1. 1
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ – ΚΡΙΤΙΚΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ–ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ:
Η ταυτότητα ενός βιβλίου περιλαμβάνει βασικά στοιχεία όπως ο τίτλος του βιβλίου, ο συγγραφέας,
το είδος του κειμένου, τον εκδοτικό οίκο, τον τόπο και χρόνο της έκδοσης. Γι’ αυτό για να
παραπέμψουμε σε ένα συγκεκριμένο βιβλίο αναφέρουμε αναγκαστικά αυτά τα στοιχεία στο κείμενό
μας, στις υποσημειώσεις ή στη βιβλιογραφία που παραθέτουμε.
Βιβλιοπαρουσίαση: Τα βασικά αυτά στοιχεία αναγράφονται συνήθως στο εξώφυλλο και στο
εσώφυλλο του βιβλίου. Ωστόσο, κάποιες επιπρόσθετες πληροφορίες μπορούμε να πάρουμε και από το
οπισθόφυλλο, όπου υπάρχει μια πρώτη παρουσίαση του βιβλίου με κάποια βασικά χαρακτηριστικά και
μερικά σχόλια (με στόχο την ενημέρωση των αναγνωστών και την προβολή του βιβλίου), καθώς
επίσης και από τον πίνακα περιεχομένων. Τέτοιες βιβλιοπαρουσιάσεις μπορούμε να βρούμε και στον
ημερήσιο και περιοδικό τύπο.
Βιβλιοκριτική: Πληρέστερη εικόνα για το βιβλίο μας δίνει η βιβλιοκριτική που έχει περισσότερες
λεπτομέρειες και αναλυτικότερα στοιχεία από τη βιβλιοπαρουσίαση. Η βιβλιοκριτική ξεπερνάει την
επιφανειακή παρουσίαση ενός βιβλίου και σχολιάζει τεκμηριωμένα, αφού προυποθέτει μελέτη του
αντικειμένου σε βάθος ώστε να κριθεί και να αξιολογηθεί το έργο υπεύθυνα. Για αυτό και σε αντίθεση
με τη βιβλιοπαρουσίαση η βιβλιοκριτική είναι πάντα ενυπόγραφη. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις,
τα όρια ανάμεσα στη βιβλιοπαρουσίαση και τη βιβλιοκριτική δεν είναι πάντα ευδιάκριτα, όταν η
πρώτη περιέχει πολλά σχόλια σε μια προσπάθεια επηρεασμού του κοινού.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ: Στη λογοτεχνική κριτική αρχικά παρατίθενται στοιχεία που
βρίσκουμε και σε μια βιβλιοπαρουσίαση (συγγραφέας, είδος κειμένου..) και εκφράζεται μια
γενικότερη κρίση για το έργο. Κατόπιν, ακολουθούν επιμέρους κρίσεις για το στόχο του συγγραφέα, τη
σχέση του τίτλου με το έργο, το υλικό που αξιοποιεί ο συγγραφέας, την υπόθεση της αφήγησης, τη
σύνθεση και την πλοκή της ιστορίας, τα πρόσωπα που συμμετέχουν και τα μέσα που χρησιμοποιεί ο
συγγραφέας (αφήγηση, περιγραφή, διάλογο, γλώσσα, ύφος). Σε μια λογοτεχνική κριτική απαραίτητη
προυπόθεση είναι η μελέτη του συνολικού έργου, της ζωής και της εποχής του συγγραφέα. Συγχρόνως,
ο κριτικός μπορεί να περιλαμβάνει σε μια κριτική του αποσπάσματα άλλων κριτικών για το έργο ή να
παραθέτει σκέψεις του ίδιου του συγγραφέα. Έτσι, επιτυγχάνει την αντικειμενικότητα και την αποφυγή
μονομερών εκτιμήσεων, κάτι που προκαλεί την εκτίμηση του αναγνώστη.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΛΛΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: Κριτική μπορεί να υπάρξει και για οποιοδήποτε άλλο κείμενο
(άρθρο, μελέτη, εγχειρίδιο..). Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η κριτική ασχολείται με διαφορετικά θέματα,
τα πιο σημαντικά. Έτσι, η κριτική ενός σχολικού εγχειριδίου θα ασχολούνταν με την εξέταση του
διδακτικού υλικού, την οργάνωση και τη μεθόδευση αυτού του υλικού, τους παιδαγωγικούς σκοπούς
του βιβλίου σε αντίθεση με τη λογοτεχνική κριτική που ασχολείται με την υπόθεση, το ύφος, τα
πρόσωπα του κειμένου.
