Νέο δυναμικό πρότυπο Οικονομίας με ψηφιακό αποτύπωμα - HUFFPOST
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΣΙΑ & ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
1. 11
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ
10
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Γράφει ο
ΑντΩνης ΖΑΐρης*
Η δυναμικΗ εγχΩριας
αναπτυξΗς για τΗν
επΟμενΗ Ημερα και
ΟικΟνΟμικα μεγεθΗ
πΟυ χρΗζΟυν πρΟςΟχΗς
Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να υπάρξει και για το νέο
αναπτυξιακό μοντέλο που οφείλει να στραφεί η Οικονομία
* Αναπληρωτής αντιπρόεδρος
του ΣΕΛΠΕ, επίκουρος καθη-
γητής Διοίκησης Επιχειρήσεων
του Πανεπιστημίου Νεάπολις
στην Κύπρο, μέλος της Ενω-
σης Αμερικανών Οικονομολό-
γων (ΑΕΑ) και μέλος του
Παγκόσμιου Οικονομικού
Forum (WEF).
ςτη θέση της εσωστρεφούς κατανάλωσης είναι ανάγκη
να αντιταχθεί ο εξωστρεφής προσανατολισμός
της οικονομίας που θα ανατάξει τις υγιείς δυνάμεις
“
Ο
ι τελευτΑιες προβλέψεις
του ΔΝΤ για την ελληνική
οικονομία το 2024 είναι
ιδιαίτερα επιφυλακτικές
ξεκινώντας από τον
πληθωρισμό που προβλέπει
να κινηθεί στο 2,9% δηλαδή
πάνω από το όριο του 2% που θέτει η Ευρωπαϊκή
Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο της ευρωζώνης.
Η προβλεπόμενη αποκλιμάκωση στο 6,5% για το
2023 είναι ενθαρρυντική παρά τις συνεχιζόμενες
αυξήσεις τιμών και την ακρίβεια ιδιαίτερα στον
τομέα των τροφίμων που κυμαίνεται σε διψήφιο
ποσοστό γύρω στο 14%. Aντίστοιχα το δικό μας
δημοσιονομικό συμβούλιο προβλέπει 4,5% για το
2023. Αλλά και οι προβλέψεις για την παγκόσμια
οικονομία ήταν εξίσου ανήσυχες τόσο για το
2022 (9,3%) όσο και για το 2023 που διανύουμε
( 4%). Όσον αφορά την ανεργία στη χώρα μας
συνεχίζει να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην
Ευρώπη μετά την Ισπανία αφού τον Φεβρουάριο
του 2023 ανήλθε στο 11,4% έναντι 13% τον
αντίστοιχο μήνα του 2022 (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ)
με την ανεργία των γυναικών να καταγράφει πολύ
υψηλές επιδόσεις. Το πρόβλημα της
υποαπασχόλησης παραμένει ζωτικό για τη χώρα
καθώς αντανακλά τις χρόνιες διαρθρωτικές
παθογένειες της ελληνικής οικονομίας που
επιβαρύνει την παραγωγικότητα με σοβαρές
επιπτώσεις και στο ΑΕΠ.
Σημειωτέων ότι παρά την αύξηση των ξένων
άμεσων επενδύσεων κατά 6 δισ (3% του ΑΕΠ
το 2022), αυτές περιορίζονται στις εξαγορές
επιχειρήσεων ή στην αγορά ακινήτων μέσω
δανεισμού από ελληνικές τράπεζες κάτι που δεν
αποφέρει καμία απολύτως ευεργετική επίπτωση
στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και
στην αύξηση του παραγωγικού δυναμικού της
χώρας.
Από την άλλη, οι επενδύσεις στον
πρωτογενή τομέα της οικονομίας
συνεχίζουν μειούμενες πάνω από 14%
τόσο το 2021 όσο και το 2022.
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι το
πρωτογενές έλλειμμα των 8,45 δισ το
2021 γύρισε σε πρωτογενές πλεόνασμα
της γενικής κυβέρνησης το 2022 στα 273
εκατομμύρια ευρώ δηλαδή από το -4,7%
του ΑΕΠ σε 0,1% (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ).
