SlideShare una empresa de Scribd logo
1 de 20
Διδώ Σωτηρίου
«Οι νεκροί περιμένουν»
Σύμφωνα με την Έλλη Αλεξίου το βιβλίο αυτό: "Ζωντανεύει τόπους, κόσμους, εποχές...
αληθινή αποκάλυψη"
Σύμφωνα με τον Στάθη Δρομάζο "Ζωντανεύει μια εποχή και μια κοινωνία με τα
προβλήματά της, τις καθημερινότητές της, τα δράματά της και προπαντός τις ανθρώπινες
πινελιές ευτυχίας και δυστυχίας."
56ο Γυμνάσιο Αθήνας
Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής
Σχολικό έτος: 2022-2023
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [2]
Η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς
Ασίας. Ήταν κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης
Παπαδοπούλου. Το 1919 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη
Σμύρνη. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήρθε ως
πρόσφυγας στον Πειραιά και κατόπιν εγκαταστάθηκαν
οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική
φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της
Σορβόνης στο Παρίσι. Το 1933 παντρεύτηκε τον Πλάτωνα Σωτηρίου, αδελφό της μητέρας
της Άλκης Ζέη, για την οποία η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε πρότυπο. Δώρισε το σπίτι της στην
οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε εκείνη και τον
κουνιάδο της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον
όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ
Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι το θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην
περιοχή Ζωγράφου.
Περισσότερες πληροφορίες (https://el.wikipedia.org/wiki/Διδώ_Σωτηρίου)
Το βιβλίο της "Οι νεκροί περιμένουν" αποτελεί το πρώτο της έργο (1959)
Η υπόθεση του μυθιστορήματος αναφέρεται στα θύματα της μικρασιατικής καταστροφής,
τον ξεριζωμό των ελληνικών πληθυσμών και τις σκληρές δοκιμασίες που αντιμετώπισαν οι
πρόσφυγες κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα.
Η ιστορία έχει ως κέντρο την οικογένεια του κυρ Βασίλη Μάγη, έμπορου από το Αϊδίνιο
Ξεκινά με την οικογένειά του να πηγαίνει με τρένο στη Σμύρνη για δουλειές. Στη διαδρομή
συζητά με τη γυναίκα του για την κατάσταση βάζοντάς μας στο κλίμα της εποχής.
Αφηγήτρια είναι η Αλίκη, μια από τις κόρες της οικογένειας, που μας αφηγείται τις
αναμνήσεις της.
Παρουσιάζουμε αποσπάσματα από το κείμενο του βιβλίου:
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [3]
Πριν την καταστροφή
(σελ. 14)
Καθόμουνα κοντά στον πατέρα και τη μητέρα μου, μέσα στο νυσταλέο βαγόνι και
παρακολουθούσα την ακατάληπτη για μένα συζήτηση, που αργότερα μου αποκάλυψε η
μητέρα το νόημά της.
—Είμαστε στις παραμονές σοβαρών ιστορικών γεγονότων, έλεγε ο πατέρας μου. Η νίκη της
Αντάντ ανατρέπει οπωσδήποτε τα σχέδια των εχθρών μας.
—Το πιστεύεις; του απάντησε η μητέρα, συλλογισμένη. Εγώ πάντα μου σκέφτομαι εκείνη
την κουβέντα του Άγγλου φίλου σου, του Φόρμπες. Θυμάσαι τι σούλεγε; «Τη φιλία των
Τούρκων θα την αγοράσουμε αργά ή γρήγορα κι όσο ακριβά κι αν στοιχίσει...»
(σελ.18)
—Γιατί είσαι συ, Βασιλάκη, πολύ αισιόδοξος και προσπαθώ να φέρω την ισορροπία.
—Κι όμως οι Άγγλοι και οι Γάλλοι που αναφέρεις, δε θα βοηθήσουν τον Αριστείδη
Βαϊνδίρογλου, που υπήρξε το δεξί χέρι των Γερμανών και των Τούρκων, στο βεβαιώνω
αυτό. Διάβολε, κάτι προσφέραμε και μεις στο συμμαχικόν αγώνα και δεν μπορεί να το
λησμονήσουν.
Η μητέρα κούνησε δύσπιστα το κεφάλι της.
—Είσαι πολύ αφελής, Βασιλάκη. Συναισθηματισμούς θα κυττάξει το κεφάλαιο ή
συμφέροντα; Ποιος είναι ισχυρότερος οικονομικά εσύ ή ο Αριστείδης; Ο Αριστείδης βέβαια.
Ε, αυτόν θα προσεταιρισθούν οι Αγγλογάλλοι σου. Εσένα, το πολύ, θα σου δώσουν κανένα
συμμαχικό μετάλλιο καλών υπηρεσιών.
(σελ.41)
Ο πατέρας ήταν ο καλύτερος υποστηριχτής της ελληνικής κοινότητας του Αϊντινιού. Ήταν
έφορος του Άη - Γιώργη. Φρόντιζε για την καλή λειτουργία του ελληνικού νοσοκομείου,
βοηθούσε οικονομικά τη Λέσχη, που ήταν ένα πνευματικό κέντρο. Έβρισκε πως μέσα σ'
εκείνα τα ιδρύματα κρατιόταν άσβηστη η φλόγα του πατριωτισμού που θύμιζε στους
ραγιάδες την Ελλάδα, τη μητέρα τους.
Δεν τον φόβιζαν ούτε οι κόποι, ούτε τα έξοδα, ούτε οι συχνές ενοχλήσεις των ζαπτιέδων και
οι ατομικοί κίνδυνοι, που ήξερε να τους ξεπερνάει χάρη στις σχέσεις που καλλιεργούσε, γι'
αυτό το λόγο, με τους μπέηδες κι όλους τους ισχυρούς Τούρκους.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [4]
(σελ.46)
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος δεν είχε επηρεάσει πάρα πολύ τον τρόπο της ζωής στο
Αϊντίνι. Οι δουλειές κλείναν κάπως δυσκολότερα από πριν, μα όσοι πλούσιοι τα
κατάφερναν νάχουν ένα μπέη προστάτη ή συνέταιρο θησαύριζαν κι απόφευγαν τις
επιτάξεις, το στρατιωτικό και τους διωγμούς.
Ένας παρδαλός κόσμος ανακατευόταν κι ερχόταν σε κάθε λογής συναλλαγές με τη
μεγαλύτερη ευκολία. Ρωμιοί εμπορευόμενοι και χωριάτες με μαύρες βράκες και
χρωματιστά τουζλούκια στις γάμπες. Αρμένηδες με φέσια, φοβισμένοι απ' τους διωγμούς,
μα καπάτσοι. Εβραίοι με άσπρες γκελεμπίες, που συναγωνίζονταν σε πονηριά τους
Λεβαντίνους. Ιταλιάνοι ξεπεσμένοι και Γερμανοί που αναζητούσαν ζωτικό χώρο. Αγαθοί
Τούρκοι χωρικοί που αγόραζαν και πουλούσαν καθισμένοι σταυροπόδι στα μπεζεστένια, με
τον απαραίτητο ναργιλέ πλάι τους, λες και τους απασχολούσε περισσότερο αυτός με το
ραχάτι του, παρά οι πονηριές του εμπορίου.
(σελ.47)
Απ' τον καιρό που μας κουβαλήθηκαν οι Νεότουρκοι κι οι Γερμανοί, πονηρεύτηκαν κι οι
δικοί μας εδώ κάτω και μας κάνουν το βίο αβίωτο. Να μου πεις για τα παλιά χρόνια. Τότε,
μάλιστα, περνούσαμε ζωή χαρισάμενη. Έτρεχε ο παράς, αδερφέ, έτρεχε σαν το νεράκι απ'
τη βρύση...
(σελ.47-48)
Αν οι Τούρκοι δε μας πολυενοχλούν εδώ κάτω στις πολιτείες, είναι γιατί μας έχουν ανάγκη.
Είμαστε — πως να στο πω — η μαγιά που ανεβάζει το ψωμί. Τη μόρφωσή μας, την
ειδίκευσή μας, τις ικανότητές μας, τις χρειάζονται ώσπου να γίνουν οι ίδιοι άξιοι να πάρουν
στα χέρια τους τα χαλινάρια. Πάρε παράδειγμα την αφεντιά σου. Αν είχαν πολλούς
Τούρκους νομικούς, θα σ' άφηναν ποτέ εσένα, Χριστιανό, ν' απονέμεις το δίκιο; Κύττα όμως
τι γίνεται με τους κτηματίες. Στην πρώτη μπόρα αυτοί τα πληρώνουν.
(σελ.49-51)
Δεν ήταν εύκολο με τον κάθε Τούρκο να συζητάς τέτοια επικίνδυνα θέματα, μα με τον Αλή,
τον καβάση του πατέρα μου, το πράμα ήταν διαφορετικό. Θυμούμαι, όταν με πήγαινε
περίπατο, πόσο στοργικά με κρατούσε μ' εκείνη την κακοτράχαλη χερούκλα του, που ποιος
ξέρει πόσα στρέμματα γης είχε οργώσει και πόσα χτυπήματα είχε δώσει σε ζώα και σ'
ανθρώπους.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [5]
—Αλή, γιατί μας αγαπάς; τον ρώτησα μια μέρα.
—Γιατί τρώω ψωμί κοντά σας.
—Μα αφού οι Τούρκοι μισούν τους γκιαούρηδες;
—Όταν δεν τους βλάφτουν τα νιτερέσα τους, δεν τους μισούνε.
—Μα, Αλή, λένε πως όλους τους Χριστιανούς θέλετε να τους ξεκάνετε επειδή πιστεύουν
στο Χριστό. Τι σας βλάφτει αυτό εσάς;
—Εμάς να βλάφτει; Τέτοιο ένα πράμα, εγώ δεν το σκέφτηκα. Τι με κόφτει εμένα, ποιο Θεό
πιστεύουν; Εγώ, σ' όποιον κι αν δουλεύω, Τούρκο ή ραγιά, το ψωμί μου θέλω να βγάζω,
τίμια και σωστά, κι απέ...Αυτά τα πράματα, κοριτσάκι μου, δε γίνονται έτσι στο βρόντο. Δε
μας διατάζει η καρδιά μας να πιάνουμε στα καλά - καθούμενα το μαχαίρι και δόστου να
πετσοκόβουμε τον άλλονε. Τα διατάζουν άλλοι αυτά.
—Ποιοι άλλοι; ρώτησα γεμάτη περιέργεια.
—Ξέρω κι εγώ; να, οι τρανοί, αυτοί που ξέρουν πότε και πώς πρέπει να γίνονται τούτα ή
εκείνα στον κόσμο. Αυτοί, να πούμε, που γράφουνε τα νιζάμια και τα φιρμάνια που
οδηγάνε τ' ασκέρια, που κατέχουνε τον πολύ παρά. Σάμπως ξέρω κι εγώ να στα 'ξηγήσω;
Πώς να μου τα εξηγήσει καθαρά όλα εκείνα ο καϋμένος ο Αλής, μέσα από το πυκνό
σκοτάδι, όπου κρατούσαν τη γενιά του αυτοί που γράφουν τα νιζάμια και τα φιρμάνια, και
κατέχουν τον πλούτο και τη δύναμη στον κόσμο;
Θυμάμαι ακόμα μια χαρακτηριστική φράση, που μου είπε κάποτε ένας άλλος απλός
Τούρκος, ο Χασάνης, ο γκαμηλιέρης, που τον είχε, θαρρείς, γεννημένον εκείνη η γη, σα
δέντρο της:
—Όσα φωτίζει το λυχνάρι μας με το κοντό φυτίλι του, αυτά μόνο βλέπουμε, κοριτσάκι
μου...
Καμιά φορά αναρωτιέμαι πώς δεν έσβησαν απ' τη μνήμη μου ο Χασάνης κι ο Αλής, όπως
τόσοι άλλοι Τούρκοι που γνώρισα, και η μόνη απόκριση που βρίσκω είναι πως οι δυο αυτοί
αντιπροσώπευαν, στην καρδιά μου, την αγνή και αγαθή ψυχή του βασανισμένου και
καθυστερημένου εκείνου λαού, που ύπουλες και κακοποιές δυνάμεις τον έσπρωχναν
καταπάνω μας και τον μεταβάλανε σε «προαιώνιο εχθρό» μας__
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [6]
(σελ.52-53)
—Τα χώματά μας, έλεγε, τα βλόγησε ο Αλλάχ. Θάχουμε και φέτος λαδιά που δε θα ξέρουμε
που να τη βάλουμε.
Κι άπλωνε το χέρι του στοργικά προς το κοκκινόμαυρο λιπαρό χώμα και το χούφτωνε. Κι
έγερνε προς τη γη, λες κι έσμιγε μαζί της και γινόταν ένα. Κι αφουγκραζόταν τον παλμό της
σαν τον ερωτευμένο που ακουμπάει το κεφάλι του στο στήθος της αγαπημένης του.
—Ρίχνεις ένα σπόρο και πριν χαϊδέψεις το χώμα, σου γυρνάει πίσω χίλιους. Ταράζεις μιαν
ελιά, έτσι για καλημέρα, και σου χαρίζει ένα ζεμπίλι καρπό. Μπρε, μπρε, μπρε, τι
βλογημένος τόπος είναι τούτος!
Με το Χασάνη γυρίζαμε στα γύρω τουρκοχώρια. Τα ρωμέικα χωριά τα ήξερα καλά γιατί μας
πήγαινε συχνά ο θείος Θανάσης στα τσιφλίκια των Χατζηδημαίων.
Μα εκείνη την εντύπωση που μούκαναν τα καθυστερημένα τουρκοχώρια δε θα την ξεχάσω
ποτέ. Δεν έβλεπες εκεί ούτε ένα Ρωμιό. Μόνο Τούρκοι, αμέτρητοι φουκαράδες,
ιδρωκοπούσαν με τα πρωτόγονα αλέτρια τους, που τάσερναν πολλές φορές άνθρωποι γιατί
στοίχιζαν πιο φτηνά απ' τα ζώα.
Μοχθούσαν και βασανιζόντανε δίχως ανάσα, δίχως να τους ανήκει ούτε σπιθαμή από τη γη
που δούλευαν. Άρχιζαν απ' τις εύφορες πεδιάδες και σκάλωναν ψηλά ως τα πιο άγονα
βράχια, που τρυπούσαν τον ουρανό, και καλλιεργούσαν ως κι εκεί μοσχοβολιστά
τριαντάφυλλα για να βγάζουν ροδέλαια. Κι όλα εκείνα τα καλά και τ' αγαθά, που τα
χαιρόταν η ψυχή του Χασάνη, τα κουβαλούσαν στ' αφεντικά τους, στους μπέηδες, που
είχαν πάνω τους δικαίωμα ζωής και θανάτου. Εκείνα όλα τα τουρκοχώρια μου είχαν
γεννήσει μια βασανιστική απορία. Σε ποιόν πραγματικά ανήκε η εύφορη εκείνη γη; Στους
Τούρκους ή σ' εμάς;
Όταν ζούσες στις «καθαρόαιμες» ρωμέικες συνοικίες και στα δικά μας χωριά, και μάθαινες
τα ελληνικά σου στα σκολειά, και τα μιλούσες στο δρόμο, και πήγαινες να λειτουργηθείς
στις εκκλησιές, κι έβλεπες όλες εκείνες τις φάμπρικες και τα τσιφλίκια πούχαν αφεντικά
τους ρωμιούς τζορμπατζήδες, τότε πίστευες πως ήταν δική μας, καταδική μας η Μικρασία.
Μα όταν ξεστράτιζες κατά τους τουρκομαχαλάδες και τα τουρκοχώρια κι έβλεπες το
λεφούσι εκείνο των Τούρκων δουλευτάδων, που πάππου προς πάππου μοχθούσαν πάνω
στην ίδια εκείνη γη, κι έχτιζαν τα σπίτια τους και τα τζαμιά τους, και μιλούσαν τη δική τους
γλώσσα, κι είχαν τις δικές τους παραδόσεις, κι είχαν ριζωμένη σ τη ψυχή τ ους την πίστη
πως βρίσκονταν στη δική τους πατρίδα, τότε δε θα μπορούσες να μη μπερδευτείς.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [7]
(σελ. 60)
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ μέρες μας στη Σμύρνη είχαν κέφι και συγκινήσεις. Γυρίζαμε εδώ κι εκεί σαν
περιηγητές και γεμίζαμε τα μάτια και την ψυχή μας νέα θεάματα, και νέες εντυπώσεις, με
την άπληστη διάθεση που έχει κανείς για το καινούργιο, το φευγαλέο και το προσωρινό. Η
μεγάλη πολιτεία με τα άγνωστα σπίτια, τον άγνωστο κόσμο, την άγνωστη ρυμοτομία, τις
άγνωστες εκπλήξεις, μας κρατούσε σε συνεχή έξαψη. Στο Αϊντίνι ήξερες τον καθένα με το
όνομά του και τα προβλήματά του. Ήξερες που πηγαίνει, όταν βγαίνει την τάδε ώρα, τι λέει
όταν συναντιέται μ' έναν άλλον, που και πώς διασκεδάζει, γιατί τρέχει και ιδρωκοπάει, γιατί
παντρεύεται και από τι πεθαίνει. Εδώ, το καινούργιο βιβλίο με τις ζωηρές εικόνες δεν
τελείωνε εύκολα και τα ερωτηματικά ήταν πολλά κι οι γρίφοι σου ζητούσανε μια κάποια
λύση, έστω και φανταστική. Δε μας ξέρανε εδώ οι πολλοί άνθρωποι και δεν τους ξέραμε
ούτε εμείς, κι έτσι νοιώθαμε τόση ελευθερία. Το Και, το Παραλλέλι, η Μπελλαβίστα, οι
Βερχανέδες, οι Μεγάλες Ταβέρνες, το Μπουλβάρ - Αλιότι, ο Κουλές, τα Τράσα, η Άγια -
Φωτεινή, η Άγια Κατερίνα, τα βαποράκια του Κορδελιού, το τραμ της προκυμαίας που
τόσερναν άλογα, τα κατάμεστα με εύθυμο κόσμο κέντρα, οι πουλητάδες των γιασεμιών, τα
μονά-ζυγά φιστίκια, τα «Πολιτάκια» με τα σαντούρια, οι πεταχτές γυναίκες, όλα, έμοιαζαν
σαν εύθυμες, χτυπητές κορδέλες, που έπλεκαν ένα χαρωπό γαϊτανάκι. Και μέσα σ' αυτά η
μητέρα να μπαινοβγαίνει μαζί μας στα καταστήματα και ν' αγοράζει τη χαρά του περιττού
μέσα σε μεγάλα και μικρά πακέτα.
(σελ.82-83)
Ο θείος Γιάγκος, όμως, δε συμμεριζόταν καθόλου τους ενθουσιασμούς του πατέρα μου και
μετά το φαγητό άρχισαν να συζητούν ζωηρά.
—Δε μ' αρέσουν οι φουριόζικες δουλειές, έλεγε ο θείος. Δεν τη βλέπω σίγουρη τη γρήγορη
προέλαση του στρατού μας. Έπρεπε να προετοιμαστεί καλύτερα — πως να στο πω; — να
δένεται κάθε νίκη του, να κατοχυρώνεται.
—Φοβάσαι αντεπίθεση των Τούρκων; ρώτησε με ειρωνεία ο πατέρας. Μα η Τουρκιά,
αγαπητέ μου, ξώφλησε πλέον, πάει. Για τα πτώματα θα μιλούμε τώρα;
—Δεν ξόφλησε δυστυχώς! επέμενε ο θείος Γιάγκος. Ο Νουρεντίν - πασάς θ' απαντήσει.
Οργανώνει στρατό και τσέτες, φανατίζει τους πληθυσμούς...
Σήκωσε τα μάτια του κατά τον ουρανό, άνοιξε τα χέρια του παρακλητικά και πρόσθεσε:
—Να δώσει ο Θεός να βγω γελασμένος!
—Που ζεις, μωρέ Γιάγκο, που ζεις, καϋμένε! είπε ο πατέρας και πρόσθεσε ένα ηχηρό «τσ,
τσ, τσ» αποδοκιμασίας.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [8]
—Πάντως, Βασιλάκη, δε ζω στα σύννεφα, όπως εσύ. Κι αν ήρθα στη Σμύρνη, ήρθα για να
λάβω ορισμένα μέτρα. Το ίδιο κάνουν όλοι οι μυαλωμένοι άνθρωποι. Είναι η μόνη ευκαιρία
να βγάλουμε χρήμα στο εξωτερικό, να φροντίσουμε για καμιά τοποθέτηση στη Γερμανία,
τώρα που εκεί πουλιούνται για έναν παρά τ' ακίνητα. Αμ' έτσι είναι, Βασιλάκη μου, εμπόροι
είμαστε, δεν είμαστε ποιητάδες. Αύριο πέφτει ο Βενιζέλος κι έρχονται οι άλλοι, που τη
θέλουνε μικρή την Ελλάδα. Ή τα φτιάχνουν οι Αγγλογάλλοι με τους Τούρκους...
(σελ.96-97)
—Δεν τσάκισα, απαντούσε, θα μου περάσει. Είναι φοβερό να γνωριστείς πρόσωπο με
πρόσωπο με το θάνατο, να νοιώσεις την παγωμένη βρώμικη ανάσα του και να του ξεφύγεις
για να τον θυμάσαι! Με κυνηγούν οι φωνές των πληγωμένων, τα γυάλινα μάτια των