ΤΟ ΥΦΟΣ ΤΟΥ ΚΡΙΤΙΚΟΥ: Ο κριτικός τις περισσότερες φορές υιοθετεί ένα ύφος περίπλοκο και
κάποτε εξεζητημένο με μακροπερίοδο λόγο, διαδοχική υπόταξη, επιλογή σπάνιων λέξεων, περίπλοκη
σύνταξη. Ένας έμπειρος χρήστης της γλώσσας πετυχαίνει με αυτόν τον τρόπο να επικοινωνήσει με ένα
προηγμένου επιπέδου κοινό στο οποίο απευθύνεται, προσπαθώντας να ερμηνεύσει το έργο και να
βοηθήσει στο πλησίασμα καλλιτέχνη και θεατή. Εξάλλου η χρήση περίπλοκου ύφους μπορεί να
οφείλεται και στην εξειδικευμένη ορολογία πολλών τεχνοτροπιών που για να αποδοθεί χρειάζεται
συνθετότερος συλλογισμός και λόγος. Επιπλέον, ο κριτικός αξιολογεί και ξεχωρίζει το ουσιώδες από
το επουσιώδες. Για να φτάσει στη σύνθεση περνά από διάφορα επίπεδα σκέψης, συρράπτοντας και
αφαιρώντας. Αυτή η σύνθεση είναι φυσικό να μορφοποιείται μόνο με το σύνθετο λόγο. Βέβαια,
υπάρχει και μια μερίδα κριτικών που χρησιμοποιεί σύνθετο λόγο είτε γιατί δε γνωρίζει καλά τα
πράγματα είτε γιατί θέλει να επιδειχθεί ή να καλύψει την άγνοιά της με ακαταλαβίστικες λέξεις.
2. 2
ΑΠΛΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΥΠΟΤΑΞΗ: Η υπόταξη χρησιμοποιείται για να δείξουμε τις λογικές
σχέσεις ενός σύνθετου νοήματος. Στην περίπτωση αυτή συνδέουμε πολύ στενά μια πρόταση με κάποια
άλλη. Από τις δύο προτάσεις εκείνη που στηρίζει τη σύνθεση ονομάζεται κύρια πρόταση, ενώ η άλλη
ονομάζεται δευτερεύουσα πρόταση. Με τη διαδοχική υπόταξη η σύνθεση που επιχειρείται είναι
πολυπλοκότερη, καθώς δεν είναι μόνο η κύρια πρόταση που στηρίζει τη σύνθεση, αλλά και μια
δευτερεύουσα πρόταση μπορεί να στηρίξει άλλες δευτερεύουσες. Η αντίθετη διαδικασία, η άρση
δηλαδή της υπόταξης και η μετατροπή μιας περιόδου σε μια σειρά από κύριες προτάσεις, μας οδηγεί
στα συστατικά στοιχεία της σύνθεσης και αποκαλύπτει τις μεταξύ τους σχέσεις.
