1. Μια φορά κι έναν καιρό …
Ένα παραμύθι για τη νύχτα που έφερε την άνοιξη μες στον Νοέμβρη…
2. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τέλειωσε μα οι πληγές που
άφησε δεν έκλειναν τόσο εύκολα. Οι δυο μεγάλοι
νικητές, η Ρωσία και η Αμερική μάλωναν ποια θα πάρει
με το μέρος της τις περισσότερες χώρες. Έμοιαζε σαν να
έπαιζαν εκείνο το παιχνίδι, πώς το λένε να δεις… «περνά
περνά η μέλισσα» το λένε θαρρώ. Σας θυμίζει κάτι;
Η Ελλάδα βρέθηκε στην πλευρά της Αμερικής κι εκείνη
δεν έχανε ευκαιρία για να ανακατευτεί στις υποθέσεις
των Ελλήνων. Εκείνοι ήταν μπερδεμένοι κι όλο
τσακώνονταν κι όλο άλλαζαν κυβερνήσεις κι η καημένη η
Δημοκρατία δεν πατούσε γερά στα πόδια της,
κουρασμένη καθώς ήταν από τις τόσες περιπέτειες…
3. Εγώ θα πάρω την
Ελλάδα !
Όχι εγώ θα πάρω
την Ελλάδα !
4. Κι ο καιρός περνούσε και περνούσε ο καιρός και ένα πρωί
του Απρίλη ο ουρανός σκοτείνιασε! Πάνω από την Ελλάδα
πέταξε ένα πουλί παράξενο, αγριωπό και με τα τεράστια
φτερά του έκρυψε τον ανοιξιάτικο ήλιο. Φοίνικα τον έλεγαν
κι αναγεννιόταν από τις στάχτες του!
5. Κόσμος πολύς μαζεύτηκε και προσπαθούσε να
καταλάβει τι συμβαίνει. Οι άνθρωποι, ζαλισμένοι, δεν
ήξεραν τι να υποθέσουν. Άλλοι τα έλεγαν έτσι κι άλλοι
αλλιώς…
Έγινε πραξικόπημα! Όχι, επανάσταση έγινε!
Φταίνε οι Αμερικάνοι!
Φταίει το κακό μας το κεφάλι!
Φταίει ο ένας!
Φταίει ο άλλος!
6. Και πάνω στην ταραχή και την αναμπουμπούλα κανείς
δεν πρόσεξε πως είχαν χαθεί όλα τα περιστέρια από τον
αττικό ουρανό!
7. Φωνή στριγκή ακούστηκε κι όλα πάγωσαν μεμιάς! Οι
πρώτες που φυλακίστηκαν ήταν η Ελευθερία με τις
αδερφές της, την Ειρήνη και τη Δημοκρατία. Αφού τις
έκλεισαν κρυφά σε ένα υγρό, σκοτεινό κελί οι παράξενοι
άνθρωποι άρχισαν να διαφεντεύουν τον τόπο.
Η Ελλάδα είναι ασθενής!
Αφού κανείς άλλος δεν
τολμά, θα τη βάλουμε
εμείς στο κρεβάτι και θα
την χειρουργήσουμε!
Ζήτω!
Ζήτω!
Ζήτω!
10. Απαγορεύεται να
εκφράζεστε ελεύθερα!
Αν διαφωνείτε με τη Χούντα, θα
υποστείτε τις συνέπειες! Φυλακή,
εξορία, βασανιστήρια…
Μπορείτε να τη γλιτώσετε πολύ
εύκολα… αρκεί να αρνηθείτε τις
ιδέες σας, αρκεί να βάλετε μια
υπογραφή!
11. Χρόνους εφτά βασίλεψε ο
φόβος. Οι περισσότεροι
άνθρωποι λούφαξαν,
κρύφτηκαν στα σπίτια τους,
κοίταζαν τη δουλίτσα τους και
δε μιλούσαν. Όχι πως
συμφωνούσαν με τους
δικτάτορες αλλά να… ο φόβος
τους έκοβε τα πόδια. Τις
νύχτες τους τις στοίχειωναν οι
εφιάλτες μα τι να ‘καναν;
Ζούσαν κρυμμένοι στην
ασφάλεια του σπιτιού τους κι
έκαναν τάχα πως δεν έβλεπαν
τον απρόσμενο επισκέπτη έξω
από το παράθυρό τους.