νεκρών, ο τρόμος των γυναικών, οι θηριωδίες, οι φλόγες της φωτιάς, η ερήμωση, ο πανικός
της φυγής... Τρέχαμε, πως τρέχαμε!
Μάτωναν οι πατούσες μας, λες και τις κεντούσαν μιλιούνια καρφίτσες. Και τρέχαμε δίχως
νόημα· από σκέτο φόβο. Μαύριζε η μέρα και μπερδευόταν η γη με τον ουρανό, τα σπαρτά
με τα σύννεφα, τα ποτάμια με τον ήλιο, κι ο νους με τον Άδη. Κι εμείς δόστου να τρέχουμε
για να γλυτώσουμε τη μικρή ζωούλα μας. Διψούσαμε σαν κολασμένοι, πεινούσαμε σα
λύκοι, κατουριόμασταν πάνω μας, μα πουθενά δε στεκόμασταν. Τρέχαμε! Το δράμα της
ζωής μάς οιστρηλατούσε. Αυτή η ζωή, που κάποτε μοιάζει τόσο ασήμαντη και τη
βαριόμαστε, και δεν ξέρουμε τι να την κάνουμε, έπαιρνε μπρος στον τρόμο του θανάτου,
ασύλληπτες διαστάσεις και καταντούσε ένα τυραννικό, φοβερό ένστιχτο, με περιθώρια
αντοχής ανεξάντλητα. Αν το καλοσκεφτόταν κανείς, ο θάνατος θάταν μια λύτρωση· μα να,
που δεν τον θέλαμε. Κι άφηνε η μάνα το παιδί στο δρόμο νεκρό, και το παίδι τη μάνα και
τρέχαν, τρέχαν γιατί δεν είχαν καιρό να σκεφτούν τι τους συνέβαινε, και τι θα την έκαναν
μετά, αυτήν τη ζωή που βάλθηκαν να την περισώσουν. Αχ, αυτό ειν' όλο, αυτό!
(σελ.107)
—Σαν έρθει η ώρα να πονέσει και να κλάψει ένας λαός, κανένα χέρι δεν μπορεί να τον
συντρέξει. Γιατί, άμα ξαπολυθεί η συφορά του πολέμου, χέρι ανθρώπινο δεν τηνε κρατάει
πια, μηδέ κι ανθρώπινη καρδιά την αντέχει. Και ψαχουλεύεις τότε να τα βολέψεις με τη
σκληρότητα για να τα καταφέρεις να κρατηθείς στη ζωή. Καληώρα νάχουμε...
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [9]
(σελ.108)
Μια μέρα άνοιξα συζήτηση με τη Ριρή.
—Εξήγησέ μου, της είπα, γιατί όλοι οι πλούσιοι συγγενείς και φίλοι μας γλύτωσαν απ' την
καταστροφή και περνούν κι εδώ καλά, όπως και στο Αϊντίνι;
—Σκέφτεσαι κάτι μεγαλίστικα πράματα, κάτι σαχλαμάρες, Αλίκη.
—Δεν είναι σαχλαμάρες, επέμενα εγώ. Πρόσεξε και θα δεις.
—Μα κουτό παιδί, δεν το ξέρεις πως όταν έ χεις λεφτά, έχεις και σχέσεις με τους μεγάλους
και μαθαίνεις πότε θάρθει το κακό; Και να το υποπτεύεσαι μόνο, έχεις τον τρόπο να λάβεις
τα μέτρα σου. Κάνεις, που λέει ο λόγος, ένα ταξιδάκι προληπτικό, όπως ο θείος Γιάγκος, και
βρίσκεσαι πάντα σε ασφάλεια. Βγάζεις τα χρήματά σου στο εξωτερικό και τ' ασφαλίζεις. Να
γιατί, εγώ, τ' αγαπώ τα λεφτά.
Με τα λεφτά κάνεις ό,τι θες. Εδώ οι καθολικοί αγοράζανε με τα λεφτά μέχρι και θέση στον
παράδεισο...
—Θέση στο παράδεισο! ρώτησα κατάπληχτη. Μα περνούν κι εκεί τα λεφτά Ριρή;
(σελ.111)
—Οι μεγάλοι - μεγάλοι, έλεγε ο πατέρας με πίκρα, δε βουλιάζουν ούτε με γρέγο, ούτε με
πουνέντε...
(σελ.112)
—Πρόσεξε, Βασιλάκη, γιατί ο οικονομικός κατήφορος θα φέρει και τον ηθικό.
(σελ.129-130)
Από τον Νοέμβρη του 1920, π ου ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές, η Σμύρνη άρχισε να
γνωρίζει μια περίοδο πολιτικού αναβρασμού, άγνωστου ως τότε στους μικρασιάτες.
Στα καφενεία, στα σπίτια, στα μαγαζιά και στους δρόμους οι Σμυρνιοί πολιτικολογούσαν —
για πρώτη φορά στη ζωή τους. Μιλούσαν με φανατισμό για βενιζελισμό και
αντιβενιζελισμό. Πίστευαν πως τη λευτεριά τ ην οφείλανε στο Βενιζέλο και ράψανε τις δυο
αυτές λέξεις τόσο καλά μαζί, που δεν τις ξεχώριζαν. Του Αγίου Ελευθερίου, σε πείσμα της
κυβέρνησης Γούναρη, η Σμύρνη γιόρτασε τον υπερπρωθυπουργό της. Γενικός
σημαιοστολισμός, γιορτές, χοροί. Στα σταυροδρόμια στήναν τραπέζια για να φάει και να
πιει ο λαός.
—Να ζήσει ο Λευτέρης που μας λευτέρωσε!
Τραγούδια δονούσαν την ατμόσφαιρα:
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [10]
Του Βενιζέλου το μυαλό και του Δαγκλή το βόλι
θα μας ανοίξουν τα Στενά να μπούμε και στην Πόλη.
Κι η ρυθμική επωδός «Βενιζέλαρος»! φανέρωνε έξαψη και φανατισμό.
Όταν ήρθε στη Σμύρνη ο Κωνσταντίνος, πολλοί μουρμούριζαν δύσθυμα:
—Αυτός θα μας καταστρέψει, αυτός με τη μικρή του Ελλάδα.
(...)
Μια ανησυχία περνούσε σα ρίγος απ' τις καρδιές του κοσμάκη, μα ήξερε να την αποδιώχνει
και να ξαναβρίσκει την πίστη και την αισιοδοξία του. Η κατάληψη της Φιλαδέλφειας, η
απόβαση του ελληνικού στρατού στα Μουδανιά, η νίκη του Δορυλαίου και του Αφιόν -
Καρά Χισάρ, φούσκωναν ξανά τις καρδιές με τ' όνειρο της Πόλης και της Κόκκινης Μηλιάς.
Η αυταπάτη άπλωνε τα χέρια της στα μάτια των ανθρώπων και τους τάκλεινε, για να μη
βλέπουν την πραγματικότητα.
(σελ.144-145)
Τα νέα που έφερνε η Τζένη, από τις τελευταίες περιοδείες της στο μέτωπο, δεν ήταν
ευχάριστα.
—Ο καθένας προσπαθεί να κάνει το καθήκον του, έλεγε. Οι μεραρχίες της Σμύρνης και των
Κυδωνιών μαθαίνουν να πολεμούν. Τα νιάτα της Μικρασίας βιάζονται να επιδείξουν
θάρρος και τόλμη. Μα ένας
στρατός δε γίνεται απ' τη μια μέρα στην άλλη. Ύστερα, τι τα θέλετε; όταν τα στρατιωτικά
θέματα μπερδεύονται με τα πολιτικά χαντακώνονται τα πάντα.
Ο θείος Γιάγκος παρατηρούσε με πολύ σκεπτικισμό:
—Όλ' αυτά θα μπορούσαν να διορθωθούν. Εκείνο που εγώ φοβόμουν απανέκαθεν και το
φώναζα, είναι η στάση τ ης Αντάντ. Δε μ ' άρεσαν οι περιορισμοί που έβαλαν οι Άγγλοι στην
προέλαση του στρατού μας και στη διάλυση των τσέτηδων. Νομίζω πως παίζουν, όπως
πάντα, διπλό παιχνίδι.
Η Τζένη Πολιτίδου θαύμαζε πολύ τους Άγγλους και ήθελε να τους απαλλάξει από κάθε
ευθύνη, αλλά δεν μπορούσε να μην παραδεχτεί πως τα καμώματα του ναυάρχου Κάλθορπ,
είχαν κάτι το «ελαφρώς ύποπτον».
Ο θείος Γιάγκος, ωστόσο δεν εννοούσε να χαρίσει κάστανα ούτε στους συμμάχους:
—Είναι ηλίου φαεινότερον, αγαπητή δεσποινίς Τζένη, ότι τους Τούρκους τους εξοπλίζουν οι
Άγγλοι και οι Ιταλοί. Δεν έφτιαξε με τα ψέματα ο Κεμάλ 80.000 στρατό! Να, πάρτε
παράδειγμα την Αττάλεια κι όλη την περιοχή νότια του Μαιάνδρου που την κατέχουν οι
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [11]
Ιταλοί. Εκεί οι κεμαλικοί οργιάζουν ανενόχλητα, εξοπλίζονται κι ύστερα ρίχνονται στις
γραμμές μας και μας ταράζουν. Έτσι μας έφαγαν το Αϊντίνι!
Μετά την καταστροφή
(σελ.158-161)
ΜΟΛΙΣ ΞΕΜΠΑΡΚΑΡΑΜΕ στον Πειραιά, όλο χαμόγελα και όνειρα για τουριστικές
εξερευνήσεις, βρεθήκαμε μπρος σ' ένα παράξενο θέαμα: Κόσμος πολύς ήταν μαζωμένος,
εδώ κι εκεί, σκυθρωπός και μουδιασμένος. Νέες γυναίκες και γριές μαντηλωμένες,
φώναζαν και χειρονομούσαν νευρικά, μα ήταν αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς, τι ακριβώς
λέγανε και γιατί οι χωροφύλακες τις σπρώχναν πέρα.
Ύστερα πετάχτηκαν στη μέση κάμποσοι φαντάροι, αγριωποί, στραπατσαρισμένοι και
φώναζαν κι αυτοί:
—Τι τις χτυπάτε μωρέ τις γυναίκες; Ε; Τι τις χτυπάτε; Τίνος κάνανε κακό; Φοβάστε μη
διαταράξουν την τάξη, την τάξη, ε; Τα παιδιά τους ζητούνε, που δεν ξέρουν τι απόγιναν κει
κάτω στη σφαγή.
Καθώς προσπαθούσαμε ν' ακούσουμε και να καταλάβουμε τι γινόταν, ένας ναύτης μας
έδειξε και είπε:
—Να, μας ήρθαν κι εδώ οι πρώτοι πρόσφυγες απ' τη Σμύρνη.
Η θεία Ερμιόνη γύρισε και μας κοίταξε, σα να ζητούσε από μας διάψευση.
—Για μας το λένε, είπε. Ακούστε πώς βγαίνουν οι διαδόσεις!
Η κουβέντα εκείνη του ναύτη ήταν σα σπίρτο σε χυμένη βενζίνα. Φλόγες πήδηξαν απ' τις
γυναίκες.
Πέσανε όλες πάνω μας, μας τραβούσαν, έκλαιγαν, ρωτούσαν νέα, μας απειλούσαν. Μια
γριά στάθηκε μπροστά μας με τα χέρια στη μέση:
—Ελόγου σας το λοιπόν είστε οι πρόσφυγκοι; Και τι κοπιάσατε να κάνετε στα μέρη μας;
Πούναι τα παιδιά μας; Γιατί φορτώσανε την αφεντιά σας στα βαπόρια κι αφήσανε οπίσω
τους φαντάρους;
Οι χωροφύλακες τρέξανε κι έκαναν μια ζώνη γύρω μας. Μοιάζαμε σαν το κεφάλι ενός
ερωτηματικού, που δεν ήξερες τι απόκριση θα γεννήσει. Η θεία Ερμιόνη κάτωχρη
προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως δεν είμαστε πρόσφυγες και πως καμιά καταστροφή
δεν είχε γίνει, μα οι γυναίκες κλαίγανε και χτυπιόντανε.
—Λέτε ψέματα, ψέματα!
Μια μικρή ξέφυγε απ' το χέρι της μάνας της κι ήρθε κοντά μου.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [12]
—Δε φοράτε σαλβάρια και φερετζέδες; με ρώτησε καθώς ξέταζε το καλοραμμένο φουστάνι
μου. Παρ' όλο τον τρόμο που μου γέννησε κείνη η σκηνή, άρχισα να γελάω. Όταν όμως
καλοσκέφτηκα την κουβέντα της μικρής, θύμωσα και της είπα:
—Δεν είμαστε μεις Τουρκάλες!
—Πώς δεν είστε, είστε πρόσφυγες, πρόσφυγες, κακοί άνθρωποι!
Δεν πρόλαβα να εξηγηθώ με τη μικρή, γιατί οι χωροφύλακες μας έσυραν ως το λιμεναρχείο,
ενώ στο δρόμο μας εξηγούσαν πως έσπασε το μέτωπο, η Μικρασία καιγότανε, ο στρατός
επαναστάτησε κι ο κόσμος έφευγε, μ' ό,τι μεταφορικό μέσο έβρισκε.
Κι ωστόσο, κανείς μας ακόμα δεν μπορούσε να καταλάβει, πως είμαστε οι πρώτες σταγόνες
της καταιγίδας που έφτανε, η πρώτη αχνή γραμμή μιας φοβερής ατέλειωτης
ανθρωποθάλασσας που θα ξεχυνόταν σε λίγο, σ' εκείνο το άγνωστο λιμάνι.
Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ' το χέρι, κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι,
μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν νάμαστε τυφλοί και δεν ξέραμε που θα μας φέρει το κάθε
βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν' αποκουμπίσουμε και να
περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη
απόκριση:
—Απ' τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες.
Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο
δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε.
Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε.
Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ' άλλο, και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο
ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία,
από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι, οι εκκλησιές, τα σκολειά,
οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι.
Ενάμισυ εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ' την προγονική τους γη.
Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα
δέντρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο
συρτάρι, τα πορτραίτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν, να φεύγουν
κυνηγημένοι απ' το τουρκικό μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική
στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του,
την πατρίδα του, το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας
αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη
θάλασσα σ' έναν ομαδικό, φοβερό ξενητεμό. Κοιμήθηκαν από βραδίς νοικοκυραίοι στον
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [13]
τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι, άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα
λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλλας, του Βόλου, της Πάτρας. Ενάμισυ
εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπάρκαραν στο φλούδι της Ελλάδας,
με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που ν' αποκουμπήσουν οι
πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; Τι να ξεχάσουν; Τι να πράξουν; Που να δουλέψουν; Πώς να
ζήσουν; Τρέμαν ακόμα απ' το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ' το αιμάτινο ποτάμι της
κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι
φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους
στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρυκολάκοι. Και ψάχναν
και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει
πίσω στην πατρίδα, κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμάλωτους, κοντά στα
σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές και στα καζάντια...
Κι είπαν: Περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως - όπως, κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα
μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα, σαν το ψωμί, το νερό και
τ' αλάτι. Τόσοι ήταν. Ενάμισυ εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν, τώρα,
στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι Ιουδαίοι, διωγμένοι από τη γη της Χαναάν.
Χωρίς πατρίδα, χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι, χωρίς μπαούλο. Και χτες, μόλις χτες, να
θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης, πως είχες το κατιτί το δικό σου.
Ψάχναν για τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης, τον Κεμάλ, το Βενιζέλο, τον
Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο· μα πριν απ' όλα τον ύπουλο τον Άγγλο, τον
υπολογιστή, το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή, που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική
πολιτική, με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού..Οι πρώτες μέρες, στο λιμάνι κείνο, που
ήταν η πόρτα της νέας πατρίδας μας, ήταν στυφές και πικρές μαζί. Η δυσεντερία μας θέριζε.
Καθόμαστε κει στο δρόμο, δίχως κανένα συναίσθημα ντροπής, κι αποπατούσαμε. Αυτό που
ξέραμε ως τότε σαν ανθρώπινη αξιοπρέπεια, διπλώθηκε στον προσφυγικό μπόγο· μείναν
μόνον οι χοντρές ανάγκες της ζωής, τυραννικές, απαίσιες. Μικροί μεγάλοι στριμωχνόμαστε
όλοι σ' εκείνο το λιμάνι, αποβλακωμένοι, άβουλοι, με μια έμμονη ιδέα ο καθένας κι άλλος
με μιαν άνοια αποκρουστική. Οι πιο τυχεροί ξεδίναν, γιατί κλαίγανε και βρίζανε και
μουγγρίζαν από πόνο.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [14]
(σελ.163-164)
Η Σμύρνη είχε παραδοθεί στις φλόγες και στο αίμα. Ο κόσμος στριμωχνόταν στην παραλία
ζητώντας προστασία απ' τον Αγγλογαλλικό στόλο· και παρακαλούσε τους συμμάχους του
να τον σώσουν απ' το λεπίδι. Μα οι ξένοι είχαν, λέει, διαταγές να μην επεμβαίνουν! Και
κάθονταν, πάνω στα καράβια τους με σταυρωμένα χέρια, και κάπνιζαν τα τσιμπούκια τους!
Και κοίταζαν, σα θεατές, το φοβερό μαρτύριο ενός ολόκληρου πληθυσμού.
Κι όσοι είχαν λεφτά, έδιναν μιαν ολόκληρη περιουσία για να τους πάρουν οι βάρκες. Μα τις
περισσότερες φορές τους εκτοπίζανε άλλοι πιο χεροδύναμοι και σβέλτοι, σπρώχναν τους
πρώτους κι άρπαζαν τη θέση τους. Κι οι βάρκες, κάθε τόσο, αναποδογύριζαν, κι οι
άνθρωποι πνίγονταν μέσα στον πανικό, σαν τις μύγες.
—Θε μου! Θε μου! φτάνει Βαλεντίνη, δε θέλω ν' ακούσω άλλο έλεγε η θεία Ερμιόνη και
ξεροκατάπινε, γιατί είχε γίνει πηχτό και πικρό το σάλιο της.
Κι ήρθε, κούτσα - κούτσα, στο ξενοδοχείο κι ο καπτάν-Μαθιός, με κομμένα τα περισσότερα
δάχτυλα των χεριών του, κι έκλαιγε σα μωρό παιδί που το αδικοξύλισαν.
—Πώς θα δουλέψω ανθρώποι μου χωρίς τα χέρια μου; Πέστε μου; Πώς θα δουλέψω;
Κι έλεγε πως είχε πέσει στη θάλασσα του Τζεσμέ, κι είχε φτάσει κολυμπώντας ως ένα
εγγλέζικο αντιτορπιλλικό και γάντζωσε πάνω στις λαμαρίνες της πλώρης μαζί με δέκα
