλου βρϊχου.
τουσ ιςτορικούσ χρόνουσ η πόλη εύχε τη φόμη ςημαντικού ναυτικού και εμπορικού λιμανιού.
Σο 335 π.Φ. την κατϋλαβε ο Υύλιπποσ Β' τησ Μακεδονύασ και από τότε ϋγινε ςυχνϊ θϋατρο πολϋμου μεταξύ
Μακεδόνων, Θεςςαλών και Αθηναύων. Η πόλη ϊρχιςε να παρακμϊζει ςτουσ μεταγενϋςτερουσ χρόνουσ.
Σο 293 π.Φ. ενςωματώθηκε ςτην πόλη Δημητριϊδα που ύδρυςε ο Δημότριοσ ο Πολιορκητόσ.
όμερα από την παλιϊ και ϋνδοξη αυτό πόλη δε ςώζεται παρϊ μϋροσ μονϊχα από τα ερεύπια του τεύχουσ τησ.
21. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑ
Ο αρχαιολογικόσ χώροσ τησ αρχαύασ Δημητριϊδασ εκτεύνεται ςε απόςταςη 1,5 χλμ.
νότια του Βόλου. Η Δημητριϊδα ιδρύθηκε το 294 π.Φ. από το βαςιλιϊ τησ Μακεδονύασ
Δημότριο Πολιορκητό -από τον οπούο πόρε και το όνομϊ τησ- με ςυνοικιςμό
γειτονικών πόλεων. Η προνομιακό γεωγραφικό τησ θϋςη την ανϋδειξε ςε κϋντρο
πολιτικών εξελύξεων, ςημαντικό ςτρατιωτικό βϊςη-ορμητόριο και φορϋα μεγϊλησ
εμπορικόσ δραςτηριότητασ. Έτςι αποτϋλεςε για κϊποιο διϊςτημα ςυμπρωτεύουςα,
μαζύ με την Πϋλλα, του Μακεδονικού κρϊτουσ και μια από τισ μεγαλύτερεσ πόλεισ τησ
αρχαιότητασ.
Κατϊ τη διϊρκεια τησ βαςιλεύασ του γιου του Δημητρύου Πολιορκητό, Αντιγόνου Γονατϊ
(277-239 π.Φ.), οργανώθηκε πολεοδομικϊ η πόλη ςύμφωνα με το ιπποδϊμειο ςύςτημα,
ενιςχύθηκαν τα τεύχη τησ (ςυνολικό μόκοσ 11 χλμ. που ςόμερα ςώζονται ςχεδόν ςε
όλη την περύμετρό τουσ) και ενδυναμώθηκαν με ιςχυρούσ πύργουσ.
τον ανατολικό τομϋα, ςτο κϋντρο τησ πόλησ, ςώζονται πϊνω ςε ύψωμα τα λεύψανα
του ανακτορικού ςυγκροτόματοσ. Γύρω από ϋνα τετρϊγωνο δωρικό περιςτύλιο
αναπτύςςονταν τα διώροφα διαμερύςματα τησ βαςιλικόσ οικύασ, εκτόσ από τη βόρεια
πλευρϊ, όπου ςε μεταγενϋςτερουσ χρόνουσ δημιουργόθηκαν εργαςτόρια κεραμικόσ
και χαλκουργύασ. τισ τϋςςερισ γωνύεσ του κτιρύου ϋχει αποκαλυφθεύ από ϋνασ ιςχυρόσ
πύργοσ. Φτύςτηκε κατϊ την τυπικό ελληνιςτικό αρχιτεκτονικό και χωροοργϊνωςη,
θυμύζοντασ αυτό των ϊλλων μακεδονικών ανακτόρων των Αιγών και τησ Πϋλλασ, ςε
μικρότερη όμωσ κλύμακα.
Νότια του ανακτόρου διαμορφώθηκε ςε πλϊτωμα η ιερό αγορϊ τησ πόλησ, που ςε
ςυνδυαςμό με το ανϊκτορο ςυγκροτούςαν τον εμπορικό και διοικητικό πόλο ϋλξησ.
το κϋντρο τησ αγορϊσ εντοπύςτηκε η ύπαρξη του ναού τησ Ιωλκίασ Άρτεμησ.
22. Σο αρχαύο θϋατρο τησ Δημητριϊδασ βρύςκεται ςε απόςταςη 150 μϋτρων περύπου,
νότια από το ςυνοικιςμό των Νϋων Παγαςών Βόλου, δυτικϊ του δρόμου Βόλου –
Αλμυρού ςτη θϋςη “Δόντια” (λαώκό όνομα που δόθηκε για τα κατώτερα τμόματα τησ
ςειρϊσ των πεςςών, που ανόκαν ςτο ρωμαώκό υδραγωγεύο τησ Δημητριϊδασ).
Καταςκευϊςτηκε ςτο α' μιςό του 3 ου αι. π.Φ. και ϋχουν διαπιςτωθεύ τϋςςερισ
μεταγενϋςτερεσ αρχιτεκτονικϋσ επεμβϊςεισ ϋωσ την οριςτικό εγκατϊλειψό του ςτο β'
μιςό του 4 ου αι. μ.Φ.
Οι διαδεδομϋνεσ λατρεύεσ τησ αρχαύασ πόλησ αφορούςαν κυρύωσ την τριϊδα του Δία
Ακραίου, του Απόλλωνα Κορωπαίου και τησ Άρτεμησ Ιωλκίασ, χωρύσ βϋβαια να
απουςιϊζουν αυτϋσ των ϊλλων ελληνικών, ανατολικών και αιγυπτιακών θεοτότων.
ημαντικϊ ευρόματα –υποδεύγματα τησ ελληνιςτικόσ ταφικόσ ζωγραφικόσαποτελούν οι περύφημεσ γραπτϋσ επιτύμβιεσ ςτόλεσ που βρϋθηκαν εντοιχιςμϋνεσ ςε
πύργουσ του τεύχουσ τησ Δημητριϊδασ και ςόμερα εκτύθενται ςτο αρχαιολογικό
μουςεύο Βόλου.
•Μετϊ τη μϊχη τησ Πύδνασ το 168 π.Φ. και την επικρϊτηςη των Ρωμαύων ςτην Ελλϊδα,
η Δημητριϊδα περιορύζεται ςε ϋκταςη, κατορθώνει όμωσ να αποκτόςει ανεξαρτηςύα
παραμϋνοντασ πρωτεύουςα του Κοινού των Μαγνήτων. Κατϊ τη διϊρκεια των
αυτοκρατορικών και παλαιοχριςτιανικών χρόνων αποτϋλεςε μαζύ με τισ Υθιώτιδεσ
Θόβεσ κϋντρο τησ Βυζαντινόσ Θεςςαλύασ και ϋδρα επιςκόπου από τον 5 ο αι. μ.Φ.
• Η εγκατϊςταςη ςτη περιοχό ανιχνεύεται ϋωσ τον 6 ο αι. μ.Φ., όταν λόγω πιθανότατα
ςλαβικών επιδρομών η πόλη εγκαταλεύπεται και μεταφϋρεται ςτο λόφο των Αγύων
Θεοδώρων, ςτα Παλιϊ.