3η ομάδα εργασίας απαντήσεις σε φύλλα εργασίας 4 5-6 τμήμα ε1
1. 3η
Ομάδα Εργασίας:
ΣΤΑΥΡΟΣ-ΠΑΥΛΟΣ
• 11 Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Βαπτιστήριο)
• 12 Ροτόντα
• 13 Μονή Λατόμου (Όσιος Δαυίδ)
• 14 Μονή Βλατάδων
• 15 Βυζαντινά Τείχη
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ
Ο γνωστός ως Αγίασμα του Ιωάννου Προδρόμου χώρος νοτίως του ναού της Αγίας Σοφίας,
θεωρούμενος παλαιότερα ως ρωμαϊκό νυμφαίο, ερμηνεύεται σήμερα ως παλαιοχριστιανικό
βαπτιστήριο και αποδίδεται στο κτηριακό συγκρότημα της πεντάκλιτης επισκοπικής βασιλικής
του 5ου αιώνα, που εντοπίστηκε ανασκαφικά στη θέση του βυζαντινού ναού της Αγίας Σοφίας
(η κόγχη του Ιερού Βήματος της παλαιοχριστιανικής βασιλικής διατηρείται σήμερα στα
υπόγεια σύγχρονης οικοδομής επί της οδού Α. Σβώλου στα ανατολικά του σημερινού ναού).
Το βαπτιστήριο αποτελείται από μια τετράκογχη αίθουσα με εξέδρες και περιλαμβάνει
δεξαμενή (κολυμπήθρα) στον τύπο του σταυρού της Μάλτας. Βρισκόταν σε άμεση
επικοινωνία με τη βασιλική του 5ου αι. από διάδρομο με ψηφιδωτό δάπεδο.
ΡΟΤΟΝΤΑ
Η Ροτόντα ανήκει στα περίκεντρα οικοδομήματα και το ονομά της οφείλεται στο σχήμα
της. Κτίστηκε στα χρόνια του καίσαρα Γαλερίου γύρω στα 306 μ.Χ. ως ναός του Δία ή του
Κάβειρου και κατ’ άλλους ως Μαυσωλείο του Γαλερίου. Η θέση της βρίσκεται στον άξονα
της μνημειώδους οδού που συνδέει τη θριαμβική αψίδα του Γαλερίου με το ανακτορικό
2. συγκρότημα στα νότια.
Στα τελη του 4ου αιωνα οι χριστιανοί μετέτρεψαν το κτίριο σε χριστιανικό ναό, αφού
επέφεραν τις αναγκαίες αλλαγές και διαρρυθμίσει, και τον αφιέρωσαν στους Αγίους
Ασωμάτους.
Το αρχικό κτίριο, έχει διάμετρο 24,5 μ. Οι τοίχοι του έχουν 6,30 μ. πάχος και διασπώνται
εσωτερικά σε οκτώ ορθογώνιες κόγχες, από τις οποίες η νότια ήταν η κύρια είσοδος.
Γιγαντιαίος τρούλος από οπτόπλινθους, που φθάνει σε ύψος τα 30 μ., στεγάζει το κτίριο, ο
οποίος εξωτερικά δεν είναι ορατός λόγω του περιμετρικού κυλινδρικού τοίχου.
Οι χριστιανοί διάνοιξαν και διεύρυναν την ανατολική κόγχη, κατασκευάζοντας ιερό βήμα,
ενώ γύρω από το κτίριο προσέθεσαν περιμετρική στοά, αφού άνοιξαν και τις υπόλοιπες
κόγχες για καλύτερη επικοινωνία. Η στοά αυτή σήμερα δε σώζεται. Την ίδια εποχή
διακοσμήθηκε ο ναός με ψηφιδωτά.
Σεισμοί κατέστρεψαν τμήμα του μνημείου και την αψίδα του ιερού, η οποία μετά την
αποκατάστασή της ενισχύθηκε με δύο αντηρίδες και διακοσμήθηκε με την τοιχογραφία της
Ανα¬λήψεων (9ος αιώνας]. Το 1590/1 μετατράπηκε σε τζαμί από τον σεΐχη Σουλεϊμάν
Χορτατζή Εφέντη, ο οποίος και έδωσε το όνομα του στο νέο τζαμί, και του οποίου ο τάφος
βρίσκεται όπισθεν του ιερού.