άλλους νοματέους. Μα οι Εγγλέζοι σπρώχναν τον κόσμο με χέρια και με πόδια και τους
ξαναπετούσαν στη θάλασσα. Κι έλεγαν πως δεν μπορούσαν να επέμβουν στα εσωτερικά
της Τουρκίας γιατί ήταν ουδέτεροι... «Ακούς ουδέτεροι οι Θεομπαίχτες!» Κι ένας
αγριάνθρωπος τούφερε μια στα δάχτυλα, μ' ένα σιδερένιο λοστό, και τούσπασε τις
κλείδωσες κι έπεσε αναίσθητος στο νερό, και τον ανάσυρε ένας καϊκτζής, παλιός του
συνάδερφος. Κι ως να φτάσει στη Χιό, του τόκοψαν στο νοσοκομείο τα «νταουλιασμένα»
δάχτυλα που «βρωμολογούσαν έμπυο» τρία απ' το ζερβί και δυο απ' το δεξί του χέρι.
(σελ.173-174)
Και καθώς ανηφόριζε ο μπάρμπα-Κωστής με τις φορτωμένες στάμνες και φούσκωναν τα
λαιμά του να σπάσουν, έβγαζε το άχτι του να μονολογά:
—Βρε, που καταντήσαμε, που καταντήσαμε! Ακούς ν' αγοράζουμε το νερό, το νερό! Φτου,
εξαποδέ που μας κουβάλησες, άρον-άρον, στον ερημότοπο τούτονε. Να υστερνά μάλαμα!
Να, να, που να μη σώνανε ποτέ να το πατούσαν το πόδι τους, οι κολασμένοι, όπου μας
καταστρέψανε...
Μια δυο, άκουγαν οι γειτόνισσες άκρες - μέσες και τον λέγανε για παλαβό —έτσι μάλιστα,
αλλόκοτα, που ήταν ντυμένος ο γερο-Μπουτζαλής. Ένα πρωί βγήκε η σπιτονοικοκυρά μας
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [15]
χολιασμένη και ζωχαδιασμένη, λες κι από καιρό του το φύλαγε και γύρευε αφορμή να
ξεσπάσει:
—Βρε γερο-βρακά, του είπε, αν δεν σου γουστάρει ο τόπος μας, γύρνα στον εδικό σου,
γύρνα αν σου βαστάει...
Ο μπαρμπα-Κωστής ξαφνιάστηκε απ' την απροσδόκητη επίθεση κι είπε μόνος του:
—Σαμπάλα, σαμπάλα!
—Πάψε να βρίζεις, τουρκόσπορε, ούρλιαξε η σπιτονοικοκυρά. Δεν κοιτάς την κόρη σου την
πρόστυχη, που ξεμυάλισε τους άντρες της γειτονιάς και την έχεις και την καμαρώνεις;
—Πίσω μου σ ' έχω Σ ατανά! είπε ο μπάρμπας. Αν δεν ήσουν γυναίκα, κυρά, θα σούδινα
άσκημη απόκριση. Συμμάζεψε τη γλώσσα σου, μ' ακούς; Άφησέ μας ήσυχους στη συφορά
που μας εβρήκε στα υστερνά μας.
Τότε κείνη άρχισε να σκούζει μανιασμένη, λες και την σφάζανε.
—Να φύγετε απ' το σπίτι μου, να ξεκουμπιστείτε, παλιοπρόσφυγες. Μας πήρατε τις
δουλειές των αντρώνε μας, μας αρπάξατε το φαΐ μας, μας βρωμίσατε τον τόπο. Χρόνια είχε
την ταβέρνα ο Πότης μου στο Φάληρο, κι ήρτε ένας παλιοτουρκόσπορος κι άνοιξε μιαν
παράγκα πλάι, και με τους ψευτομεζέδες του, και τις ψευτοπεριποίησές του και τις
λωλοσμυρνιές που κουβαλάει, μας άρπαξε την πελατεία, που να τον επάρει ο Χάρος.
Άνοιξαν κι άλλες πόρτες, κι άνοιξαν κι άλλες γλώσσες, κι όλες μαζί οι ντόπιες δικαίωναν τη
σπιτονοικοκυρά. Και το πήραν είδηση και οι προσφυγίνες απ' το γειτονικό σκολειό, κι
ήρθαν κι αυτές απειλητικές. Και μια τους, τράβηξε τα μαλλιά μιας άλλης, κι όλες μαζί
πιάστηκαν στα χέρια.
—Αντροχωρίστρες πρόστυχες, φώναζαν οι ντόπιες.
—Κρυόμπλαστρα, ψοφίμια, πεινασμένες, απαντούσαν οι άλλες.
Μπήκαν στη μέση κι οι άντρες. Έσπασαν κεφάλια και τζάμια. Ήρθε και η αστυνομία, κι
άρχισαν ανακρίσεις.
Ο Μπάρμπα-Κωστής δεν την ήθελε τη ζωή του. Το ίδιο βράδυ, μάζεψε την κουρελού του,
πήρε και την Πινέλλα του κι έφυγε.
—Εμείς, είπε, θα πάμε στη Σάμο να δουλέψουμε. Εκεί θα ξαγναντεύουμε και τα μέρη μας.
Και σα θε ναρθεί η ώρα η μεγάλη, θα είμαστε κοντινότερα για να γυρίσουμε οπίσω στην
πατρίδα.
Κανείς δεν τον εμπόδισε.
—Αυτοί οι άνθρωποι, είπε ο θείος Γιάγκος, είναι μονοκόμματοι. Δεν ξέρουν και λίγη
πολιτική. Μια και είμαστε σε ξένον τόπο, πρέπει να δίνουμε τόπο στην οργή.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [16]
—Τι θα πει ξένος τόπος, μωρέ Γιάγκο, αρπάχτηκε ο κ. Γεράσιμος. Δεν είμαστε κι εμείς
Έλληνες; Αν δεν είμαστε τι ήθελαν να μας λευτερώσουν και να μας καταστρέψουν; Αυτοί
έδιωξαν το Βενιζέλο που...
—Καλά, καλά αδερφέ. Αν ζητήσουμε τώρα να εμβαθύνουμε και ν' αποδώσουμε ευθύνες,
θα πάμε πολύ μακριά. Το ζήτημα είναι να μην οξύνουμε κι εμείς τούτα τα μίση που
αφυπνίσθηκαν.
—Μνήσθητί μου Κύριε! έκανε η κυρία Ελβίρα, τέτοιο μίσος δε μας το είχαν μήτε οι Τούρκοι.
—Θα καταλαγιάσουν με τον καιρό, όλα θα καταλαγιάσουν, είπε με το συμφιλιωτικό του
πνεύμα ο θείος Γιάγκος. Θα έρθουν άλλα μίση να τα διαδεχθούν, άλλα πάθη. Αυτή είναι η
ζωή.
(σελ.182)
Σιγά - σιγά, άρχισαν να ξεφυτρώνουν, εδώ κι εκεί, οι πρώτοι προσφυγικοί συνοικισμοί.
Κάθε μικρασιάτης πάλευε ν' αποχτήσει λίγα μέτρα γης και τη γης εκείνην, πάσχιζε να την
κάνει μια μικρογραφία των αγαθών που είχε αφήσει πίσω στην Ανατολή. Χτίζανε μόνοι
τους οι πρόσφυγες την παράγκα τους με πλιθιά, ντενεκέδες και γκαζόκασες. Μα πρώτα -
πρώτα βάζανε τις γλάστρες στη σειρά, και φύτευαν και κάτι αναιμικά, τοσαδά δεντράκια.
Να βολευτούμε, έλεγαν. Νάχουμε και λίγο πράσινο. Και κόβανε απ' το νερό που πίνανε, για
να ποτίζουν τα δεντράκια. Κι ασπρίζανε τις παράγκες, που δεν χώραγαν ξαπλωτά τα πόδια
όλης της φαμελιάς, και βάζανε και λουλάκι μέσα στον ασβέστη, για να φαίνονται καθαρά
και γαλάζια τα σπιτάκια τους, σαν το νέο καθάριο ουρανό που τους σκέπαζε. Και κεντούσαν
νυχτέρια οι γυναίκες τα «μπριζ - μπιζ» για τα παράθυρα και τις μέρες έψαχναν για δουλειά
στα εργοστάσια και στα σπίτια.
(σελ.204-205)
Η προσφυγιά κίνησε κι απλώθηκε σ' ολόκληρη την έκταση της Ελλάδας, σαν το ποτάμι που
ξεχείλισε κι έχασε τη στράτα του, σαν το πεινασμένο κοπάδι π' αναζητάει βοσκή. Οι
καταυλισμοί και οι περιμαντρωμένοι χώροι δεν τη χωρούσαν πια και δεν την κρατούσαν.
Ενάμισυ εκατομμύριο πεινασμένα στόματα... Ενάμισυ εκατομμύριο φτηνά χέρια... Ενάμισυ
εκατομμύριο διψασμένοι άνθρωποι για δουλειά, για γαλήνη, για ελπίδα, τριγυρνούσαν
στους δρόμους της Ελλάδας με τα χέρια στις τσέπες της ανέχειας!
Έβγαζε ο πρόσφυγας τη ζωή του στον πλειστηριασμό της φτήνειας, όσο - όσο. Για ένα
ξεροκόμματο στο εργοστάσιο. Για μια χούφτα καλαμπόκι στα χωράφια. Κι η ντόπια
φτωχολογιά σκιάχτηκε.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [17]
Σκιάχτηκε ο εργάτης το φτηνό μεροκάματο του συναγωνισμού και την αναδουλειά.
Σκιάχτηκε ο αγρότης, γιατί του είπανε πως ο πρόσφυγας θάπαιρνε εκκλησιαστικά χτήματα
κι απαλλοτριωμένη γης για να την κάνει, κατά πως λέγανε, κεντίδι λαχταριστό! Η έχθρητα
ξεμύτισε. Μα απ' όλη αυτή τη σύγχυση τ' αφεντικά βγήκαν κερδισμένα, γιατί δε
ματαγίνονται εύκολα τέτοιες ευκαιρίες. Γέμισαν οι πολιτείες άνεργους κι η ύπαιθρος
παρακεντέδες. Ξεχέρσωναν την άγονη γη. Κρακ κρακ το χαλίκι.
Πέτρα να δει το μάτι σου!
(...)
Μα η προσφυγιά σφηνώθηκε πάνω στη γη της Ελλάδας κι άρχισε να μαλάζεται με τη ζωή
της και να χαράζει αποφασιστικά την εξέλιξή της. Είδε κι έπαθε να απαλλαγεί ο πρόσφυγας
απ' το λαχταριστό όνειρο του γυρισμού. Κι όταν το ξερίζωσε απ' τ ην ψυχή του, τότε, η
μοναξιά κι η κακομοιριά, κι η ανάμνηση του χαμένου παράδεισου, κι η ανάμνηση της
νικημένης ραγιαδοσύνης και της πολεμικής αντάρας, όλα έσμιξαν σιγά - σιγά κι έγιναν
αποφασιστικότητα για δράση, για μια καλύτερη, ανθρωπινότερη ζωή. Κι έγιναν οι
πρόσφυγες και οι συνοικισμοί τους μια καινούργια ανανεωτική δύναμη για την Ελλάδα:
Προζύμι της προκοπής.
Δέσανε κόμπο τη δυστυχία τους με του πλαϊνού τους, όποιος κι αν ήταν, πρόσφυγας ή
ντόπιος, κι από το τριμμένο αυτό το νήμα άρχισαν να πλέκουν τις νέες ελπίδες τους, μαζί μ'
ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
Τέντωσαν τ' αυτί τους και τόμαθαν ν' αφουγκράζεται όλες τις καρδιές που χτυπούσαν στον
ίδιο ρυθμό χιλιάδες αγαναχτησμένες καρδιές! Κι ένοιωσαν τότε μια ξαφνική, πρωτοείδωτη
δύναμη. Ο πρόσφυγας δεν ήταν μόνος με τη μοίρα του να κλαίει· ήταν πολλοί. Ήταν ο
ελληνικός λαός.__
(σελ.211-215)
Τα χρόνια περνούσαν. Κι ένα πρωί η οικογένεια Μάγη πήρε τα λίγα υπάρχοντά της και
βρέθηκε στην Κοκκινιά.
—Εδώ είναι η θέση μας, είπε ο πατέρας.
Κι όλοι το κατάλαβαν, ακόμα κι η μητέρα, που εννοούσε να κρατήσει τα περασμένα
μεγαλεία της σαν οικόσημα ξεπεσμένης ευγένειας.
Σε τούτες δω τις γειτονιές, ένοιωθες μια συντροφιά, μια ζέστα. Άνοιγες το βράδυ την πόρτα
σου να πάρεις αέρα και σε τύλιγε ένα φιλικό καλωσόρισμα. Οι καρέκλες του γείτονα
πλησιάζανε κι οι αναμνήσεις πλησιάζανε.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [18]
—Είστε από μέσα από τη Σμύρνη; Από τον τάδε μαχαλά, απ' του δείνα τη φαμελιά; Πώς,
πώς γνωστό το όνομα, ακουστός ο δρόμος.
Σαν τ χοντρό τον άνθρωπο που πια δεν τον χωράνε τα στενά ρούχα του, έτσι μοιαζε κείνος
ο συνοικισμός. Στενά τα σπίτια, στενοί οι δρόμοι, στενά τα οικονομικά, πολλά τα παιδιά.
Πόρτες και παραθύρια έχυναν στα σοκάκια μιαν ανθρώπινη μπόχα. Ο ιδρώτας του μόχθου
έσμιγε με το σκόρδο της λιτότητας.
Τα πρώτα καλοκαιριάτικα βράδια σαν η οικογένεια Μάγη έβγαινε στην πόρτα να
ξεκουραστεί και ν' ανασάνει, την έζωνε με το ενδιαφέρον της ολόκληρη η γειτονιά. Όλοι
θέλανε να τους φιλέψουνε κατιτίς. «Ό,τι θέλετε, ό,τι σας κάνει ανάγκη να μας το ζητήσετε.
Μια πόρτα είμαστε. Και τιμή μας να κοπιάσετε απ' το σπίτι μας. Και να σας έρθουμε κι
εμείς. Και να σας στείλουμε μεις μαγιά, αν ζυμώνετε. Και να σας δώσουμε μπόλι απ' τις
γαρουφαλιές μας και γιασεμάκι καλέ, τι θα πει, μάλιστα, να σας δώσουμε· σπουδαίο
πράμα είναι, μαθές! Και ναρθεί ο άντρας μου την Κυριακή, που δεν έχει μεροκάματο, να το
βγάλει κείνο το τζάμι του φεγγίτη να παίρνετε λίγον αγέρα ..»
Κι ήρθε και η σειρά των νοσταλγικών αναμνήσεων.
—Εχ, είπε μια πονεμένη γριούλα, τα δικά μας τα μέρη ήταν ευλογημένα! Θ' αξιωθούμε
ποτέ να ματαγυρίσουμε;
Ένας νέος που ήταν ξαπλωμένος σε μια πολυθρόνα και διάβαζε, έκλεισε το βιβλίο του
επιδειχτικά, σηκώθηκε και με κάποια αδημονία, είπε στη γριά:
—Μπρε μάνα! Δεν τα είπαμε χίλιες φορές; Ξέχασε τον πια αυτόν το γυρισμό, να συχάσεις
και συ κι οι άλλοι που σ' ακούνε.
Ύστερα στράφηκε σ' εμάς που καθόμασταν στη πόρτα και τον περιεργαζόμασταν σα να τον
ξομπλιάζαμε.
—Δε θέλω να την πικραίνω τη γριά μου, είπε απολογητικά. Όμως, δεν είναι και σωστό να
ζούμε με χίμαιρες, που παραπλανούν και να τις μπολιάζουμε και σ' άλλους.
(...)
Ο πατέρας ήταν ο μόνος που του απάντησε και με αρκετή συμπάθεια.
—Παλικάρι μου, του είπε. Μην περιμένεις η γενιά η δική μας να ξεχάσει. Δεν είναι εύκολο.
—Αυτό που είπατε, κύριε Μάγη, είναι σωστό. Όμως ο πρόσφυγας δεν αεροβατεί! Κοιτάει
πως θ' αξιοποιήσει την πείρα, την αξιοσύνη, τις τέχνες, το δαιμόνιο της φυλής που
κουβάλησε μαζί του. Απ' την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του εδώ δεν άραξε σε
καφενέδες. Έπιασε τσάπα και μυστρί, ν' ανοίξει θεμέλια να ριζώσει! Και είδατε; Που είναι η
παλιά κακομοιριά; Οι συνοικισμοί γίναν φυτώρια προόδου. Ο πρόσφυγας δεν θέλει να τον
πάνε πίσω! Μπροστά θέλει να τον οδηγήσουνε.
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [19]
—Εμείς στο σπίτι δεν πάθαμε ποτέ την ψύχωση του γυρισμού. Σ' εμάς πατέρας και κόρη (κι
έδειξε τη Νιόβη) τρώγονται συνεχώς για το ποιος έφταιξε για την καταστροφή. Ο ένας λέει
π ως αν ήταν ο Βενιζέλος στο πηδάλιο θα είχαμε σήμερα Μεγάλη Ελλάδα. Η άλλη χτυπιέται
και βρίσκει ρηχές και ανεδαφικές τις θεωρίες του πατέρα. Και μην τα ρωτάτε τι
πανδαιμόνιο έχουμε ολοχρονίς!
Ο Ζήσης γύρισε και κοίταξε τη Νιόβη με κάποια έκπληξη. Δεν το περίμενε πως κείνο το
αμίλητο μικροκαμωμένο κορίτσι μπορούσε να 'χει τέτοιου είδους ενδιαφέροντα.
—Δηλαδή εσείς τι πιστεύετε; Ποιος νομίζετε πως έφταιξε; τη ρώτησε μ' αληθινή περιέργεια.
Η Νιόβη σήκωσε τους ώμους.
—Σημασία δεν έχει τι πιστεύω ή τι νομίζω εγώ ή ο άλλος, είπε. Σημασία έχει ποια είναι η
αλήθεια. Δεν ανήκω σε κείνους που φορτώνουν όλα τα σπασμένα στους πολιτικούς και
στους στρατιωτικούς και ξοφλάνε. Τα δικά τους φταιξίματα μπορεί να 'ναι σοβαρά μα είναι
γνωστά. Όμως ο κύριος ένοχος, αυτός, ξέρει να καμουφλάρεται για να συνεχίσει και στο
μέλλον την «προστασία» του το ίδιο «αποτελεσματικά».
—Μη μας θίγετε τις Μεγάλες «προστάτιδες» Δυνάμεις! είπε με ειρωνεία ο Ζήσης.
—Αυτοί οι Μεγάλοι και τρανοί Σύμμαχοι μας στείλανε στη Μικρασία ν' αστυνομεύσουμε τα
συμφέροντά τους και μας δώσανε «ελευθερία δράσεως» μόνο και μόνο για να πιέσουνε
τους Τούρκους στις διαπραγματεύσεις και να τους αποσπάσουνε όσο περισσότερα
μπορούσαν. Και μόλις τα βόλεψαν, κλωτσιά στους ένδοξους Έλληνες!
—Αν το αίμα που χύσαμε στο Σαγγάριο ήταν πετρέλαιο... Αν εμείς είχαμε τη Μοσούλη, δε
θα βρισκόμασταν σήμερα στην Κοκκινιά, μα στην Κόκκινη Μηλιά! Γι' αυτό τους βλέπαμε
στη Σμύρνη τους Μεγάλους Φίλους μας να παρασταίνουν τους ουδέτερους και τους
ανήξερους και να κοιτάνε απ' τα βαπόρια τους με αγγλοσαξονικό φλέγμα πώς μας
πετσοκόβανε και μας καίγανε οι τσέτες!
Ο πατέρας δεν κρατιόταν άλλο:
—Και τι 'θελες, αδερφέ; Να δώσουν βοήθεια στους γερμανόφιλους Κωνσταντινικούς που
δημιούργησαν τα Νοεμβριανά; Ποτέ δε θα φερνόταν έτσι οι Σύμμαχοι σ' έναν Βενιζέλο.
Η μητέρα που είχε σηκωθεί να σερβίρει λίγη βυσσινάδα, σταμάτησε και είπε γελώντας:
—Τον ακούτε; Τα γεγονότα δεν τον προσγείωσαν! Μα στο Θεό σου, Βασιλάκη, συμπάθειες
και χατήρια κάνει η πολιτική; Γιατί να 'ναι εκδικητική η Αντάντ μόνο με τους
Κωνσταντινικούς κι όχι και με τους Τούρκους, που αυτοί ήταν ανοιχτοί σύμμαχοι των
Γερμανών;
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα
Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [20]
(σελ. 216)
Νιόβη: Συχνά αναρωτιέμαι μήπως κι είναι σκέτη απάτη η ανεξαρτησία μας. Η μοίρα των
μικρών είναι να υπηρετούνε τα συμφέροντα των Μεγάλων. Όρα και Βρεταννία. Μας
«παραστέκει» απ' τα γεννητούρια μας. Μας έφτιασε στα μέτρα των συμφερόντων της. Απ'
τη πρώτη στιγμή της λεγόμενης ανεξαρτησίας μ ας δ εν έκανε τίποτ' άλλο παρά να χώνει τη
μύτη της στα εσωτερικά μας και να τορπιλλίζει κάθε λαϊκή και δημοκρατική λύση, θέτε στο
αγροτικό, στην εκβιομηχάνιση, στον τρόπο που θα κυβερνηθούμε και που θ' ανασάνουμε.
Ακόμα και με πόσες σταγόνες νερό θα πλυθούμε. Κι αυτό είναι υπόθεση της Ούλεν.
Ζήσης: Και φτάνουνε και σε αποκλεισμούς και κατοχές κι εμφύλιες έριδες! Διαίρει και
βασίλευε!
Νιόβη: Σκλαβάκια μας θένε, δε χωράει αμφιβολία.
Ζήσης: Κι όσες φορές δε μας βρίσκουνε αρκετά υπάκουους μας πασάρουνε τελεσίγραφα
και εκφοβιστικές διακοινώσεις.
Νιόβη: Και μας ξαποστέλνουνε και τον ένδοξο στόλο τους στα Φαληρικά ύδατα.
Ζήσης: Άμα έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς;
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Διδώ Σωτηρίου
Οι νεκροί περιμένουν
56ο Γυμνάσιο Αθήνας
Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής
Σχολικό έτος: 2022-2023