Όμως το έλλειμμα του ισοζυγίου
τρεχουσών συναλλαγών κυμάνθηκε
από 9,7% (20 δις ) το 2022 στο 8% το
2023 και προβλεπόμενο 6% για το
2024. Η σοβαρή αυτή επιδείνωση
προκύπτει από την μεγάλη αύξηση των
εισαγωγών ( περίπου 120 δις το 2022 )
σε σχέση με τις εξαγωγές (περίπου 100
δις το 2022 ). Το έλλειμμα αντανακλά
στο χαμηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας
της ελληνικής οικονομίας που σύμφωνα
με το δείκτη IMD World Competitive-
ness Ranking η χώρα κατατάσσεται στην
47η θέση σε σύνολο 63 χωρών.
Σχετικά τώρα με το δημόσιο χρέος,
αυτό μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ
(κατά 23%) στο 171,3% από 194,6%
λόγω όμως ονομαστικής αύξησης του
ΑΕΠ (κατά 26 δις) στα 208,3 δις από
181,6 δις, εξαιτίας του πληθωρισμού
αλλά όχι όμως ως απόλυτο μέγεθος που
αυξήθηκε από τα 356 δισ το 2019 στα
400 δισ το 2022.
Όσον αφορά τέλος στην εξέλιξη του
ελληνικού ΑεΠ σε έκθεση του ΔΝΤ στο
πλαίσιο της εαρινής συνόδου με την
Παγκόσμια Τράπεζα αναμένεται άνοδος
στο 2,6% το 2023 (το δικό μας
δημοσιονομικό συμβούλιο προβλέπει
2,3%) έναντι 5,9% το 2022 και
περαιτέρω μείωση στο 1,5% το 2024.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η Χώρα
μας κάτω από αντίξοες συνθήκες
πιστώνεται για το 2022 τον μηδενισμό
του δημοσιονομικού ελλείμματος
πετυχαίνοντας μάλιστα και μικρό
πρωτογενές πλεόνασμα, αύξησε το ΑΕΠ
της κατά 22% και μείωσε το δημόσιο
χρέος της κατά 23% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, παρά την σταθεροποίηση
των δημόσιων τα οικονομικά μεγέθη,
μεταξύ άλλων, που χρήζουν ιδιαίτερης
προσοχής είναι: πρώτον, η εξέλιξη
του πληθωρισμού που συναρτάται
βέβαια και από τις αποφάσεις της εΚτ
σχετικά με τις αυξήσεις των επιτοκίων
που επιδρούν όμως ανασταλτικά στην
ανάπτυξη αλλά και από τις
γενικότερες γεωπολιτικές εξελίξεις
δεύτερον, το πρόβλημα της
υποαπασχόλησης που σχετίζεται
άμεσα με την αναπτυξιακή δυναμική
της οικονομίας τρίτον, το έλλειμμα
του ισοζυγίου τρεχουσών
συναλλαγών που «χτυπά» στην
ανταγωνιστικότητα της ελληνικής
οικονομίας και τέταρτον, το δημόσιο
χρέος ως απόλυτο πλέον μέγεθος σε
σχέση με τις εφαρμοζόμενες
δημοσιονομικές πολιτικές.
ιδιαίτερη όμως μνεία θα πρέπει να
υπάρξει και για το νέο αναπτυξιακό
μοντέλο που οφείλει να στραφεί η
Οικονομία με εστίαση στο πρωτογενή
τομέα και την αξιοποίηση των
αγροτοδιατροφικών δυνατοτήτων
της Χώρας.
ςτη θέση της εσωστρεφούς
κατανάλωσης είναι ανάγκη να
αντιταχθεί ο εξωστρεφής
προσανατολισμός της οικονομίας που
θα ανατάξει τις υγιείς δυνάμεις και
θα επιτρέψει την αξιοποίηση πόρων
στη σωστή κατεύθυνση.
Οι ορθές στρατηγικά επιλογές είναι
αυτές που θα ανοίξουν τις «πύλες»
επάξιας αναμέτρησης της οικονομίας
.μέσω των προϊόντων της, στο διεθνή
ανταγωνισμό και επιπλέον της
ισότιμης συμμετοχής της στο διεθνή
καταμερισμό εργασίας.