Οι σεισμοί που έπληξαν την πόλη της Θεσσαλονίκης το 1978, προξένησαν σοβαρές βλάβες
στο μνημείο. Οι αναστηλωτικές εργασίες απαίτησαν μεγάλες επεμβάσεις στο κτίριο και το
διάκοσμό του, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει περατωθεί.
3. ΜΟΝΗ ΛΑΤΟΜΟΥ
Στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, στο πέρας της οδού Αγίας Σοφίας, βρίσκεται ο ναός του
Οσίου Δαβίδ, άλλοτε καθολικό της μονής του Χριστού Σωτήρα του Λατόμου ή των
Λατόμων, προσωνυμία που οφείλεται στην ύπαρξη λατομείων πέτρας στην περιοχή.
Σύμφωνα με τη «Διήγησιν του Ιγνατίου», κείμενο του 11ου αιώνα, η Θεοδώρα, κόρη του
ρωμαίου αυγούστου Γαλέριου Μαξιμιανού [305-311] έδωσε εντολή να κτιστεί στη θέση
αυτή ένα λουτρό με σκοπό να λατρεύει κρυφά το χριστιανισμό και να το κοσμήσουν με
ψηφιδωτό που έφερε την παράσταση του Χριστού. Το ψηφιδωτό καλύφθηκε με δέρμα
βοδιού για να μην γίνει αντιληπτό από το χριστιανομάχο πατέρα της. Στα χρόνια της
Εικονομαχίας [725-843] ο χώρος λειτουργού¬σε ως μοναστήρι αφιερωμένο στον Προφήτη
Ζαχαρία αλλά το ψηφιδωτό ήταν ακόμη καλυμμένο. Μετά από σεισμό, μεταξύ του 813-820,
αποκαλύφθηκε η παράσταση του Χριστού και στο εξής το μοναστήρι αφιερώθηκε στο
Χριστό Σωτήρα.
Τα στοιχεία της «Διήγησης» και τα αρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν πως ο ναός κτίστηκε
στα ερείπια ρωμαϊκού βαλανείου στα τέλη του 5ου αιώνα ως καθολικό μονής αφιερωμένης
στον Προφήτη Ζαχαρία. Έχει τετράγωνο σχήμα με ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά και
περιέκλειε ισοσκελή σταυρό και τέσσερα γωνιαία διαμερίσματα. Στεγαζόταν με τέσσερις
4. καμάρες και θόλο στο κέντρο. Την ίδια εποχή διακοσμή¬θηκε με ψηφιδωτό και
τοιχογραφίες στο ιερό Βήμα με δαπάνη «... ης οίδεν ο θεός το όνομα», σύμφωνα με την
κτητορική επιγραφή. Το ψηφιδωτό ένα από τα σημαντικότερα της παλαιοχριστιανικής
τέχνης, απεικονίζει το Όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ, μία παράσταση θεοφανείας που
συμβολίζει το θρίαμβο του Χριστού. Ο Χριστός σε νεαρή ηλικία, καθισμένος σε τόξο μέσα σε
ελλειψοειδή δόξα, περιβάλλεται από τα τέσσερα σύμβολα των Ευαγγελιστών. Στα πόδια
του ρέουν οι ποταμοί του Παραδείσου, Γεών, Φισών, Τίγρης και Ευφράτης που καταλήγουν
στον ποταμό Χοβάρ [=Ιορδάνη). Στα δύο άκρα της σύνθεσης παριστάνονται οι προφήτες
Ιεζεκιήλ και Αβακκούμ. Τεχνοτροπικά το ψηφιδωτό συνδέεται με την ελληνορωμαϊκή
καλλιτεχνική παράδοση.
Στα μέσα του 12ου αιώνα ο ναός επισκευάζεται και ανακαινίζεται με τοιχογραφίες υψηλής
ποιότητας που συνδέονται με το καλλιτεχνικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης της εποχής
των Κομνηνών. Διατηρήθηκαν η Γέννηση, η Βάπτιση, τμήμα της Υπαπαντής και της
Μεταμόρφωσης στη νότιο καμάρα. Στις αρχές του 14ου αιώνα, ανάγονται οι παραστάσεις
της Βαϊοφόρου, της Προσευχής του Ιησού και της Παναγίας του Πάθους στον ανατολικό
τοίχο της βόρειας καμάρας. Στην Τουρκοκρατία, ίσως στο 16ο αιώνα, ο ναός μετατράπηκε
σε τζαμί με την επωνυμία «Σουλουτσά τζαμί» (= μοναστήρι του νερού), λόγω
προϋπάρχουσας πηγής στην περιοχή. Η δυτική του πλευρά κατεδαφίστηκε, η στέγασή του
άλλαξε, η είσοδος μεταφέρθηκε στη νότια πλευρά και η εσωτερική επιφάνεια των τοίχων
καλύφθηκε από επίχρισμα. Το 1921 ο χώρος αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία και
αφιερώθηκε στον Όσιο Δαβίδ. Το ψηφιδωτό αποκαλύφθηκε το 1927, ενώ οι τοιχογραφίες
το 1972-1975. Μετά τους σεισμούς του 1978 έγιναν εργασίες αποκατάστασης και
συντήρησης του ναού.