Más contenido relacionado

La actualidad más candente

Καβάφης "Στα 200 π. Χ."
Καβάφης "Στα 200 π. Χ."Καβάφης "Στα 200 π. Χ."
Καβάφης "Στα 200 π. Χ."Areti Karkou
 
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Α
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία ΑΙλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Α
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Αvaralig
 
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisi
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisiθεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisi
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisimariaeconomidou
 
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...ELENI EFSTATHIADOU
 
αντωνης σαμαρακης ζητειται ελπις
αντωνης  σαμαρακης ζητειται ελπιςαντωνης  σαμαρακης ζητειται ελπις
αντωνης σαμαρακης ζητειται ελπιςZeta Stavropoulou
 
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη ΖορμπάΝ.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη ΖορμπάGeorgia Dimitropoulou
 
Πολιορκία Μεσολογγίου
Πολιορκία ΜεσολογγίουΠολιορκία Μεσολογγίου
Πολιορκία ΜεσολογγίουDimitra Mylonaki
 
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ Λυκείου
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ ΛυκείουΟι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ Λυκείου
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ ΛυκείουEleni Vakana
 
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, Ελύτης
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, ΕλύτηςΆξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, Ελύτης
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, ΕλύτηςEleni Vakana
 
τα χταποδακια
τα χταποδακιατα χταποδακια
τα χταποδακιαEleni Kots
 
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)Alexandra Gerakini
 
αλ παπαδιαμάντης - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟ
αλ παπαδιαμάντης  - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟαλ παπαδιαμάντης  - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟ
αλ παπαδιαμάντης - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟEleni Kots
 
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντεία
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντείαπανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντεία
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντείαΚατερίνα Προκοπίου
 
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιου
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιουδιαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιου
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιουGeorgia Sofi
 
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗΝίκος Θεοτοκάτος
 
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...vserdaki
 

La actualidad más candente (20)

Καβάφης "Στα 200 π. Χ."
Καβάφης "Στα 200 π. Χ."Καβάφης "Στα 200 π. Χ."
Καβάφης "Στα 200 π. Χ."
 
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Α
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία ΑΙλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Α
Ιλιάδα σημειώσεις στη ραψωδία Α
 
καβάφης Ppt
καβάφης Pptκαβάφης Ppt
καβάφης Ppt
 
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisi
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisiθεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisi
θεσσαλονίκη, μέρες του 1969 μ analisi
 
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...
Σαν δεσμη από τριαντάφυλλα...
 
αντωνης σαμαρακης ζητειται ελπις
αντωνης  σαμαρακης ζητειται ελπιςαντωνης  σαμαρακης ζητειται ελπις
αντωνης σαμαρακης ζητειται ελπις
 
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη ΖορμπάΝ.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
Ν.Καζαντζάκης, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά
 
Πολιορκία Μεσολογγίου
Πολιορκία ΜεσολογγίουΠολιορκία Μεσολογγίου
Πολιορκία Μεσολογγίου
 
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ Λυκείου
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ ΛυκείουΟι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ Λυκείου
Οι Νεκροί Περιμένουν, Διδώ Σωτηρίου, Γ΄ Λυκείου
 
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, Ελύτης
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, ΕλύτηςΆξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, Ελύτης
Άξιον Εστί, Άσμα δ΄, Τα Πάθη, Ελύτης
 
τα χταποδακια
τα χταποδακιατα χταποδακια
τα χταποδακια
 
Δροσίνης, θαλασσινά-τραγούδια
Δροσίνης, θαλασσινά-τραγούδιαΔροσίνης, θαλασσινά-τραγούδια
Δροσίνης, θαλασσινά-τραγούδια
 
ΠΑΛΑΜΑΣ: ΑΓΟΡΑ
ΠΑΛΑΜΑΣ: ΑΓΟΡΑΠΑΛΑΜΑΣ: ΑΓΟΡΑ
ΠΑΛΑΜΑΣ: ΑΓΟΡΑ
 
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)
Του γιοφυριού της Άρτας, Φύλλο εργασιας(1)
 
αλ παπαδιαμάντης - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟ
αλ παπαδιαμάντης  - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟαλ παπαδιαμάντης  - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟ
αλ παπαδιαμάντης - (Το μοιρολόγι της φώκιας - ΥΛΙΚΟ
 
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντεία
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντείαπανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντεία
πανελλήνιοι δεσμοί - ολυμπιακοί αγώνες- μαντεία
 
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιου
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιουδιαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιου
διαγώνισμα κειμενων γ γυμνασιου
 
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ
ΚΠΑ Γ' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 03.1 ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΣΗ
 
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...
Ν. Καζαντζάκη: Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Σχέδιο μαθήματος - Φύλλο ε...
 
Του γιοφυριού της Άρτας
Του γιοφυριού της ΆρταςΤου γιοφυριού της Άρτας
Του γιοφυριού της Άρτας
 

Similar a Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx

"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.
"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π."ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.
"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.KOZIANI
 
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΜε την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΣΟΦΙΑ ΦΕΛΛΑΧΙΔΟΥ
 
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μου
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μουΜανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μου
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μουGeorgia Dimitropoulou
 
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνία
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνίαμορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνία
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνίαBETA8
 
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙChristiana Violari
 
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdf
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdfΠολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdf
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdfDimitra Mylonaki
 
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλω
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλωἩ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλω
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλωΑετοί Ολύμπου
 
πολιτιστικο προγραμμα 1 κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...
πολιτιστικο προγραμμα 1   κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...πολιτιστικο προγραμμα 1   κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...
πολιτιστικο προγραμμα 1 κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...1odimsxoleio
 
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011Elef Kent
 
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)5ο Γυμνάσιο Ξάνθης
 
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥΟ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ3odhmotiko
 
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Flora Kyprianou
 
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Nelly Zafeiriades
 
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειου
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειουνεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειου
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειουGiannis Kirailidis
 
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΟι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟDimitra Mylonaki
 

Similar a Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx (20)

"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.
"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π."ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.
"ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΙ" ΣΤΑ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΟ Ε.Π.
 
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΜε την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
 
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μου
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μουΜανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μου
Μανόλης αναγνωστάκης, Στο παιδί μου
 
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνία
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνίαμορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνία
μορφές μητέρων στην ιστορία και τη λογοτεχνία
 
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ
ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ΚΑΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΙ
 
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdf
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdfΠολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdf
Πολυτεχνείο κείμενα βιβλίου.pdf
 
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλω
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλωἩ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλω
Ἡ Πόλις ἑάλω καὶ ἡ Ἑλλὰς ἑάλω
 
ονειρευομαι
ονειρευομαιονειρευομαι
ονειρευομαι
 
πολιτιστικο προγραμμα 1 κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...
πολιτιστικο προγραμμα 1   κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...πολιτιστικο προγραμμα 1   κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...
πολιτιστικο προγραμμα 1 κι εμεις μαζι στο λαμαγαρι με το καπλανι της βιτριν...
 