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ «ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ»
ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ «ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ»: Σε μια τέτοια κριτική (κινηματογράφου, μουσικής,
δισκογραφίας, τηλεόρασης…) μπορούμε να διακρίνουμε: α) ένα πληροφοριακό μέρος όπου δίνονται
οι απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με το αντικείμενο της κριτικής με χρήση αφήγησης και
περιγραφής, β) τα σχόλια με τα οποία διατυπώνονται αξιολογικές κρίσεις, γ) τον προβληματισμό και
τις προτάσεις του κριτικού για το θέμα. Τα βασικά χαρακτηριστικά μιας κριτικής πρέπει να είναι:
αντικειμενική και καλοπροαίρετη (ώστε ούτε να υπερτιμάται ούτε να υποτιμάται το αντικείμενό της),
σωστή αποτίμηση του αντικειμένου, σωστή ενημέρωση με προτροπή ή αποθάρρυνση του κοινού, όξυνση
της κριτικής ικανότητας του δέκτη.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
ΟΡΙΣΜΟΣ: Με τον ορισμό καθορίζουμε τα κύρια γνωρίσματα μιας έννοιας. Η οριστέα έννοια
εντάσσεται σε μια ευρύτερη έννοια που αποτελεί το γένος της και καταγράφονται τα χαρακτηριστικά
γνωρίσματα της έννοιας έτσι ώστε να φανεί η ειδοποιός διαφορά της από τις άλλες.
ΕΙΔΗ ΟΡΙΣΜΩΝ: Οι ορισμοί μπορούν να διακριθούν :
Α) ανάλογα με τον τρόπο που παρουσιάζουν την οριστέα έννοια, σε αναλυτικούς που παριστάνουν
την ουσία μιας έννοιας εκθέτοντας τα γνωρίσματα που περιέχονται στην έννοια αυτή και σε
συνθετικούς – γενετικούς όταν περιγράφεται η διαδικασία γένεσης μιας έννοιας από τα αναγκαία και
ουσιώδη συστατικά μέρη της.
Β) ανάλογα με την έκτασή τους, σε σύντομους όταν εκτείνονται σε μερικούς στίχους (ορισμοί λεξικών
και σχολικών εγχειριδίων) και σε εκτεταμένους όταν καλύπτουν μια ή περισσότερες παραγράφους.
Υπάρχει ακόμη η περίπτωση ένα ολόκληρο κείμενο να ασχολείται με τον ορισμό μιας έννοιας, όπως
γίνεται σε ένα δοκίμιο, ένα επιστημονικό κείμενο… Για έναν εκτεταμένο ορισμό χρειάζεται πάντοτε
ένα σχέδιο οργάνωσης. Η πιο συνηθισμένη μέθοδος στις περιπτώσεις αυτές είναι η παραγωγική:
αρχίζουμε με ένα σύντομο ορισμό της έννοιας, που τον αναλύουμε έπειτα στο υπόλοιπο κείμενο,
αναπτύσσοντας ξεχωριστά το καθένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της έννοιας. Πολλές φορές
δηλαδή για να αναλυθεί μια έννοια σε βάθος, δίνεται στην αρχή ένας πρωτοβάθμιος ορισμός και έπειτα
αναπτύσσονται αναλυτικά οι όροι που τον αποτελούν.
ΔΙΑΙΡΕΣΗ: Με τη διαίρεση αναλύουμε ένα όλο (διαιρετέα έννοια ή γένος) στα μέρη του (μέλη ή
είδη) με βάση κάποιο ουσιώδες γνώρισμά τους (διαιρετική βάση). Είναι φανερό ότι μια έννοια
μπορεί να διαιρεθεί με περισσότερες από μία διαιρετικές βάσεις. Η διαίρεση μιας έννοιας αποσκοπεί
στην εύρεση των μερών της ώστε να γίνει καλύτερα κατανοητή. Η σύνδεσή της μάλιστα με τον ορισμό
που περικλείει τα κύρια χαρακτηριστικά της οδηγεί στην πληρέστερη κατανόηση.
Μια διαίρεση λέγεται τέλεια αν περιλαμβάνει όλα τα είδη του γένους και συνεχής αν δε γίνεται
κάποιο άλμα στα είδη της. Η διαίρεση μπορεί να εκτείνεται σε λίγους στίχους και αναφέρονται απλά
τα είδη της διαιρετέας έννοιας ή μπορεί να καλύπτει περισσότερες παραγράφους, οπότε στην αρχή
δίνεται μια πρωτοβάθμια διαίρεση και στη συνέχεια αναπτύσσονται αναλυτικά τα είδη της διαιρετέας
έννοιας.