ΜΟΝΗ ΒΛΑΤΑΝΩΝ
Κοντά στα τείχη της Ακρόπολης και στη διαστάυρωση των οδών Επταπυργίου και
Ακροπόλεως βρίσκεται η Πατριαρχική και σταυροπηγιακή Μονή Βλατάδων, βυζαντινό
5. μοναστήρι της πόλης που λειτουργεί έως σήμερα και ένα από τα τελευταία λαμπρά έργα
της βυζαντινής τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Ιδρύθηκε μεταξύ του 1351-1371 από το μοναχό
Δωρόθεο Βλατή, ο οποίος το 1371 εξελέγη μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ο Δωρόθεος και ο
αδερφός του Μάρκος Βλατής υπήρξαν μαθητές του Γρηγορίου Παλαμά, μητροπολίτη
Θεσσαλονίκης από το 1347 έως το 1359, οπαδοί του ησυχασμού και συντελεστές στην
ανασυγκρότηση της πόλης μετά το κίνημα των Ζηλωτών (1342-1349].
Αρχικά η μονή ήταν αφιερωμένη στο Χριστό Παντοκράτορα, ενώ σήμερα τιμάται στη
Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Από το βυζαντινό συγκρότημα σώζεται μόνο το καθολικό. Τα
υπόλοιπα κτίσματα στην αυλή tου αποτελούν προσθήκες του 20ου αιώνα (ηγουμενείο,
σκευοφυλάκιο, ναΐσκος Κοιμήσεως Θεοτόκου, Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών).
Το καθολικό χτίστηκε στη θέση προγενέστερου, πιθανώς μεσοβυζαντινού ναού σε
παραλλαγή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο ναού περιβαλλόμενου από
περίστωο που απολήγει ανατολικά σε δύο παρεκκλήσια. Ο τρούλος δεν στηρίζεται σε
κίονες, αλλά στους τοίχους του ιερού και σε δυο πεσσούς στα δυτικά. Η κατασκευή αυτή
υπαγορεύτηκε από το σχήμα του ναού, μιας παλαιότερης βασιλικής πάνω στην οποία
χρίστηκε. Στην αρχική μορφή του ανήκουν ο κυρίως ναός με το ιερό βήμα, το νότιο
παρεκκλήσι, αφιερωμένο στους κορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, και το
μεγαλύτερο μέρος της νότιας στοάς. Το υπόλοιπο περίστωο αποτελεί προσθήκη του 1801,
ενώ το νεοκλασικό πρόπυλο και η ανοιχτή νότια στοά προστέθηκαν το 1907.
Εσωτερικά ο ναός κοσμήθηκε με τοιχογραφίες που χρονολογούνται στο διάστημα 1360-
1380, μετά την κοίμηση και αγιοποίηση του Γρηγορίου Παλαμά (1359). Στον τρούλο ο
Παντοκράτορας, άγγελοι και προφήτες, στα τόξα του κυρίως ναού διατηρούνται
αποσπασματικά σκηνές του Δωδεκαόρτου και στους τοίχους μορφές ασκητών και
μοναχών αγίων. Σε καλή κατάσταση διατηρούνται η Βάπτιση και οι Τρεις Παίδες εν τη
καμίνω στις δύο κόγχες του νάρθηκα. Στο νάρθηκα επίσης παριστάνονται στρατιωτικοί
άγιοι και διακρίνονται υπολείμματα από τα θαύματα του Ιησού. Δύο παραστάσεις του
Γρηγορίου Παλαμά, η μία στο δεξιό τοίχο της εισόδου από το νάρθηκα στον κυρίως ναό
και η δεύτερη στο νότιο παρεκκλήσι μεταξύ των μεγάλων θεολόγων της Εκκλησίας,
επιβεβαιώνουν τη στενή σχέση της μονής με το κίνημα του Ησυχασμού.
Μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης (1430) το μοναστήρι επιβίωσε μέσα από ένα καθεστώς
προνομίων, τόσο ως πατριαρχικό ίδρυμα όσο και λόγω του ελέγχου που είχε στην
υδροδότηση της πόλης. Η τουρκική ονομασία του «Τσαούς Μοναστήρι» το συνδέει με τον
Τσαούς Μπέη που έχτισε το 1431 τον ομώνυμο πύργο στο Επταπύργιο. Το σφυροκόπημα
των τοιχογραφιών δείχνει ότι για κάποιο άγνωστο διάστημα περιήλθε στα χέρια των
Οθωμανών. Πιθανώς αυτό να ήταν ένα σύντομο επεισόδιο, δεδομένου ότι οι μετασκευές
και προσθήκες, το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 17ου αιώνα και η μεγάλη συλλογή των εικόνων
στο σκευοφυλάκιο της μονής αλλα και η μεγάλη βιβλιοθήκη χάριν στην οποία διασώθηκαν
σε ηλεκτρονική μορφή πολλά κειμήλια, μαρτυρούν την συνεχή λειτουργία της.
Μετά τους σεισμούς του 1978 ακολούθησαν εργασίες αναστήλωσης, συντήρησης και
αποκατάστασης του μνημείου, ενώ παράλληλα αποκαλύφθηκαν άγνωστες τοιχογραφίες
που συμπληρώνουν τη γνώση μας για τη μνημειακή ζωγραφική της τελευταίας φάσης της
παλαιολόγειας περιόδου.
6. BYZANTINA TEIXOI
Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε από τον βασιλιά της Μακεδονίας Κάσσανδρο γύρω στα 316 π.Χ.,
ο οποίος έδωσε στην πόλη το όνομα της συζύγου του, αδελφής του Μ. Αλέξανδρου,
Θεσσαλονίκης. Η σημαντική γεωπολιτική της θέση -στη συμβολή μιας σειράς δρόμων προς
την ενδοχώρα της Βαλκανικής, την Ανα¬τολή, τη Δύση και το Νότο- και η αξιοποίηση ενός
ασφαλούς φυσικού λιμένα ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στη συνοίκηση της. Το μέγεθος και
η έκταση της ελληνιστικής αυτής πόλης δεν έχουν ανιχνευθεί ακόμη επαρκώς. Ελάχιστες
αρχαιολογικά αξιοποιήσιμες ενδείξεις και ιστορικές μαρτυρίες σώθηκαν για τον αρχικό
περίβολο της πόλης και τις πρώιμες ρωμαϊκές φάσεις του.
Γύρω στα μέσα του 3ου μ.Χ. αι. κατασκευάστηκε βιαστικά τείχος με τετράγωνους πύργους,
ίσως για την απώθηση επιδρομών των Γότθων. Η περίμετρος του τείχους αυτού αποτέλεσε
τη βάση της με¬ταγενέστερης επιβλητικής οχύρωσης που διατηρήθηκε ως σήμερα. Από τα
τέλη του 3ου αι. έως και τον 5ο αι. φαίνεται πως ολοκληρώθηκε η νέα οχύρωση της πόλης.
Το τείχος, εξαιρετικά φροντισμένο και πιο σύνθετο ως προς τη δομή, τα υλικά και την
οχυρωματική λειτουργία του, ενσωμάτωσε σταδιακά ως εσωτερικό αντέρεισμα το ρωμαϊκό
τείχος.
Τα ευπρόσβλητα πεδινά τμήματα της πόλης ενισχύθηκαν με τριγωνικούς προβόλους σε
πυκνά διαστήματα, καθώς και με κατασκευή προτειχίσματος και τάφρου δυτικά και
ανατολικά. Στη δύσβατη πλαγιά του λόφου κατασκευάστηκαν κυρίως ορθογώνιοι πύργοι.
Τείχος προστάτευε την πόλη από την πλευρά της θάλασσας κατά μήκος του αιγιαλού.
Περίφημη μαρτυρία των οχυρωματικών δραστηριοτήτων στην πόλη της Θεσσαλονίκης
τον 5ο αι. αποτελεί η επιγραφή του Ορμίσδα σε πύργο του ανατολικού τείχους.