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011
βιβλιοπαρουσιαση καλοκαιρι 2011
 
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)
λωζάνη χαλέπι (δειγματική διδασκαλία)
 
ΑΛΚΗ ΖΕΗ E1
ΑΛΚΗ ΖΕΗ E1ΑΛΚΗ ΖΕΗ E1
ΑΛΚΗ ΖΕΗ E1
 
απ2 (1)
απ2 (1)απ2 (1)
απ2 (1)
 
Κώστας Καρυωτάκης
Κώστας ΚαρυωτάκηςΚώστας Καρυωτάκης
Κώστας Καρυωτάκης
 
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥΟ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
 
Agios xrysostomos smyrnnis
Agios xrysostomos smyrnnisAgios xrysostomos smyrnnis
Agios xrysostomos smyrnnis
 
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
 
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
 
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειου
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειουνεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειου
νεά ελληνικη λογοτεχνιά α’ λυκειου
 
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΟι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
Οι πρόσφυγες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ
 

Más de Tassos Karampinis

Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)
Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)
Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)Tassos Karampinis
 
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα Ημερίδας
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα ΗμερίδαςΜητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα Ημερίδας
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα ΗμερίδαςTassos Karampinis
 
23rd Santacruzan Flores de Mayo festival
23rd Santacruzan Flores de Mayo festival23rd Santacruzan Flores de Mayo festival
23rd Santacruzan Flores de Mayo festivalTassos Karampinis
 
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024Tassos Karampinis
 
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024Tassos Karampinis
 
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024Tassos Karampinis
 
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήνας
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήναςParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήνας
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήναςTassos Karampinis
 
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...Tassos Karampinis
 
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdf
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdftamnimeiaeinaigiromas2324.pdf
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdfTassos Karampinis
 
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdf
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdfMitsiPikramenouSinSig-3F.pdf
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdfTassos Karampinis
 
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdf
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdfMitsiPikramenouSinAmp-4F.pdf
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdfTassos Karampinis
 
32 Δραστηριότητες Nezha.pdf
32 Δραστηριότητες Nezha.pdf32 Δραστηριότητες Nezha.pdf
32 Δραστηριότητες Nezha.pdfTassos Karampinis
 
20231027-28GiortiParelasi.pdf
20231027-28GiortiParelasi.pdf20231027-28GiortiParelasi.pdf
20231027-28GiortiParelasi.pdfTassos Karampinis
 
Συνέντευξη με την κυρία Γεωργία Διακάκη
Συνέντευξη με την κυρία  Γεωργία ΔιακάκηΣυνέντευξη με την κυρία  Γεωργία Διακάκη
Συνέντευξη με την κυρία Γεωργία ΔιακάκηTassos Karampinis
 
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης «Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης Tassos Karampinis
 

Más de Tassos Karampinis (20)

Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)
Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)
Φωτογραφίες από την ημερίδα (πάρκο Γουδή)
 
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα Ημερίδας
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα ΗμερίδαςΜητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα Ημερίδας
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί. Πρόγραμμα Ημερίδας
 
23rd Santacruzan Flores de Mayo festival
23rd Santacruzan Flores de Mayo festival23rd Santacruzan Flores de Mayo festival
23rd Santacruzan Flores de Mayo festival
 
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση θεατρικού στην Τεχνόπολη. 2023-2024
 
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024
Παρουσίαση δράσεων στην Τεχνόπολη. 2023-2024
 
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024
Συνοπτική παρουσίαση 25ης Μαρτίου. 2023-2024
 
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήνας
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήναςParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήνας
ParkoGoudiF-ΠαρουσίασηΤηςΠεριβαλλοντικήςΟμάδαςΤου56ουΓυμνασίουΑθήνας
 
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...
56Info. Παρουσίαση που έγινε στο σχολείο μας από καθηγητές του 56ου ΓΕΛ με πλ...
 
6oEPAL_1oEK_info.pdf
6oEPAL_1oEK_info.pdf6oEPAL_1oEK_info.pdf
6oEPAL_1oEK_info.pdf
 
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdf
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdftamnimeiaeinaigiromas2324.pdf
tamnimeiaeinaigiromas2324.pdf
 
202312Ekdilosi.pdf
202312Ekdilosi.pdf202312Ekdilosi.pdf
202312Ekdilosi.pdf
 
ParousiasiGia17NOE
ParousiasiGia17NOEParousiasiGia17NOE
ParousiasiGia17NOE
 
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdf
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdfMitsiPikramenouSinSig-3F.pdf
MitsiPikramenouSinSig-3F.pdf
 
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdf
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdfMitsiPikramenouSinAmp-4F.pdf
MitsiPikramenouSinAmp-4F.pdf
 
32 Δραστηριότητες Nezha.pdf
32 Δραστηριότητες Nezha.pdf32 Δραστηριότητες Nezha.pdf
32 Δραστηριότητες Nezha.pdf
 
KompostopoiitisFiladio.docx
KompostopoiitisFiladio.docxKompostopoiitisFiladio.docx
KompostopoiitisFiladio.docx
 
20231027-28GiortiParelasi.pdf
20231027-28GiortiParelasi.pdf20231027-28GiortiParelasi.pdf
20231027-28GiortiParelasi.pdf
 
56-PPM2023-24-v0.pptx
56-PPM2023-24-v0.pptx56-PPM2023-24-v0.pptx
56-PPM2023-24-v0.pptx
 
Συνέντευξη με την κυρία Γεωργία Διακάκη
Συνέντευξη με την κυρία  Γεωργία ΔιακάκηΣυνέντευξη με την κυρία  Γεωργία Διακάκη
Συνέντευξη με την κυρία Γεωργία Διακάκη
 
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης «Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης
«Παράγκες: Καταστροφή και Δημιουργία» Αλέξανδρος Τζώνης
 

Último

Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣΗ ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣΘεόδωρος Μαραγκούλας
 
-Διψήφιοι αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη
-Διψήφιοι  αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη-Διψήφιοι  αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη
-Διψήφιοι αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξηΟΛΓΑ ΤΣΕΧΕΛΙΔΟΥ
 
Μαθητικές καταλήψεις
Μαθητικές                                  καταλήψειςΜαθητικές                                  καταλήψεις
Μαθητικές καταλήψειςDimitra Mylonaki
 
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptxAthina Tziaki
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 1ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ  ΜΕΡΟΣ 1ο ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ  ΜΕΡΟΣ 1ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 1ο Χρύσα Παπακωνσταντίνου
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΧρύσα Παπακωνσταντίνου
 
Μαθητικά συμβούλια .
Μαθητικά συμβούλια                                  .Μαθητικά συμβούλια                                  .
Μαθητικά συμβούλια .Dimitra Mylonaki
 
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηΣουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηTheodora Chandrinou
 

Último (10)

Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣΗ ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ
Η ΑΔΙΚΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΣΕΠ 2008 ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ
 
-Διψήφιοι αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη
-Διψήφιοι  αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη-Διψήφιοι  αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη
-Διψήφιοι αριθμοί-δεκαδες μονάδες-θέση ψηφίου Α- Β τάξη
 
Σεβασμός .
Σεβασμός                                   .Σεβασμός                                   .
Σεβασμός .
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ  : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ  : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
ΙΣΤΟΡΙΑ Α΄ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 2024
 
Μαθητικές καταλήψεις
Μαθητικές                                  καταλήψειςΜαθητικές                                  καταλήψεις
Μαθητικές καταλήψεις
 
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
5ο Κεφάλαιο - Το Λογισμικό του Υπολογιστή.pptx
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 1ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ  ΜΕΡΟΣ 1ο ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ  ΜΕΡΟΣ 1ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 1ο
 
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2οΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
ΙΣΤΟΡΙΑ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ : ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΕΡΟΣ 2ο
 
Μαθητικά συμβούλια .
Μαθητικά συμβούλια                                  .Μαθητικά συμβούλια                                  .
Μαθητικά συμβούλια .
 
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνηΣουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
Σουρεαλιστικά ταξίδια μέσα από την τέχνη
 

Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx

  • 1. Διδώ Σωτηρίου «Οι νεκροί περιμένουν» Σύμφωνα με την Έλλη Αλεξίου το βιβλίο αυτό: "Ζωντανεύει τόπους, κόσμους, εποχές... αληθινή αποκάλυψη" Σύμφωνα με τον Στάθη Δρομάζο "Ζωντανεύει μια εποχή και μια κοινωνία με τα προβλήματά της, τις καθημερινότητές της, τα δράματά της και προπαντός τις ανθρώπινες πινελιές ευτυχίας και δυστυχίας." 56ο Γυμνάσιο Αθήνας Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής Σχολικό έτος: 2022-2023
  • 2. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [2] Η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας. Ήταν κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης Παπαδοπούλου. Το 1919 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήρθε ως πρόσφυγας στον Πειραιά και κατόπιν εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι. Το 1933 παντρεύτηκε τον Πλάτωνα Σωτηρίου, αδελφό της μητέρας της Άλκης Ζέη, για την οποία η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε πρότυπο. Δώρισε το σπίτι της στην οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε εκείνη και τον κουνιάδο της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι το θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην περιοχή Ζωγράφου. Περισσότερες πληροφορίες (https://el.wikipedia.org/wiki/Διδώ_Σωτηρίου) Το βιβλίο της "Οι νεκροί περιμένουν" αποτελεί το πρώτο της έργο (1959) Η υπόθεση του μυθιστορήματος αναφέρεται στα θύματα της μικρασιατικής καταστροφής, τον ξεριζωμό των ελληνικών πληθυσμών και τις σκληρές δοκιμασίες που αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα. Η ιστορία έχει ως κέντρο την οικογένεια του κυρ Βασίλη Μάγη, έμπορου από το Αϊδίνιο Ξεκινά με την οικογένειά του να πηγαίνει με τρένο στη Σμύρνη για δουλειές. Στη διαδρομή συζητά με τη γυναίκα του για την κατάσταση βάζοντάς μας στο κλίμα της εποχής. Αφηγήτρια είναι η Αλίκη, μια από τις κόρες της οικογένειας, που μας αφηγείται τις αναμνήσεις της. Παρουσιάζουμε αποσπάσματα από το κείμενο του βιβλίου:
  • 3. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [3] Πριν την καταστροφή (σελ. 14) Καθόμουνα κοντά στον πατέρα και τη μητέρα μου, μέσα στο νυσταλέο βαγόνι και παρακολουθούσα την ακατάληπτη για μένα συζήτηση, που αργότερα μου αποκάλυψε η μητέρα το νόημά της. —Είμαστε στις παραμονές σοβαρών ιστορικών γεγονότων, έλεγε ο πατέρας μου. Η νίκη της Αντάντ ανατρέπει οπωσδήποτε τα σχέδια των εχθρών μας. —Το πιστεύεις; του απάντησε η μητέρα, συλλογισμένη. Εγώ πάντα μου σκέφτομαι εκείνη την κουβέντα του Άγγλου φίλου σου, του Φόρμπες. Θυμάσαι τι σούλεγε; «Τη φιλία των Τούρκων θα την αγοράσουμε αργά ή γρήγορα κι όσο ακριβά κι αν στοιχίσει...» (σελ.18) —Γιατί είσαι συ, Βασιλάκη, πολύ αισιόδοξος και προσπαθώ να φέρω την ισορροπία. —Κι όμως οι Άγγλοι και οι Γάλλοι που αναφέρεις, δε θα βοηθήσουν τον Αριστείδη Βαϊνδίρογλου, που υπήρξε το δεξί χέρι των Γερμανών και των Τούρκων, στο βεβαιώνω αυτό. Διάβολε, κάτι προσφέραμε και μεις στο συμμαχικόν αγώνα και δεν μπορεί να το λησμονήσουν. Η μητέρα κούνησε δύσπιστα το κεφάλι της. —Είσαι πολύ αφελής, Βασιλάκη. Συναισθηματισμούς θα κυττάξει το κεφάλαιο ή συμφέροντα; Ποιος είναι ισχυρότερος οικονομικά εσύ ή ο Αριστείδης; Ο Αριστείδης βέβαια. Ε, αυτόν θα προσεταιρισθούν οι Αγγλογάλλοι σου. Εσένα, το πολύ, θα σου δώσουν κανένα συμμαχικό μετάλλιο καλών υπηρεσιών. (σελ.41) Ο πατέρας ήταν ο καλύτερος υποστηριχτής της ελληνικής κοινότητας του Αϊντινιού. Ήταν έφορος του Άη - Γιώργη. Φρόντιζε για την καλή λειτουργία του ελληνικού νοσοκομείου, βοηθούσε οικονομικά τη Λέσχη, που ήταν ένα πνευματικό κέντρο. Έβρισκε πως μέσα σ' εκείνα τα ιδρύματα κρατιόταν άσβηστη η φλόγα του πατριωτισμού που θύμιζε στους ραγιάδες την Ελλάδα, τη μητέρα τους. Δεν τον φόβιζαν ούτε οι κόποι, ούτε τα έξοδα, ούτε οι συχνές ενοχλήσεις των ζαπτιέδων και οι ατομικοί κίνδυνοι, που ήξερε να τους ξεπερνάει χάρη στις σχέσεις που καλλιεργούσε, γι' αυτό το λόγο, με τους μπέηδες κι όλους τους ισχυρούς Τούρκους.
  • 4. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [4] (σελ.46) Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος δεν είχε επηρεάσει πάρα πολύ τον τρόπο της ζωής στο Αϊντίνι. Οι δουλειές κλείναν κάπως δυσκολότερα από πριν, μα όσοι πλούσιοι τα κατάφερναν νάχουν ένα μπέη προστάτη ή συνέταιρο θησαύριζαν κι απόφευγαν τις επιτάξεις, το στρατιωτικό και τους διωγμούς. Ένας παρδαλός κόσμος ανακατευόταν κι ερχόταν σε κάθε λογής συναλλαγές με τη μεγαλύτερη ευκολία. Ρωμιοί εμπορευόμενοι και χωριάτες με μαύρες βράκες και χρωματιστά τουζλούκια στις γάμπες. Αρμένηδες με φέσια, φοβισμένοι απ' τους διωγμούς, μα καπάτσοι. Εβραίοι με άσπρες γκελεμπίες, που συναγωνίζονταν σε πονηριά τους Λεβαντίνους. Ιταλιάνοι ξεπεσμένοι και Γερμανοί που αναζητούσαν ζωτικό χώρο. Αγαθοί Τούρκοι χωρικοί που αγόραζαν και πουλούσαν καθισμένοι σταυροπόδι στα μπεζεστένια, με τον απαραίτητο ναργιλέ πλάι τους, λες και τους απασχολούσε περισσότερο αυτός με το ραχάτι του, παρά οι πονηριές του εμπορίου. (σελ.47) Απ' τον καιρό που μας κουβαλήθηκαν οι Νεότουρκοι κι οι Γερμανοί, πονηρεύτηκαν κι οι δικοί μας εδώ κάτω και μας κάνουν το βίο αβίωτο. Να μου πεις για τα παλιά χρόνια. Τότε, μάλιστα, περνούσαμε ζωή χαρισάμενη. Έτρεχε ο παράς, αδερφέ, έτρεχε σαν το νεράκι απ' τη βρύση... (σελ.47-48) Αν οι Τούρκοι δε μας πολυενοχλούν εδώ κάτω στις πολιτείες, είναι γιατί μας έχουν ανάγκη. Είμαστε — πως να στο πω — η μαγιά που ανεβάζει το ψωμί. Τη μόρφωσή μας, την ειδίκευσή μας, τις ικανότητές μας, τις χρειάζονται ώσπου να γίνουν οι ίδιοι άξιοι να πάρουν στα χέρια τους τα χαλινάρια. Πάρε παράδειγμα την αφεντιά σου. Αν είχαν πολλούς Τούρκους νομικούς, θα σ' άφηναν ποτέ εσένα, Χριστιανό, ν' απονέμεις το δίκιο; Κύττα όμως τι γίνεται με τους κτηματίες. Στην πρώτη μπόρα αυτοί τα πληρώνουν. (σελ.49-51) Δεν ήταν εύκολο με τον κάθε Τούρκο να συζητάς τέτοια επικίνδυνα θέματα, μα με τον Αλή, τον καβάση του πατέρα μου, το πράμα ήταν διαφορετικό. Θυμούμαι, όταν με πήγαινε περίπατο, πόσο στοργικά με κρατούσε μ' εκείνη την κακοτράχαλη χερούκλα του, που ποιος ξέρει πόσα στρέμματα γης είχε οργώσει και πόσα χτυπήματα είχε δώσει σε ζώα και σ' ανθρώπους.
  • 5. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [5] —Αλή, γιατί μας αγαπάς; τον ρώτησα μια μέρα. —Γιατί τρώω ψωμί κοντά σας. —Μα αφού οι Τούρκοι μισούν τους γκιαούρηδες; —Όταν δεν τους βλάφτουν τα νιτερέσα τους, δεν τους μισούνε. —Μα, Αλή, λένε πως όλους τους Χριστιανούς θέλετε να τους ξεκάνετε επειδή πιστεύουν στο Χριστό. Τι σας βλάφτει αυτό εσάς; —Εμάς να βλάφτει; Τέτοιο ένα πράμα, εγώ δεν το σκέφτηκα. Τι με κόφτει εμένα, ποιο Θεό πιστεύουν; Εγώ, σ' όποιον κι αν δουλεύω, Τούρκο ή ραγιά, το ψωμί μου θέλω να βγάζω, τίμια και σωστά, κι απέ...Αυτά τα πράματα, κοριτσάκι μου, δε γίνονται έτσι στο βρόντο. Δε μας διατάζει η καρδιά μας να πιάνουμε στα καλά - καθούμενα το μαχαίρι και δόστου να πετσοκόβουμε τον άλλονε. Τα διατάζουν άλλοι αυτά. —Ποιοι άλλοι; ρώτησα γεμάτη περιέργεια. —Ξέρω κι εγώ; να, οι τρανοί, αυτοί που ξέρουν πότε και πώς πρέπει να γίνονται τούτα ή εκείνα στον κόσμο. Αυτοί, να πούμε, που γράφουνε τα νιζάμια και τα φιρμάνια που οδηγάνε τ' ασκέρια, που κατέχουνε τον πολύ παρά. Σάμπως ξέρω κι εγώ να στα 'ξηγήσω; Πώς να μου τα εξηγήσει καθαρά όλα εκείνα ο καϋμένος ο Αλής, μέσα από το πυκνό σκοτάδι, όπου κρατούσαν τη γενιά του αυτοί που γράφουν τα νιζάμια και τα φιρμάνια, και κατέχουν τον πλούτο και τη δύναμη στον κόσμο; Θυμάμαι ακόμα μια χαρακτηριστική φράση, που μου είπε κάποτε ένας άλλος απλός Τούρκος, ο Χασάνης, ο γκαμηλιέρης, που τον είχε, θαρρείς, γεννημένον εκείνη η γη, σα δέντρο της: —Όσα φωτίζει το λυχνάρι μας με το κοντό φυτίλι του, αυτά μόνο βλέπουμε, κοριτσάκι μου... Καμιά φορά αναρωτιέμαι πώς δεν έσβησαν απ' τη μνήμη μου ο Χασάνης κι ο Αλής, όπως τόσοι άλλοι Τούρκοι που γνώρισα, και η μόνη απόκριση που βρίσκω είναι πως οι δυο αυτοί αντιπροσώπευαν, στην καρδιά μου, την αγνή και αγαθή ψυχή του βασανισμένου και καθυστερημένου εκείνου λαού, που ύπουλες και κακοποιές δυνάμεις τον έσπρωχναν καταπάνω μας και τον μεταβάλανε σε «προαιώνιο εχθρό» μας__
  • 6. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [6] (σελ.52-53) —Τα χώματά μας, έλεγε, τα βλόγησε ο Αλλάχ. Θάχουμε και φέτος λαδιά που δε θα ξέρουμε που να τη βάλουμε. Κι άπλωνε το χέρι του στοργικά προς το κοκκινόμαυρο λιπαρό χώμα και το χούφτωνε. Κι έγερνε προς τη γη, λες κι έσμιγε μαζί της και γινόταν ένα. Κι αφουγκραζόταν τον παλμό της σαν τον ερωτευμένο που ακουμπάει το κεφάλι του στο στήθος της αγαπημένης του. —Ρίχνεις ένα σπόρο και πριν χαϊδέψεις το χώμα, σου γυρνάει πίσω χίλιους. Ταράζεις μιαν ελιά, έτσι για καλημέρα, και σου χαρίζει ένα ζεμπίλι καρπό. Μπρε, μπρε, μπρε, τι βλογημένος τόπος είναι τούτος! Με το Χασάνη γυρίζαμε στα γύρω τουρκοχώρια. Τα ρωμέικα χωριά τα ήξερα καλά γιατί μας πήγαινε συχνά ο θείος Θανάσης στα τσιφλίκια των Χατζηδημαίων. Μα εκείνη την εντύπωση που μούκαναν τα καθυστερημένα τουρκοχώρια δε θα την ξεχάσω ποτέ. Δεν έβλεπες εκεί ούτε ένα Ρωμιό. Μόνο Τούρκοι, αμέτρητοι φουκαράδες, ιδρωκοπούσαν με τα πρωτόγονα αλέτρια τους, που τάσερναν πολλές φορές άνθρωποι γιατί στοίχιζαν πιο φτηνά απ' τα ζώα. Μοχθούσαν και βασανιζόντανε δίχως ανάσα, δίχως να τους ανήκει ούτε σπιθαμή από τη γη που δούλευαν. Άρχιζαν απ' τις εύφορες πεδιάδες και σκάλωναν ψηλά ως τα πιο άγονα βράχια, που τρυπούσαν τον ουρανό, και καλλιεργούσαν ως κι εκεί μοσχοβολιστά τριαντάφυλλα για να βγάζουν ροδέλαια. Κι όλα εκείνα τα καλά και τ' αγαθά, που τα χαιρόταν η ψυχή του Χασάνη, τα κουβαλούσαν στ' αφεντικά τους, στους μπέηδες, που είχαν πάνω τους δικαίωμα ζωής και θανάτου. Εκείνα όλα τα τουρκοχώρια μου είχαν γεννήσει μια βασανιστική απορία. Σε ποιόν πραγματικά ανήκε η εύφορη εκείνη γη; Στους Τούρκους ή σ' εμάς; Όταν ζούσες στις «καθαρόαιμες» ρωμέικες συνοικίες και στα δικά μας χωριά, και μάθαινες τα ελληνικά σου στα σκολειά, και τα μιλούσες στο δρόμο, και πήγαινες να λειτουργηθείς στις εκκλησιές, κι έβλεπες όλες εκείνες τις φάμπρικες και τα τσιφλίκια πούχαν αφεντικά τους ρωμιούς τζορμπατζήδες, τότε πίστευες πως ήταν δική μας, καταδική μας η Μικρασία. Μα όταν ξεστράτιζες κατά τους τουρκομαχαλάδες και τα τουρκοχώρια κι έβλεπες το λεφούσι εκείνο των Τούρκων δουλευτάδων, που πάππου προς πάππου μοχθούσαν πάνω στην ίδια εκείνη γη, κι έχτιζαν τα σπίτια τους και τα τζαμιά τους, και μιλούσαν τη δική τους γλώσσα, κι είχαν τις δικές τους παραδόσεις, κι είχαν ριζωμένη σ τη ψυχή τ ους την πίστη πως βρίσκονταν στη δική τους πατρίδα, τότε δε θα μπορούσες να μη μπερδευτείς.
  • 7. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [7] (σελ. 60) ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ μέρες μας στη Σμύρνη είχαν κέφι και συγκινήσεις. Γυρίζαμε εδώ κι εκεί σαν περιηγητές και γεμίζαμε τα μάτια και την ψυχή μας νέα θεάματα, και νέες εντυπώσεις, με την άπληστη διάθεση που έχει κανείς για το καινούργιο, το φευγαλέο και το προσωρινό. Η μεγάλη πολιτεία με τα άγνωστα σπίτια, τον άγνωστο κόσμο, την άγνωστη ρυμοτομία, τις άγνωστες εκπλήξεις, μας κρατούσε σε συνεχή έξαψη. Στο Αϊντίνι ήξερες τον καθένα με το όνομά του και τα προβλήματά του. Ήξερες που πηγαίνει, όταν βγαίνει την τάδε ώρα, τι λέει όταν συναντιέται μ' έναν άλλον, που και πώς διασκεδάζει, γιατί τρέχει και ιδρωκοπάει, γιατί παντρεύεται και από τι πεθαίνει. Εδώ, το καινούργιο βιβλίο με τις ζωηρές εικόνες δεν τελείωνε εύκολα και τα ερωτηματικά ήταν πολλά κι οι γρίφοι σου ζητούσανε μια κάποια λύση, έστω και φανταστική. Δε μας ξέρανε εδώ οι πολλοί άνθρωποι και δεν τους ξέραμε ούτε εμείς, κι έτσι νοιώθαμε τόση ελευθερία. Το Και, το Παραλλέλι, η Μπελλαβίστα, οι Βερχανέδες, οι Μεγάλες Ταβέρνες, το Μπουλβάρ - Αλιότι, ο Κουλές, τα Τράσα, η Άγια - Φωτεινή, η Άγια Κατερίνα, τα βαποράκια του Κορδελιού, το τραμ της προκυμαίας που τόσερναν άλογα, τα κατάμεστα με εύθυμο κόσμο κέντρα, οι πουλητάδες των γιασεμιών, τα μονά-ζυγά φιστίκια, τα «Πολιτάκια» με τα σαντούρια, οι πεταχτές γυναίκες, όλα, έμοιαζαν σαν εύθυμες, χτυπητές κορδέλες, που έπλεκαν ένα χαρωπό γαϊτανάκι. Και μέσα σ' αυτά η μητέρα να μπαινοβγαίνει μαζί μας στα καταστήματα και ν' αγοράζει τη χαρά του περιττού μέσα σε μεγάλα και μικρά πακέτα. (σελ.82-83) Ο θείος Γιάγκος, όμως, δε συμμεριζόταν καθόλου τους ενθουσιασμούς του πατέρα μου και μετά το φαγητό άρχισαν να συζητούν ζωηρά. —Δε μ' αρέσουν οι φουριόζικες δουλειές, έλεγε ο θείος. Δεν τη βλέπω σίγουρη τη γρήγορη προέλαση του στρατού μας. Έπρεπε να προετοιμαστεί καλύτερα — πως να στο πω; — να δένεται κάθε νίκη του, να κατοχυρώνεται. —Φοβάσαι αντεπίθεση των Τούρκων; ρώτησε με ειρωνεία ο πατέρας. Μα η Τουρκιά, αγαπητέ μου, ξώφλησε πλέον, πάει. Για τα πτώματα θα μιλούμε τώρα; —Δεν ξόφλησε δυστυχώς! επέμενε ο θείος Γιάγκος. Ο Νουρεντίν - πασάς θ' απαντήσει. Οργανώνει στρατό και τσέτες, φανατίζει τους πληθυσμούς... Σήκωσε τα μάτια του κατά τον ουρανό, άνοιξε τα χέρια του παρακλητικά και πρόσθεσε: —Να δώσει ο Θεός να βγω γελασμένος! —Που ζεις, μωρέ Γιάγκο, που ζεις, καϋμένε! είπε ο πατέρας και πρόσθεσε ένα ηχηρό «τσ, τσ, τσ» αποδοκιμασίας.
  • 8. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [8] —Πάντως, Βασιλάκη, δε ζω στα σύννεφα, όπως εσύ. Κι αν ήρθα στη Σμύρνη, ήρθα για να λάβω ορισμένα μέτρα. Το ίδιο κάνουν όλοι οι μυαλωμένοι άνθρωποι. Είναι η μόνη ευκαιρία να βγάλουμε χρήμα στο εξωτερικό, να φροντίσουμε για καμιά τοποθέτηση στη Γερμανία, τώρα που εκεί πουλιούνται για έναν παρά τ' ακίνητα. Αμ' έτσι είναι, Βασιλάκη μου, εμπόροι είμαστε, δεν είμαστε ποιητάδες. Αύριο πέφτει ο Βενιζέλος κι έρχονται οι άλλοι, που τη θέλουνε μικρή την Ελλάδα. Ή τα φτιάχνουν οι Αγγλογάλλοι με τους Τούρκους... (σελ.96-97) —Δεν τσάκισα, απαντούσε, θα μου περάσει. Είναι φοβερό να γνωριστείς πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο, να νοιώσεις την παγωμένη βρώμικη ανάσα του και να του ξεφύγεις για να τον θυμάσαι! Με κυνηγούν οι φωνές των πληγωμένων, τα γυάλινα μάτια των νεκρών, ο τρόμος των γυναικών, οι θηριωδίες, οι φλόγες της φωτιάς, η ερήμωση, ο πανικός της φυγής... Τρέχαμε, πως τρέχαμε! Μάτωναν οι πατούσες μας, λες και τις κεντούσαν μιλιούνια καρφίτσες. Και τρέχαμε δίχως νόημα· από σκέτο φόβο. Μαύριζε η μέρα και μπερδευόταν η γη με τον ουρανό, τα σπαρτά με τα σύννεφα, τα ποτάμια με τον ήλιο, κι ο νους με τον Άδη. Κι εμείς δόστου να τρέχουμε για να γλυτώσουμε τη μικρή ζωούλα μας. Διψούσαμε σαν κολασμένοι, πεινούσαμε σα λύκοι, κατουριόμασταν πάνω μας, μα πουθενά δε στεκόμασταν. Τρέχαμε! Το δράμα της ζωής μάς οιστρηλατούσε. Αυτή η ζωή, που κάποτε μοιάζει τόσο ασήμαντη και τη βαριόμαστε, και δεν ξέρουμε τι να την κάνουμε, έπαιρνε μπρος στον τρόμο του θανάτου, ασύλληπτες διαστάσεις και καταντούσε ένα τυραννικό, φοβερό ένστιχτο, με περιθώρια αντοχής ανεξάντλητα. Αν το καλοσκεφτόταν κανείς, ο θάνατος θάταν μια λύτρωση· μα να, που δεν τον θέλαμε. Κι άφηνε η μάνα το παιδί στο δρόμο νεκρό, και το παίδι τη μάνα και τρέχαν, τρέχαν γιατί δεν είχαν καιρό να σκεφτούν τι τους συνέβαινε, και τι θα την έκαναν μετά, αυτήν τη ζωή που βάλθηκαν να την περισώσουν. Αχ, αυτό ειν' όλο, αυτό! (σελ.107) —Σαν έρθει η ώρα να πονέσει και να κλάψει ένας λαός, κανένα χέρι δεν μπορεί να τον συντρέξει. Γιατί, άμα ξαπολυθεί η συφορά του πολέμου, χέρι ανθρώπινο δεν τηνε κρατάει πια, μηδέ κι ανθρώπινη καρδιά την αντέχει. Και ψαχουλεύεις τότε να τα βολέψεις με τη σκληρότητα για να τα καταφέρεις να κρατηθείς στη ζωή. Καληώρα νάχουμε...
  • 9. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [9] (σελ.108) Μια μέρα άνοιξα συζήτηση με τη Ριρή. —Εξήγησέ μου, της είπα, γιατί όλοι οι πλούσιοι συγγενείς και φίλοι μας γλύτωσαν απ' την καταστροφή και περνούν κι εδώ καλά, όπως και στο Αϊντίνι; —Σκέφτεσαι κάτι μεγαλίστικα πράματα, κάτι σαχλαμάρες, Αλίκη. —Δεν είναι σαχλαμάρες, επέμενα εγώ. Πρόσεξε και θα δεις. —Μα κουτό παιδί, δεν το ξέρεις πως όταν έ χεις λεφτά, έχεις και σχέσεις με τους μεγάλους και μαθαίνεις πότε θάρθει το κακό; Και να το υποπτεύεσαι μόνο, έχεις τον τρόπο να λάβεις τα μέτρα σου. Κάνεις, που λέει ο λόγος, ένα ταξιδάκι προληπτικό, όπως ο θείος Γιάγκος, και βρίσκεσαι πάντα σε ασφάλεια. Βγάζεις τα χρήματά σου στο εξωτερικό και τ' ασφαλίζεις. Να γιατί, εγώ, τ' αγαπώ τα λεφτά. Με τα λεφτά κάνεις ό,τι θες. Εδώ οι καθολικοί αγοράζανε με τα λεφτά μέχρι και θέση στον παράδεισο... —Θέση στο παράδεισο! ρώτησα κατάπληχτη. Μα περνούν κι εκεί τα λεφτά Ριρή; (σελ.111) —Οι μεγάλοι - μεγάλοι, έλεγε ο πατέρας με πίκρα, δε βουλιάζουν ούτε με γρέγο, ούτε με πουνέντε... (σελ.112) —Πρόσεξε, Βασιλάκη, γιατί ο οικονομικός κατήφορος θα φέρει και τον ηθικό. (σελ.129-130) Από τον Νοέμβρη του 1920, π ου ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές, η Σμύρνη άρχισε να γνωρίζει μια περίοδο πολιτικού αναβρασμού, άγνωστου ως τότε στους μικρασιάτες. Στα καφενεία, στα σπίτια, στα μαγαζιά και στους δρόμους οι Σμυρνιοί πολιτικολογούσαν — για πρώτη φορά στη ζωή τους. Μιλούσαν με φανατισμό για βενιζελισμό και αντιβενιζελισμό. Πίστευαν πως τη λευτεριά τ ην οφείλανε στο Βενιζέλο και ράψανε τις δυο αυτές λέξεις τόσο καλά μαζί, που δεν τις ξεχώριζαν. Του Αγίου Ελευθερίου, σε πείσμα της κυβέρνησης Γούναρη, η Σμύρνη γιόρτασε τον υπερπρωθυπουργό της. Γενικός σημαιοστολισμός, γιορτές, χοροί. Στα σταυροδρόμια στήναν τραπέζια για να φάει και να πιει ο λαός. —Να ζήσει ο Λευτέρης που μας λευτέρωσε! Τραγούδια δονούσαν την ατμόσφαιρα:
  • 10. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [10] Του Βενιζέλου το μυαλό και του Δαγκλή το βόλι θα μας ανοίξουν τα Στενά να μπούμε και στην Πόλη. Κι η ρυθμική επωδός «Βενιζέλαρος»! φανέρωνε έξαψη και φανατισμό. Όταν ήρθε στη Σμύρνη ο Κωνσταντίνος, πολλοί μουρμούριζαν δύσθυμα: —Αυτός θα μας καταστρέψει, αυτός με τη μικρή του Ελλάδα. (...) Μια ανησυχία περνούσε σα ρίγος απ' τις καρδιές του κοσμάκη, μα ήξερε να την αποδιώχνει και να ξαναβρίσκει την πίστη και την αισιοδοξία του. Η κατάληψη της Φιλαδέλφειας, η απόβαση του ελληνικού στρατού στα Μουδανιά, η νίκη του Δορυλαίου και του Αφιόν - Καρά Χισάρ, φούσκωναν ξανά τις καρδιές με τ' όνειρο της Πόλης και της Κόκκινης Μηλιάς. Η αυταπάτη άπλωνε τα χέρια της στα μάτια των ανθρώπων και τους τάκλεινε, για να μη βλέπουν την πραγματικότητα. (σελ.144-145) Τα νέα που έφερνε η Τζένη, από τις τελευταίες περιοδείες της στο μέτωπο, δεν ήταν ευχάριστα. —Ο καθένας προσπαθεί να κάνει το καθήκον του, έλεγε. Οι μεραρχίες της Σμύρνης και των Κυδωνιών μαθαίνουν να πολεμούν. Τα νιάτα της Μικρασίας βιάζονται να επιδείξουν θάρρος και τόλμη. Μα ένας στρατός δε γίνεται απ' τη μια μέρα στην άλλη. Ύστερα, τι τα θέλετε; όταν τα στρατιωτικά θέματα μπερδεύονται με τα πολιτικά χαντακώνονται τα πάντα. Ο θείος Γιάγκος παρατηρούσε με πολύ σκεπτικισμό: —Όλ' αυτά θα μπορούσαν να διορθωθούν. Εκείνο που εγώ φοβόμουν απανέκαθεν και το φώναζα, είναι η στάση τ ης Αντάντ. Δε μ ' άρεσαν οι περιορισμοί που έβαλαν οι Άγγλοι στην προέλαση του στρατού μας και στη διάλυση των τσέτηδων. Νομίζω πως παίζουν, όπως πάντα, διπλό παιχνίδι. Η Τζένη Πολιτίδου θαύμαζε πολύ τους Άγγλους και ήθελε να τους απαλλάξει από κάθε ευθύνη, αλλά δεν μπορούσε να μην παραδεχτεί πως τα καμώματα του ναυάρχου Κάλθορπ, είχαν κάτι το «ελαφρώς ύποπτον». Ο θείος Γιάγκος, ωστόσο δεν εννοούσε να χαρίσει κάστανα ούτε στους συμμάχους: —Είναι ηλίου φαεινότερον, αγαπητή δεσποινίς Τζένη, ότι τους Τούρκους τους εξοπλίζουν οι Άγγλοι και οι Ιταλοί. Δεν έφτιαξε με τα ψέματα ο Κεμάλ 80.000 στρατό! Να, πάρτε παράδειγμα την Αττάλεια κι όλη την περιοχή νότια του Μαιάνδρου που την κατέχουν οι
  • 11. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [11] Ιταλοί. Εκεί οι κεμαλικοί οργιάζουν ανενόχλητα, εξοπλίζονται κι ύστερα ρίχνονται στις γραμμές μας και μας ταράζουν. Έτσι μας έφαγαν το Αϊντίνι! Μετά την καταστροφή (σελ.158-161) ΜΟΛΙΣ ΞΕΜΠΑΡΚΑΡΑΜΕ στον Πειραιά, όλο χαμόγελα και όνειρα για τουριστικές εξερευνήσεις, βρεθήκαμε μπρος σ' ένα παράξενο θέαμα: Κόσμος πολύς ήταν μαζωμένος, εδώ κι εκεί, σκυθρωπός και μουδιασμένος. Νέες γυναίκες και γριές μαντηλωμένες, φώναζαν και χειρονομούσαν νευρικά, μα ήταν αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς, τι ακριβώς λέγανε και γιατί οι χωροφύλακες τις σπρώχναν πέρα. Ύστερα πετάχτηκαν στη μέση κάμποσοι φαντάροι, αγριωποί, στραπατσαρισμένοι και φώναζαν κι αυτοί: —Τι τις χτυπάτε μωρέ τις γυναίκες; Ε; Τι τις χτυπάτε; Τίνος κάνανε κακό; Φοβάστε μη διαταράξουν την τάξη, την τάξη, ε; Τα παιδιά τους ζητούνε, που δεν ξέρουν τι απόγιναν κει κάτω στη σφαγή. Καθώς προσπαθούσαμε ν' ακούσουμε και να καταλάβουμε τι γινόταν, ένας ναύτης μας έδειξε και είπε: —Να, μας ήρθαν κι εδώ οι πρώτοι πρόσφυγες απ' τη Σμύρνη. Η θεία Ερμιόνη γύρισε και μας κοίταξε, σα να ζητούσε από μας διάψευση. —Για μας το λένε, είπε. Ακούστε πώς βγαίνουν οι διαδόσεις! Η κουβέντα εκείνη του ναύτη ήταν σα σπίρτο σε χυμένη βενζίνα. Φλόγες πήδηξαν απ' τις γυναίκες. Πέσανε όλες πάνω μας, μας τραβούσαν, έκλαιγαν, ρωτούσαν νέα, μας απειλούσαν. Μια γριά στάθηκε μπροστά μας με τα χέρια στη μέση: —Ελόγου σας το λοιπόν είστε οι πρόσφυγκοι; Και τι κοπιάσατε να κάνετε στα μέρη μας; Πούναι τα παιδιά μας; Γιατί φορτώσανε την αφεντιά σας στα βαπόρια κι αφήσανε οπίσω τους φαντάρους; Οι χωροφύλακες τρέξανε κι έκαναν μια ζώνη γύρω μας. Μοιάζαμε σαν το κεφάλι ενός ερωτηματικού, που δεν ήξερες τι απόκριση θα γεννήσει. Η θεία Ερμιόνη κάτωχρη προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως δεν είμαστε πρόσφυγες και πως καμιά καταστροφή δεν είχε γίνει, μα οι γυναίκες κλαίγανε και χτυπιόντανε. —Λέτε ψέματα, ψέματα! Μια μικρή ξέφυγε απ' το χέρι της μάνας της κι ήρθε κοντά μου.
  • 12. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [12] —Δε φοράτε σαλβάρια και φερετζέδες; με ρώτησε καθώς ξέταζε το καλοραμμένο φουστάνι μου. Παρ' όλο τον τρόμο που μου γέννησε κείνη η σκηνή, άρχισα να γελάω. Όταν όμως καλοσκέφτηκα την κουβέντα της μικρής, θύμωσα και της είπα: —Δεν είμαστε μεις Τουρκάλες! —Πώς δεν είστε, είστε πρόσφυγες, πρόσφυγες, κακοί άνθρωποι! Δεν πρόλαβα να εξηγηθώ με τη μικρή, γιατί οι χωροφύλακες μας έσυραν ως το λιμεναρχείο, ενώ στο δρόμο μας εξηγούσαν πως έσπασε το μέτωπο, η Μικρασία καιγότανε, ο στρατός επαναστάτησε κι ο κόσμος έφευγε, μ' ό,τι μεταφορικό μέσο έβρισκε. Κι ωστόσο, κανείς μας ακόμα δεν μπορούσε να καταλάβει, πως είμαστε οι πρώτες σταγόνες της καταιγίδας που έφτανε, η πρώτη αχνή γραμμή μιας φοβερής ατέλειωτης ανθρωποθάλασσας που θα ξεχυνόταν σε λίγο, σ' εκείνο το άγνωστο λιμάνι. Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ' το χέρι, κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν νάμαστε τυφλοί και δεν ξέραμε που θα μας φέρει το κάθε βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν' αποκουμπίσουμε και να περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη απόκριση: —Απ' τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες. Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε. Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ' άλλο, και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι, οι εκκλησιές, τα σκολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι. Ενάμισυ εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ' την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δέντρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτραίτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν, να φεύγουν κυνηγημένοι απ' το τουρκικό μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του, το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ' έναν ομαδικό, φοβερό ξενητεμό. Κοιμήθηκαν από βραδίς νοικοκυραίοι στον
  • 13. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [13] τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι, άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλλας, του Βόλου, της Πάτρας. Ενάμισυ εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπάρκαραν στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που ν' αποκουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; Τι να ξεχάσουν; Τι να πράξουν; Που να δουλέψουν; Πώς να ζήσουν; Τρέμαν ακόμα απ' το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ' το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρυκολάκοι. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα, κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμάλωτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές και στα καζάντια... Κι είπαν: Περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως - όπως, κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα, σαν το ψωμί, το νερό και τ' αλάτι. Τόσοι ήταν. Ενάμισυ εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν, τώρα, στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι Ιουδαίοι, διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς πατρίδα, χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι, χωρίς μπαούλο. Και χτες, μόλις χτες, να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης, πως είχες το κατιτί το δικό σου. Ψάχναν για τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης, τον Κεμάλ, το Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο· μα πριν απ' όλα τον ύπουλο τον Άγγλο, τον υπολογιστή, το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή, που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτική, με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού..Οι πρώτες μέρες, στο λιμάνι κείνο, που ήταν η πόρτα της νέας πατρίδας μας, ήταν στυφές και πικρές μαζί. Η δυσεντερία μας θέριζε. Καθόμαστε κει στο δρόμο, δίχως κανένα συναίσθημα ντροπής, κι αποπατούσαμε. Αυτό που ξέραμε ως τότε σαν ανθρώπινη αξιοπρέπεια, διπλώθηκε στον προσφυγικό μπόγο· μείναν μόνον οι χοντρές ανάγκες της ζωής, τυραννικές, απαίσιες. Μικροί μεγάλοι στριμωχνόμαστε όλοι σ' εκείνο το λιμάνι, αποβλακωμένοι, άβουλοι, με μια έμμονη ιδέα ο καθένας κι άλλος με μιαν άνοια αποκρουστική. Οι πιο τυχεροί ξεδίναν, γιατί κλαίγανε και βρίζανε και μουγγρίζαν από πόνο.
  • 14. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [14] (σελ.163-164) Η Σμύρνη είχε παραδοθεί στις φλόγες και στο αίμα. Ο κόσμος στριμωχνόταν στην παραλία ζητώντας προστασία απ' τον Αγγλογαλλικό στόλο· και παρακαλούσε τους συμμάχους του να τον σώσουν απ' το λεπίδι. Μα οι ξένοι είχαν, λέει, διαταγές να μην επεμβαίνουν! Και κάθονταν, πάνω στα καράβια τους με σταυρωμένα χέρια, και κάπνιζαν τα τσιμπούκια τους! Και κοίταζαν, σα θεατές, το φοβερό μαρτύριο ενός ολόκληρου πληθυσμού. Κι όσοι είχαν λεφτά, έδιναν μιαν ολόκληρη περιουσία για να τους πάρουν οι βάρκες. Μα τις περισσότερες φορές τους εκτοπίζανε άλλοι πιο χεροδύναμοι και σβέλτοι, σπρώχναν τους πρώτους κι άρπαζαν τη θέση τους. Κι οι βάρκες, κάθε τόσο, αναποδογύριζαν, κι οι άνθρωποι πνίγονταν μέσα στον πανικό, σαν τις μύγες. —Θε μου! Θε μου! φτάνει Βαλεντίνη, δε θέλω ν' ακούσω άλλο έλεγε η θεία Ερμιόνη και ξεροκατάπινε, γιατί είχε γίνει πηχτό και πικρό το σάλιο της. Κι ήρθε, κούτσα - κούτσα, στο ξενοδοχείο κι ο καπτάν-Μαθιός, με κομμένα τα περισσότερα δάχτυλα των χεριών του, κι έκλαιγε σα μωρό παιδί που το αδικοξύλισαν. —Πώς θα δουλέψω ανθρώποι μου χωρίς τα χέρια μου; Πέστε μου; Πώς θα δουλέψω; Κι έλεγε πως είχε πέσει στη θάλασσα του Τζεσμέ, κι είχε φτάσει κολυμπώντας ως ένα εγγλέζικο αντιτορπιλλικό και γάντζωσε πάνω στις λαμαρίνες της πλώρης μαζί με δέκα άλλους νοματέους. Μα οι Εγγλέζοι σπρώχναν τον κόσμο με χέρια και με πόδια και τους ξαναπετούσαν στη θάλασσα. Κι έλεγαν πως δεν μπορούσαν να επέμβουν στα εσωτερικά της Τουρκίας γιατί ήταν ουδέτεροι... «Ακούς ουδέτεροι οι Θεομπαίχτες!» Κι ένας αγριάνθρωπος τούφερε μια στα δάχτυλα, μ' ένα σιδερένιο λοστό, και τούσπασε τις κλείδωσες κι έπεσε αναίσθητος στο νερό, και τον ανάσυρε ένας καϊκτζής, παλιός του συνάδερφος. Κι ως να φτάσει στη Χιό, του τόκοψαν στο νοσοκομείο τα «νταουλιασμένα» δάχτυλα που «βρωμολογούσαν έμπυο» τρία απ' το ζερβί και δυο απ' το δεξί του χέρι. (σελ.173-174) Και καθώς ανηφόριζε ο μπάρμπα-Κωστής με τις φορτωμένες στάμνες και φούσκωναν τα λαιμά του να σπάσουν, έβγαζε το άχτι του να μονολογά: —Βρε, που καταντήσαμε, που καταντήσαμε! Ακούς ν' αγοράζουμε το νερό, το νερό! Φτου, εξαποδέ που μας κουβάλησες, άρον-άρον, στον ερημότοπο τούτονε. Να υστερνά μάλαμα! Να, να, που να μη σώνανε ποτέ να το πατούσαν το πόδι τους, οι κολασμένοι, όπου μας καταστρέψανε... Μια δυο, άκουγαν οι γειτόνισσες άκρες - μέσες και τον λέγανε για παλαβό —έτσι μάλιστα, αλλόκοτα, που ήταν ντυμένος ο γερο-Μπουτζαλής. Ένα πρωί βγήκε η σπιτονοικοκυρά μας
