Πασχαλινές Λαμπάδες από ΣΤ τάξη του σχολείου μας.pptx
25 μαρτιου 2016
1. 25η ΜΑΡΤΙΟΥ 1821
Δεύτε παίδες των Ελλήνων
ο καιρός της δόξης ήλθεν
ας φανώμεν άξιοι εκείνων
που μας δώσαν την αρχήν.
1ο Γυμνάσιο Νέων Μουδανιών
Σχολ. Έτος 2015-16 1
10. Στα κακοτράχαλα τα βουνά,
με το σουραύλι και το ζουρνά,
πάνω στην πέτρα την αγιασμένη
χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι
Ο Νικηφόρος κι ο Διγενής
κι ο γιος της Άννας της Κομνηνής
10
Δική τους είναι μια φλούδα γης,
μα Συ Χριστέ μου τους οδηγείς,
για να γλυτώσουν αυτή τη φλούδα
απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.
Δες πως χορεύει ο Νικηταράς
κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς
Από την Ήπειρο στο Μοριά,
κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά,
το πανηγύρι κρατάει χρόνια
στα μαρμαρένια του Χάρου αλώνια.
Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός
και δραγουμάνος του ο λαός
«Τσάμικος»
Μ. Χατζηδάκι
14. 14
Εδώ σωπαίνουν τα πουλιά, σωπαίνουν οι καμπάνες
Σωπαίνει κι ο πικρός Ρωμιός μαζί με τους νεκρούς του
Και ΄πα στην πέτρα της σιωπής τα νύχια ακονίζει
Μονάχος κι αβοήθητος, της λευτεριάς ταμένος
ΓιάννηςΡίτσος
21. Ο Διαφωτισμός &
δημοτικά τραγούδια
21
-Προσκύνα Λιάκο τον πασά, προσκύνα το Βεζύρη,
Να γίνεις πρωταρματολός, δερβέναγας να γίνεις!
-Όσο είναι ο Λιάκος ζωντανός, πασά δεν προσκυνάει
-Πασά έχει ο Λιάκος το σπαθί, Βεζύρη το τουφέκι
34. « Όρκος της Φιλικής Εταιρίας»
Ορκίζομαι εις Σε, ω Ιερά και αθλία Πατρίς! Ορκίζομαι εις τας
πολυχρονίους βασάνους Σου, ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα, τα οποία
τόσους αιώνας έχυσαν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις την μέλλουσαν
ελευθερίαν των ομογενών μου, ότι αφιερώνομαι όλος εις Σε.
Η Θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επί της κεφαλής μου όλους τους
κεραυνούς της διακιοσύνης της- αν ίσως λησμονήσω μίαν στιγμήν τας
δυστυχίας των ομογενών μου και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Και ο
θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να
μη μολύνω την αγνότητα της εταιρείας με την συμμετοχήν μου.»
34
40. 20 Απριλίου 1821 η μάχη της Αλαμάνας
8 Μάιου 1821 εκδίκηση από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο
40
41. Δέκα παλικάρια στήσανε χορό
στου Καραϊσκάκη το κονάκι
Πέφτουν τα ντουβάρια από το χορό
κι από τις πενιές του Μιχαλάκη
Κι όλη νύχτα λέγαμε τραγούδια για τη λευτεριά
κι όλη νύχτα κλαίγαμε Γοργόνα Παναγιά
Και το βράδυ-βράδυ ήρθαν με τα μας
Μάρκος Βαμβακάρης με Τσιτσάνη
Σμίξαν τα μπουζούκια και ο μπαγλαμάς
με τον ταμπουρά του Μακρυγιάννη
Κι όλη νύχτα λέγαμε τραγούδια για τη λευτεριά
κι όλη νύχτα κλαίγαμε Γοργόνα Παναγιά
Έβαλα ένα βόλι στο καρυόφυλλο
κι έριξα στη νύχτα να φωτίσει
Κι είπα να φωνάξουν τον Θεόφιλο
Τον καημό μας για να ζωγραφίσει
Κι όλη νύχτα λέγαμε τραγούδια για τη λευτεριά
κι όλη νύχτα κλαίγαμε Γοργόνα Παναγιά
41
60. 60
Άκρα του τάφου σιωπή
Στον κάμπο βασιλεύει
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί
Κι η μάνα το ζηλεύει
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε
Τα μάτια η μάνα μνέει
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός
Παράμερα και κλαίει
Έρμο ντουφέκι σκοτεινό
Τι σ΄ έχω εγώ στο χέρι
Όπου συ μου ΄γινες βαρύ
κι ο Αγαρηνός το ξέρει
61. 61
Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε,
Κι όσ΄ άνθια βγαίνουν και καρποί τόσ΄ άρματα σε
κλειούνε.
Λευκό βουνάκι πρόβατα κινούμενα βελάζει
και μες στη θάλασσα βαθιά ξαναπετιέται πάλι
π΄ολονυχτίς εσύσμιξε με τ΄ ουρανού τα κάλλη
62. 62
Και μες στης λίμνης τα νερά, οπ΄έφθασε μ΄ ασπούδα,
έπαιξε με τον ίσκιο της γαλάζια πεταλούδα,
που ευώδιασε τον ύπνο της μέσα στον άγριο κρίνο
το σκουληκάκι βρίσκεται σ΄ ώρα γλυκιά κι εκείνο.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη
η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι.
Με χίλιες βρύσες χύνεται , με χίλιες γλώσσες κρένει:
«όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει»