2.
Η Ιεραποστολή είναι αρχαιότατος εκκλησιαστικός
θεσμός προς διάδοση της χριστιανικής πίστης σε
αλλόθρησκους, σύμφωνα με τη ρητή εντολή του Κυρίου
προς τους Αποστόλους «Πορευθέντες μαθητεύσατε
πάντα τα έθνη.» Στους πρόποδες του όρους
Κιλιμάντζαρο στην Αφρική είναι στημένο ένα μνημείο
για τον Ιεραπόστολο Δαυίδ Λίβινγκστον, όπου είναι
χαραγμένο το εξής: «Ο Θεός είχε έναν υιό, κι αυτός
ήταν Ιεραπόστολος». Όπως είναι γνωστό πρώτος
Ιεραπόστολος υπήρξε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος. Οι
Απόστολοι συνέχισαν την Ιεραποστολή, οι Μάρτυρες τη
δυνάμωσαν και οι Πατέρες της Εκκλησίας την
υπερασπίστηκαν.
3.
Οι πρώτοι ιεραπόστολοι που ξεκίνησαν να
διαδώσουν τη διδασκαλία του Χριστού ήταν οι ίδιοι
οι μαθητές του, που ονομάστηκαν απότολοι.Το έργο
των αποστόλων συνέχισαν οι διάδοχοι τους, που
δίδαξαν πρώτα στους μεσογειακούς λαούς και
συνέχισαν κατόπι σ' όλες τις ηπείρους:
στην Ευρώπη, στην Ασία, στην Αφρική.
Μετά το σχίσμα των Εκκλησιών και μετά τη
θρησκευτική μεταρρύθμιση, κάθε
χριστιανική Εκκλησία συνέχισε, χωριστά, το έργο
της ιεραποστολής. Πιο εντατικά οι προτεστάντες και
η Καθολική Εκκλησία.
4.
Μέχρι τον 12ο αιώνα το μήνυμα του Ευαγγελίου
διαδόθηκε από το Βυζάντιο στις περισσότερες
χώρες του τότε γνωστού κόσμου. Την περίοδο που
συμπίπτει με τις Σταυροφορίες, η Ιεραποστολική
δράση του Βυζαντίου διακόπτεται και σταματά
τελείως με την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως
από τους Τούρκους. Ορθόδοξη Ιεραποστολή
ασκούσε κατά τα χρόνια αυτά και η Ρωσική
Εκκλησία, αλλά με την Οκτωβριανή επανάσταση του
1917 στη Ρωσία η Ιεραποστολή διακόπηκε, γιατί
απαγορεύθηκε από το καθεστώς.
5.
Η Ελληνική Εκκλησία, δεμένη με τις ιστορικές
περιπέτειες του έθνους, μόλις πρόσφατα
μπόρεσε να ενδιαφερθεί για την εξωτερική
Ιεραποστολή. Παράλληλα με την Εκκλησία της
Ελλάδος, δρουν και διάφοροι ιδιωτικοί
σύλλογοι εξωτερικής Ιεραποστολής σε διάφορα
μέρη της Ελλάδος όπως: Αθηνών, Πατρών,
Θεσσαλονίκης, Κρήτης κ.λ.π., για να βοηθήσουν
με έμψυχο και παντός είδους υλικό τους
Ιεραποστόλους, που εργάζονται σ’όλον τον
κόσμο.