  • 15. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [15] χολιασμένη και ζωχαδιασμένη, λες κι από καιρό του το φύλαγε και γύρευε αφορμή να ξεσπάσει: —Βρε γερο-βρακά, του είπε, αν δεν σου γουστάρει ο τόπος μας, γύρνα στον εδικό σου, γύρνα αν σου βαστάει... Ο μπαρμπα-Κωστής ξαφνιάστηκε απ' την απροσδόκητη επίθεση κι είπε μόνος του: —Σαμπάλα, σαμπάλα! —Πάψε να βρίζεις, τουρκόσπορε, ούρλιαξε η σπιτονοικοκυρά. Δεν κοιτάς την κόρη σου την πρόστυχη, που ξεμυάλισε τους άντρες της γειτονιάς και την έχεις και την καμαρώνεις; —Πίσω μου σ ' έχω Σ ατανά! είπε ο μπάρμπας. Αν δεν ήσουν γυναίκα, κυρά, θα σούδινα άσκημη απόκριση. Συμμάζεψε τη γλώσσα σου, μ' ακούς; Άφησέ μας ήσυχους στη συφορά που μας εβρήκε στα υστερνά μας. Τότε κείνη άρχισε να σκούζει μανιασμένη, λες και την σφάζανε. —Να φύγετε απ' το σπίτι μου, να ξεκουμπιστείτε, παλιοπρόσφυγες. Μας πήρατε τις δουλειές των αντρώνε μας, μας αρπάξατε το φαΐ μας, μας βρωμίσατε τον τόπο. Χρόνια είχε την ταβέρνα ο Πότης μου στο Φάληρο, κι ήρτε ένας παλιοτουρκόσπορος κι άνοιξε μιαν παράγκα πλάι, και με τους ψευτομεζέδες του, και τις ψευτοπεριποίησές του και τις λωλοσμυρνιές που κουβαλάει, μας άρπαξε την πελατεία, που να τον επάρει ο Χάρος. Άνοιξαν κι άλλες πόρτες, κι άνοιξαν κι άλλες γλώσσες, κι όλες μαζί οι ντόπιες δικαίωναν τη σπιτονοικοκυρά. Και το πήραν είδηση και οι προσφυγίνες απ' το γειτονικό σκολειό, κι ήρθαν κι αυτές απειλητικές. Και μια τους, τράβηξε τα μαλλιά μιας άλλης, κι όλες μαζί πιάστηκαν στα χέρια. —Αντροχωρίστρες πρόστυχες, φώναζαν οι ντόπιες. —Κρυόμπλαστρα, ψοφίμια, πεινασμένες, απαντούσαν οι άλλες. Μπήκαν στη μέση κι οι άντρες. Έσπασαν κεφάλια και τζάμια. Ήρθε και η αστυνομία, κι άρχισαν ανακρίσεις. Ο Μπάρμπα-Κωστής δεν την ήθελε τη ζωή του. Το ίδιο βράδυ, μάζεψε την κουρελού του, πήρε και την Πινέλλα του κι έφυγε. —Εμείς, είπε, θα πάμε στη Σάμο να δουλέψουμε. Εκεί θα ξαγναντεύουμε και τα μέρη μας. Και σα θε ναρθεί η ώρα η μεγάλη, θα είμαστε κοντινότερα για να γυρίσουμε οπίσω στην πατρίδα. Κανείς δεν τον εμπόδισε. —Αυτοί οι άνθρωποι, είπε ο θείος Γιάγκος, είναι μονοκόμματοι. Δεν ξέρουν και λίγη πολιτική. Μια και είμαστε σε ξένον τόπο, πρέπει να δίνουμε τόπο στην οργή.
  • 16. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [16] —Τι θα πει ξένος τόπος, μωρέ Γιάγκο, αρπάχτηκε ο κ. Γεράσιμος. Δεν είμαστε κι εμείς Έλληνες; Αν δεν είμαστε τι ήθελαν να μας λευτερώσουν και να μας καταστρέψουν; Αυτοί έδιωξαν το Βενιζέλο που... —Καλά, καλά αδερφέ. Αν ζητήσουμε τώρα να εμβαθύνουμε και ν' αποδώσουμε ευθύνες, θα πάμε πολύ μακριά. Το ζήτημα είναι να μην οξύνουμε κι εμείς τούτα τα μίση που αφυπνίσθηκαν. —Μνήσθητί μου Κύριε! έκανε η κυρία Ελβίρα, τέτοιο μίσος δε μας το είχαν μήτε οι Τούρκοι. —Θα καταλαγιάσουν με τον καιρό, όλα θα καταλαγιάσουν, είπε με το συμφιλιωτικό του πνεύμα ο θείος Γιάγκος. Θα έρθουν άλλα μίση να τα διαδεχθούν, άλλα πάθη. Αυτή είναι η ζωή. (σελ.182) Σιγά - σιγά, άρχισαν να ξεφυτρώνουν, εδώ κι εκεί, οι πρώτοι προσφυγικοί συνοικισμοί. Κάθε μικρασιάτης πάλευε ν' αποχτήσει λίγα μέτρα γης και τη γης εκείνην, πάσχιζε να την κάνει μια μικρογραφία των αγαθών που είχε αφήσει πίσω στην Ανατολή. Χτίζανε μόνοι τους οι πρόσφυγες την παράγκα τους με πλιθιά, ντενεκέδες και γκαζόκασες. Μα πρώτα - πρώτα βάζανε τις γλάστρες στη σειρά, και φύτευαν και κάτι αναιμικά, τοσαδά δεντράκια. Να βολευτούμε, έλεγαν. Νάχουμε και λίγο πράσινο. Και κόβανε απ' το νερό που πίνανε, για να ποτίζουν τα δεντράκια. Κι ασπρίζανε τις παράγκες, που δεν χώραγαν ξαπλωτά τα πόδια όλης της φαμελιάς, και βάζανε και λουλάκι μέσα στον ασβέστη, για να φαίνονται καθαρά και γαλάζια τα σπιτάκια τους, σαν το νέο καθάριο ουρανό που τους σκέπαζε. Και κεντούσαν νυχτέρια οι γυναίκες τα «μπριζ - μπιζ» για τα παράθυρα και τις μέρες έψαχναν για δουλειά στα εργοστάσια και στα σπίτια. (σελ.204-205) Η προσφυγιά κίνησε κι απλώθηκε σ' ολόκληρη την έκταση της Ελλάδας, σαν το ποτάμι που ξεχείλισε κι έχασε τη στράτα του, σαν το πεινασμένο κοπάδι π' αναζητάει βοσκή. Οι καταυλισμοί και οι περιμαντρωμένοι χώροι δεν τη χωρούσαν πια και δεν την κρατούσαν. Ενάμισυ εκατομμύριο πεινασμένα στόματα... Ενάμισυ εκατομμύριο φτηνά χέρια... Ενάμισυ εκατομμύριο διψασμένοι άνθρωποι για δουλειά, για γαλήνη, για ελπίδα, τριγυρνούσαν στους δρόμους της Ελλάδας με τα χέρια στις τσέπες της ανέχειας! Έβγαζε ο πρόσφυγας τη ζωή του στον πλειστηριασμό της φτήνειας, όσο - όσο. Για ένα ξεροκόμματο στο εργοστάσιο. Για μια χούφτα καλαμπόκι στα χωράφια. Κι η ντόπια φτωχολογιά σκιάχτηκε.
  • 17. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [17] Σκιάχτηκε ο εργάτης το φτηνό μεροκάματο του συναγωνισμού και την αναδουλειά. Σκιάχτηκε ο αγρότης, γιατί του είπανε πως ο πρόσφυγας θάπαιρνε εκκλησιαστικά χτήματα κι απαλλοτριωμένη γης για να την κάνει, κατά πως λέγανε, κεντίδι λαχταριστό! Η έχθρητα ξεμύτισε. Μα απ' όλη αυτή τη σύγχυση τ' αφεντικά βγήκαν κερδισμένα, γιατί δε ματαγίνονται εύκολα τέτοιες ευκαιρίες. Γέμισαν οι πολιτείες άνεργους κι η ύπαιθρος παρακεντέδες. Ξεχέρσωναν την άγονη γη. Κρακ κρακ το χαλίκι. Πέτρα να δει το μάτι σου! (...) Μα η προσφυγιά σφηνώθηκε πάνω στη γη της Ελλάδας κι άρχισε να μαλάζεται με τη ζωή της και να χαράζει αποφασιστικά την εξέλιξή της. Είδε κι έπαθε να απαλλαγεί ο πρόσφυγας απ' το λαχταριστό όνειρο του γυρισμού. Κι όταν το ξερίζωσε απ' τ ην ψυχή του, τότε, η μοναξιά κι η κακομοιριά, κι η ανάμνηση του χαμένου παράδεισου, κι η ανάμνηση της νικημένης ραγιαδοσύνης και της πολεμικής αντάρας, όλα έσμιξαν σιγά - σιγά κι έγιναν αποφασιστικότητα για δράση, για μια καλύτερη, ανθρωπινότερη ζωή. Κι έγιναν οι πρόσφυγες και οι συνοικισμοί τους μια καινούργια ανανεωτική δύναμη για την Ελλάδα: Προζύμι της προκοπής. Δέσανε κόμπο τη δυστυχία τους με του πλαϊνού τους, όποιος κι αν ήταν, πρόσφυγας ή ντόπιος, κι από το τριμμένο αυτό το νήμα άρχισαν να πλέκουν τις νέες ελπίδες τους, μαζί μ' ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Τέντωσαν τ' αυτί τους και τόμαθαν ν' αφουγκράζεται όλες τις καρδιές που χτυπούσαν στον ίδιο ρυθμό χιλιάδες αγαναχτησμένες καρδιές! Κι ένοιωσαν τότε μια ξαφνική, πρωτοείδωτη δύναμη. Ο πρόσφυγας δεν ήταν μόνος με τη μοίρα του να κλαίει· ήταν πολλοί. Ήταν ο ελληνικός λαός.__ (σελ.211-215) Τα χρόνια περνούσαν. Κι ένα πρωί η οικογένεια Μάγη πήρε τα λίγα υπάρχοντά της και βρέθηκε στην Κοκκινιά. —Εδώ είναι η θέση μας, είπε ο πατέρας. Κι όλοι το κατάλαβαν, ακόμα κι η μητέρα, που εννοούσε να κρατήσει τα περασμένα μεγαλεία της σαν οικόσημα ξεπεσμένης ευγένειας. Σε τούτες δω τις γειτονιές, ένοιωθες μια συντροφιά, μια ζέστα. Άνοιγες το βράδυ την πόρτα σου να πάρεις αέρα και σε τύλιγε ένα φιλικό καλωσόρισμα. Οι καρέκλες του γείτονα πλησιάζανε κι οι αναμνήσεις πλησιάζανε.
  • 18. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [18] —Είστε από μέσα από τη Σμύρνη; Από τον τάδε μαχαλά, απ' του δείνα τη φαμελιά; Πώς, πώς γνωστό το όνομα, ακουστός ο δρόμος. Σαν τ χοντρό τον άνθρωπο που πια δεν τον χωράνε τα στενά ρούχα του, έτσι μοιαζε κείνος ο συνοικισμός. Στενά τα σπίτια, στενοί οι δρόμοι, στενά τα οικονομικά, πολλά τα παιδιά. Πόρτες και παραθύρια έχυναν στα σοκάκια μιαν ανθρώπινη μπόχα. Ο ιδρώτας του μόχθου έσμιγε με το σκόρδο της λιτότητας. Τα πρώτα καλοκαιριάτικα βράδια σαν η οικογένεια Μάγη έβγαινε στην πόρτα να ξεκουραστεί και ν' ανασάνει, την έζωνε με το ενδιαφέρον της ολόκληρη η γειτονιά. Όλοι θέλανε να τους φιλέψουνε κατιτίς. «Ό,τι θέλετε, ό,τι σας κάνει ανάγκη να μας το ζητήσετε. Μια πόρτα είμαστε. Και τιμή μας να κοπιάσετε απ' το σπίτι μας. Και να σας έρθουμε κι εμείς. Και να σας στείλουμε μεις μαγιά, αν ζυμώνετε. Και να σας δώσουμε μπόλι απ' τις γαρουφαλιές μας και γιασεμάκι καλέ, τι θα πει, μάλιστα, να σας δώσουμε· σπουδαίο πράμα είναι, μαθές! Και ναρθεί ο άντρας μου την Κυριακή, που δεν έχει μεροκάματο, να το βγάλει κείνο το τζάμι του φεγγίτη να παίρνετε λίγον αγέρα ..» Κι ήρθε και η σειρά των νοσταλγικών αναμνήσεων. —Εχ, είπε μια πονεμένη γριούλα, τα δικά μας τα μέρη ήταν ευλογημένα! Θ' αξιωθούμε ποτέ να ματαγυρίσουμε; Ένας νέος που ήταν ξαπλωμένος σε μια πολυθρόνα και διάβαζε, έκλεισε το βιβλίο του επιδειχτικά, σηκώθηκε και με κάποια αδημονία, είπε στη γριά: —Μπρε μάνα! Δεν τα είπαμε χίλιες φορές; Ξέχασε τον πια αυτόν το γυρισμό, να συχάσεις και συ κι οι άλλοι που σ' ακούνε. Ύστερα στράφηκε σ' εμάς που καθόμασταν στη πόρτα και τον περιεργαζόμασταν σα να τον ξομπλιάζαμε. —Δε θέλω να την πικραίνω τη γριά μου, είπε απολογητικά. Όμως, δεν είναι και σωστό να ζούμε με χίμαιρες, που παραπλανούν και να τις μπολιάζουμε και σ' άλλους. (...) Ο πατέρας ήταν ο μόνος που του απάντησε και με αρκετή συμπάθεια. —Παλικάρι μου, του είπε. Μην περιμένεις η γενιά η δική μας να ξεχάσει. Δεν είναι εύκολο. —Αυτό που είπατε, κύριε Μάγη, είναι σωστό. Όμως ο πρόσφυγας δεν αεροβατεί! Κοιτάει πως θ' αξιοποιήσει την πείρα, την αξιοσύνη, τις τέχνες, το δαιμόνιο της φυλής που κουβάλησε μαζί του. Απ' την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του εδώ δεν άραξε σε καφενέδες. Έπιασε τσάπα και μυστρί, ν' ανοίξει θεμέλια να ριζώσει! Και είδατε; Που είναι η παλιά κακομοιριά; Οι συνοικισμοί γίναν φυτώρια προόδου. Ο πρόσφυγας δεν θέλει να τον πάνε πίσω! Μπροστά θέλει να τον οδηγήσουνε.
  • 19. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [19] —Εμείς στο σπίτι δεν πάθαμε ποτέ την ψύχωση του γυρισμού. Σ' εμάς πατέρας και κόρη (κι έδειξε τη Νιόβη) τρώγονται συνεχώς για το ποιος έφταιξε για την καταστροφή. Ο ένας λέει π ως αν ήταν ο Βενιζέλος στο πηδάλιο θα είχαμε σήμερα Μεγάλη Ελλάδα. Η άλλη χτυπιέται και βρίσκει ρηχές και ανεδαφικές τις θεωρίες του πατέρα. Και μην τα ρωτάτε τι πανδαιμόνιο έχουμε ολοχρονίς! Ο Ζήσης γύρισε και κοίταξε τη Νιόβη με κάποια έκπληξη. Δεν το περίμενε πως κείνο το αμίλητο μικροκαμωμένο κορίτσι μπορούσε να 'χει τέτοιου είδους ενδιαφέροντα. —Δηλαδή εσείς τι πιστεύετε; Ποιος νομίζετε πως έφταιξε; τη ρώτησε μ' αληθινή περιέργεια. Η Νιόβη σήκωσε τους ώμους. —Σημασία δεν έχει τι πιστεύω ή τι νομίζω εγώ ή ο άλλος, είπε. Σημασία έχει ποια είναι η αλήθεια. Δεν ανήκω σε κείνους που φορτώνουν όλα τα σπασμένα στους πολιτικούς και στους στρατιωτικούς και ξοφλάνε. Τα δικά τους φταιξίματα μπορεί να 'ναι σοβαρά μα είναι γνωστά. Όμως ο κύριος ένοχος, αυτός, ξέρει να καμουφλάρεται για να συνεχίσει και στο μέλλον την «προστασία» του το ίδιο «αποτελεσματικά». —Μη μας θίγετε τις Μεγάλες «προστάτιδες» Δυνάμεις! είπε με ειρωνεία ο Ζήσης. —Αυτοί οι Μεγάλοι και τρανοί Σύμμαχοι μας στείλανε στη Μικρασία ν' αστυνομεύσουμε τα συμφέροντά τους και μας δώσανε «ελευθερία δράσεως» μόνο και μόνο για να πιέσουνε τους Τούρκους στις διαπραγματεύσεις και να τους αποσπάσουνε όσο περισσότερα μπορούσαν. Και μόλις τα βόλεψαν, κλωτσιά στους ένδοξους Έλληνες! —Αν το αίμα που χύσαμε στο Σαγγάριο ήταν πετρέλαιο... Αν εμείς είχαμε τη Μοσούλη, δε θα βρισκόμασταν σήμερα στην Κοκκινιά, μα στην Κόκκινη Μηλιά! Γι' αυτό τους βλέπαμε στη Σμύρνη τους Μεγάλους Φίλους μας να παρασταίνουν τους ουδέτερους και τους ανήξερους και να κοιτάνε απ' τα βαπόρια τους με αγγλοσαξονικό φλέγμα πώς μας πετσοκόβανε και μας καίγανε οι τσέτες! Ο πατέρας δεν κρατιόταν άλλο: —Και τι 'θελες, αδερφέ; Να δώσουν βοήθεια στους γερμανόφιλους Κωνσταντινικούς που δημιούργησαν τα Νοεμβριανά; Ποτέ δε θα φερνόταν έτσι οι Σύμμαχοι σ' έναν Βενιζέλο. Η μητέρα που είχε σηκωθεί να σερβίρει λίγη βυσσινάδα, σταμάτησε και είπε γελώντας: —Τον ακούτε; Τα γεγονότα δεν τον προσγείωσαν! Μα στο Θεό σου, Βασιλάκη, συμπάθειες και χατήρια κάνει η πολιτική; Γιατί να 'ναι εκδικητική η Αντάντ μόνο με τους Κωνσταντινικούς κι όχι και με τους Τούρκους, που αυτοί ήταν ανοιχτοί σύμμαχοι των Γερμανών;
  • 20. Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν». 56ο Γυμνάσιο Αθήνας / Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής / Σχολικό έτος: 2022-2023 σελ. [20] (σελ. 216) Νιόβη: Συχνά αναρωτιέμαι μήπως κι είναι σκέτη απάτη η ανεξαρτησία μας. Η μοίρα των μικρών είναι να υπηρετούνε τα συμφέροντα των Μεγάλων. Όρα και Βρεταννία. Μας «παραστέκει» απ' τα γεννητούρια μας. Μας έφτιασε στα μέτρα των συμφερόντων της. Απ' τη πρώτη στιγμή της λεγόμενης ανεξαρτησίας μ ας δ εν έκανε τίποτ' άλλο παρά να χώνει τη μύτη της στα εσωτερικά μας και να τορπιλλίζει κάθε λαϊκή και δημοκρατική λύση, θέτε στο αγροτικό, στην εκβιομηχάνιση, στον τρόπο που θα κυβερνηθούμε και που θ' ανασάνουμε. Ακόμα και με πόσες σταγόνες νερό θα πλυθούμε. Κι αυτό είναι υπόθεση της Ούλεν. Ζήσης: Και φτάνουνε και σε αποκλεισμούς και κατοχές κι εμφύλιες έριδες! Διαίρει και βασίλευε! Νιόβη: Σκλαβάκια μας θένε, δε χωράει αμφιβολία. Ζήσης: Κι όσες φορές δε μας βρίσκουνε αρκετά υπάκουους μας πασάρουνε τελεσίγραφα και εκφοβιστικές διακοινώσεις. Νιόβη: Και μας ξαποστέλνουνε και τον ένδοξο στόλο τους στα Φαληρικά ύδατα. Ζήσης: Άμα έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς; ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------- Διδώ Σωτηρίου Οι νεκροί περιμένουν 56ο Γυμνάσιο Αθήνας Συντακτική και Φωτογραφική Ομάδα Εργαστηρίου Πληροφορικής Σχολικό έτος: 2022-2023