12. Υπήρξαν όμως και κάποιοι που ο φόβος δεν τους λύγισε
κι όχι πως δεν τον ένιωθαν κι αυτοί σαν φίδι παγωμένο
να σέρνεται στη ραχοκοκαλιά τους. Μα δεν τον άφησαν
να τους νικήσει. Τόλμησαν να σταθούν απέναντί του και
να τον κοιτάξουν στα μάτια. Κι όσο σήκωναν το βλέμμα
τόσο κάτι μαγικό γινόταν… και ψήλωναν, όλο ψήλωναν
και γίνονταν θεόρατοι και κρατούσαν ασπίδες και
σπαθιά σαν τους προγόνους τους κι άνοιγαν το δρόμο…
13.
14. Και σιγά σιγά γίνονταν περισσότεροι κι άρχισαν να
σηκώνουν το βλέμμα τους στον ουρανό και δε
φοβούνταν πια να κοιταχτούν στα μάτια. Κι ο ένας
έβλεπε στα μάτια του άλλου τον αδερφό, τον φίλο, τον
πατέρα. Και τόλμησαν να σταθούν απέναντι στη
Δικτατορία και να φωνάξουν!
Είμαστε δυο, είμαστε
τρεις, είμαστε χίλιοι
δεκατρείς
Καβάλα πάμε στον καιρό
με τον καιρό με την βροχή… …το αίμα πήζει στην
πληγή
ο πόνος γίνεται καρφί
15.
16. Δεν τα κατάφεραν όλοι! Κάποιοι δεν άντεξαν τα
βασανιστήρια, κάποιοι έγειραν να ξεκουραστούν στα
μαύρα χώματα της Γυάρου και της Μακρονήσου,
κάποιοι σημαδεύτηκαν για πάντα από το δάγκωμα του
φιδιού, όπως ο ταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής που
πέρα από στρατιωτικός ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος.
Κάποιοι άλλοι τόλμησαν να αψηφήσουν το φόβο και να
χαμογελάσουν με το ματωμένο τους χαμόγελο για να
δώσουν κουράγιο στους συντρόφους τους. Κάπως έτσι
άρχισε σιγά σιγά να μυρίζει θυμάρι στα κρατητήρια της
οδού Μπουμπουλίνας κι ένας γαλάζιος ουρανός άρχισε
να ορμά με δύναμη μέσα στα κελιά και να φουντώνει
την ελπίδα τις ψυχές των βασανισμένων….
17.
18. Οι φοιτητές ήταν οι πρώτοι που τόλμησαν να κοιτάξουν
ψηλά στον ουρανό. Εκείνοι πρώτοι είδαν το χελιδόνι που
έφερε την άνοιξη. Μα πού ακούστηκε η άνοιξη να
μπαίνει καταμεσής του Νοέμβρη;
Κι άρχισαν να το φωνάζουν παντού κι οι φωνές όλο
δυνάμωναν κι ολοένα και περισσότεροι σήκωναν τα
μάτια στον ουρανό για ν’ αντικρίσουν αυτό το ένα και
μοναδικό χελιδόνι που έφερε την άνοιξη την ακριβή!
Κόσμος ερχόταν κι έγιναν πολλοί, τόσοι που πια δεν τους
χωρούσε το τόπος.
Ένωναν τις φωνές τους και γίνονταν ποτάμι και φωτιά.
Ψωμί, παιδεία, ελευθερία… Κι έφταναν οι φωνές στους
στο υγρό κελί και ξύπνησαν τις κοπέλες κι έλυσαν τα
δεσμά τους!
20. Η Χούντα δεν έπεσε αμέσως,
όμως είχε τραυματιστεί
θανάσιμα. Σαν τον κακό δράκο
του παραμυθιού χτυπούσε
μάταια τη φαρμακερή ουρά της.
Μα αυτός ο τόπος δε βολευόταν
πια με λιγότερο ουρανό.
Όσο βαριανάσαινε η
Δικτατορία, τόσο η Δημοκρατία
κι η λευτεριά άνθιζαν.
Κι όπως γίνεται πάντα στα
παραμύθια, λίγους μήνες μετά
το παλικάρι, ο Λαός ελευθέρωσε
την κοπέλα, τη Δημοκρατία, την
πήρε από το χέρι και την
οδήγησε ξανά στον τόπο που
γεννήθηκε.
Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς
καλύτερα…
21. Ποιος είπε πως τα παραμύθια λένε ψέματα;
Η ιστορία κι η Ιστορία μέσα από τους πίνακες του ζωγράφου
Γιάννη Γαϊτη για τα παιδιά της Γ’ Δημοτικού του 43ου
Δημοτικού Σχολείου Ηρακλείου που τους αρέσουν τα
παραμύθια κι η Ιστορία.